ΠΡΟΣ ΧΑΧΟΛΟΥΣ

Εἴθισται καί τοῦτο σ’ αὐτή τή χώρα τήν καθ’ ὅλα θαυμασία, καί δουλεύεται πολύ:

Πᾶς ὅστις καταλαμβάνει ὁποιαδήποτε ἐξουσία καί ἰδίως ὑψηλή,

Κυριαρχεῖται ἀπό τήν ἰδέα ὅτι τοῦ λαοῦ τό ὅλον

ἀποτελεῖται ἀπό ἕνα ποίμνιον χαχόλων

ἀφελῶν καί ζωντοβόλων

μέ εὐήθειαν ἀναμφισβήτητον καί καταφανῆ

καί μέ δείκτην νοημοσύνης πού ἰσοῦται τῶ μηδενί.

Καί μέ τήν ἀκλόνητον αὐτήν πεποίθησιν προβαίνουν εἰς δηλώσεις καί ἀνακοινώσεις πρός τόν λαόν,

σάν νά ἀπευθύνωνται πρός ἀγέλην βοῶν.

Μέ ἄλλους λόγους προσπαθοῦν νά σέ πείσουν μέ ὕφος ζωη­ρό καί λαῦρο,

ὅτι εἶναι ἄσπρο αὐτό πού βλέπεις μαύρο.

Ἐνῶ σοῦ ἐπιβάλλουν τσουχτερές ἐπιβαρύνσεις

σοῦ λένε ὅτι πραγματοποιοῦν φορολογικές… ἐλαφρύνσεις.

Ἐνῶ ὁ τιμάριθμος κάθε μέρα ὑψώνεται

σοῦ λένε ὅτι ἡ οἰκονομική σου κατάσταση βελτιώνεται.

Ὅτι αὐτός πού βγαίνει ἀπό τά στήθη σου στεναγμός ἀγανακτήσεως,

Εἶναι στεναγμός… ἀνακουφίσεως!

Πώς ἡ νύχτα εἶναι μέρα κι’ ὁ χειμώνας καλοκαίρι.
Πώς τό ξύδι εἶναι μέλι, ζαχαρούλα τό πιπέρι.
Πώς τό κόκκινο εἶναι γκρί
τό κοντό εἶναι μακρύ,
τό σοκάκι λεωφόρος
καί ὁ γάϊδαρος τενόρος.

Καί μέ λίγο ἀκόμα θάρρος, θἄβρουν τόν συνδυασμόν
νά μᾶς ποῦν καί πώς ὁ ἥλιος ἀνατέλλει ἐκ… δυσμῶν!

Καί ὀλίγες σκέψεις ἀναλυτικές
ἐπί τοῦ θέματος «ἐλαφρύνσεις φορολογικές»,
περί τῶν ὁποίων ἔγινε σύντομος λόγος ἀνωτέρω.

Λοιπόν, ὅπως ξέρετε, ἀλλά δέν εἶναι περιττόν νά τ’ ἀναφέρω,

οἱ «ἐλαφρύνσεις» στό εἰσόδημα τῶν φορολογουμένων τῶν περιλύπων,

συνίστανται περίπου εἰς τόν ἑξης τύπον:

«Μειοῦται τό φορολογητέον εἰσόδημα κατά εἴκοσι τοῖς ἑκατόν

διά κάθε συνταξιοῦχον ἤ μισθωτόν,

ὁ ὁποῖος α) εἶναι ἀνίκανος πρός ἐργασίαν ἀπό ἐτών δέκα,

β) ἔχει κατάκοιτον γυναίκα

καί γ) ἔχει πέντε ἀνήλικα τέκνα ἐκ τῶν ὁποίων τουλάχιστον τό ἕνα εἶναι θηλυκόν,

καί ὑπάρχει καί ἕνα σπαστικόν».

Καί ἀκόμη: «Ὁ ἔχων εἰσόδημα μηδέν, λόγω κακῆς ὑγείας,

ἀνεργίας ἤ δυσπραγίας,

ἀπαλλάσσεται ἐντελῶς τῆς φορολογίας!».

Καί μέ κάτι τέτοιες ἀπαλλαγές, ἑκάστη τύπου διαφόρου,

ἐντός πάντοτε τοῦ «ἀπαλλακτικοῦ» κλίματος,

τελικῶς, ὁ ἕλλην φορολογούμενος δέν θά ἀπαλλάσσεται τοῦ φόρου,

ἀλλά θά ἀπαλλάσσεται τοῦ …εἰσοδήματος!

Καί τό μοιραῖον αὐτό μέτρον τό δραστικώτερον ὅλων,

θά ἀναγγελθεῖ ὡς μέτρον εὐεργετικόν ὑπέρ τοῦ φιλτάτου λαοῦ τῶν χαχόλων!

Κάτι τέτοια μᾶς σερβίρουν, ὦ πολίτα μου καημένε.

Καί τ’ ἀκοῦς καί τά διαβάζεις καί ρωτᾶς: Σέ ποιούς τά λένε;

Μά σέ ὅλους μας τά λένε –τί νά γίνεται κουβέντα–

πού μᾶς θεωροῦν κουτάβια καί κορόϊδα μέ πατέντα.

Ἴτε τῶν Ἑλλήνων παῖδες!
Εἶσθε ὅλοι κουτεντέδες,
χάπατα καί κουτορνίθια.
Φάτε ὅθεν παραμύθια
κι’ ἔχετε ἀνοιχτό τό στόμα
γιά νά φᾶτε κι’ ἄλλα ἀκόμα!

Καί σκέπτεσαι: Πῶς σκέπτονται ἐτοῦτοι οἱ ἀφεντᾶδες

καί μᾶς περνᾶνε γιά λειψούς, χαζούς καί μπουνταλᾶδες;

Ὑπάρχει μιά ἐξήγηση γιά ὅσους τό ἐξετάζουν:

Καθένας ἀπ’ τούς ἄρχοντες πού μᾶς παραμυθιάζουν

λένε κρυφά: Ἀφοῦ ἐγώ μ’ ἕνα μυαλό ρετάλι,

ἔφτασα ἐδῶ πού έφτασα, φαντάσου τί εἶναι οἱ άλλοι.

Παν. Παπαδούκας, Ἐθνικόν Ἀπόρρητον (Γιά κάθε ανιστόρητον), ἔκδ. Φιλιππότη, Ἀθήνα 1984
Both comments and trackbacks are currently closed.