Bullying: Το άλλο όνομα του τραμπουκισμού

bullyingΗ υπόθεση της εξαφάνισης τού σπουδαστή Βαγγέλη Γιακουμάκη τους περασμένους μήνες και η δημοσιότητα που έλαβε έφερε ξανά στην επιφάνεια τα φαινόμενα «bullying» ή αλλιώς σχολικού εκφοβισμού-τραμπουκισμού που διαδραματίζονται στις σχολικές και όχι μόνο αίθουσες. Μετά την δυσάρεστη τροπή που είχε η υπόθεση Γιακουμάκη ακόμη μια παρόμοια περίπτωση έγινε γνωστή και αφορούσε σπουδάστριες του ΟΑΕΔ Ρέντη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μια 22χρονη σπουδάστρια επιτέθηκε και τραυμάτισε ελαφρά με μαχαίρι τρείς συμμαθήτριες της. Όπως φάνηκε αργότερα η δράστις αποτελούσε για καιρό στόχο των συγκεκριμένων συμμαθη­τριών με αρνητικά σχόλια και ασκούμενη ψυχολογική βία.

Και οι δύο περιπτώσεις έχουν αρκετά κοινά σημεία αλλά με μια εντελώς διαφορετική κατάληξη, στην πρώτη περίπτωση οδηγηθήκαμε στην αυτοχειρία ενώ στη δεύτερη σε δράση-απάντηση της βίας που δεχόταν το θύμα. Όπως αναγράφει η ίδια στις σημειώσεις της: «Δεν θέλω να τους σκοτώσω – Δεν θέλω να τους τραυματίσω – Θέλω απλώς να τους σταματήσω». Για την ίδια, η περίπτωση Γιακουμάκη, καθόρισε και την εξέλιξη του εκφοβισμού που δεχόταν. Σύμφωνα με τη συνήγορο της: «Η ίδια έχοντας πέσει θύμα του σχολικού εκφοβισμού και ασπαζόμενη το γεγονός ότι κανείς δεν αντιλαμβάνεται, κανείς δεν αφουγκράζεται τη δεινή της ψυχολογική θέση στην οποία έχει περιέλθει προσπάθησε να εξηγήσει στις καθηγήτριές της την κατάσταση την οποία περνούσε. Όμως ένοιωθε ότι κανείς δεν την αντιλαμβανόταν και δεν αφουγκραζόταν τη δεινή της ψυχολογική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει. Αντίστοιχο περιστατικό είχε σημειωθεί στην αρχή της σχολικής χρονιάς και είχε πάει στο σχολείο κοινωνική λειτουργός και ψυχολόγος, που είχε μιλήσει με την 22χρονη και όπου η ίδια είχε πει αυτά που περνούσε. Δεν ήταν κάτι το εφήμερο και το προσωρινό, δεν ήταν μία κατάσταση των τελευταίων ημερών ήταν μία χρόνια κατάσταση».

Πριν προχωρήσουμε θα θέλαμε να επισημάνουμε μια σημαντική διαφορά μεταξύ βίας και εκφοβισμού, η οποία πολλές φορές συγχέεται. Στον σχολικό εκφοβισμό το θύμα επιλέγεται ως ο ανίσχυρος αντίπαλος, η επίθεση εναντίον του προγραμματίζεται και επαναλαμβάνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, με κύριο στόχο την επιβεβαίωση της ισχύος του θύτη. Αντίθετα στην ενδοσχολική βία, τα αντικρουόμενα μέλη είναι ισότιμα, σε ένα «παιχνίδι» κυριαρχίας, παρά την συνήθη τελική εδραίωση της ισχύος τής μιας από τις δύο ομάδες ή του ενός, εκ των δύο, ατόμου.

Στην ίδια κατηγορία μπορούμε να τοποθετήσουμε και τη σύγκρουση/βία/επίθεση που πολλές φορές έχει αιματηρή κατάληξη στα ενδοσχολικά όρια, με δράστες μαθητές και θύματα διδάσκοντες και μαθητές, με πληθώρα κινήτρων και μέχρι στιγμής μία συνήθη καταγραφή επιθέσεων σε αμερικανικά και βορειοευρωπαϊκά σχολεία (όταν γραφόταν το συγκεκριμένο κείμενο έγινε γνωστή αιματηρή επίθεση σε σχολείο της ισπανίας με θύμα δάσκαλο και δράστη μαθητή). Αυτή η διευκρίνιση κρίνεται απαραίτητη διότι συχνά εκφράζεται η άποψη ότι πάντα υπήρχε βία μεταξύ παιδιών/εφήβων, οπότε συνεπάγεται πως η σημερινή κατάσταση μεγιστοποιείται λόγω της δημοσιότητας που λαμβάνει.

Ασφαλώς και το bullying δεν είναι κάτι καινούργιο απλά η έκταση και η ένταση του έχει μεταβληθεί προς το χειρότερο. Όπως σημειώνει και η Αλίκη Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου (Ομαδική βία και επιθετικότητα στα σχολεία, Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) «η βία μεταξύ μαθητών (αγοριών) υπήρχε από παλιά στη χώρα μας, κυρίως όμως έξω από τα σχολεία, υπό τη μορφή «μονομαχίας» (αγόρι με αγόρι πάλευαν) ή υπό τη μορφή ομαδικών συγκρούσεων (ομάδα κατά ομάδας). Στην παλαιά Αθήνα, αλλά και σε άλλες περιοχές, υπήρχαν ομάδες «πετροπόλεμου» μεταξύ συνοικιών, όχι σχολικών ομάδων, και φυσικά στην ύπαιθρο. Σ’ αυτές τις βίαιες και επικίνδυνες συγκρούσεις, που αποτελούσαν μάλλον ξέσπασμα έντονης εφηβικής κρίσης, υπήρχε η σοβαρή διαφορά σε σχέση με τη σημερινή βία και επιθετικότητα μαθητών, της ισότητας των αντιπάλων (άτομο κατά ατόμου ή ομάδα κατά ομάδας, όχι ομάδα κατά μεμονωμένου ατόμου και μάλιστα κατά κανόνα σωματικά ή ψυχικά αδύνατου). Επί πλέον, οι συγκρούσεις ήταν εκούσιες και από τις δυο ομάδες. Η βία σήμερα διεξάγεται μέσα στο σχολείο και είναι άνανδρη(sic!), διότι η ομάδα εφαρμόζει βία σωματική ή ψυχολογική (χτυπήματα, εξευτελισμούς κάθε είδους, απειλές, κ.λπ.) κατά ενός μαθητή, παρά τη θέλησή του και, μάλιστα, κατά κανόνα σωματικά αδύνατου ή τουλάχιστον όχι επιθετικού. Συχνά, όμως, αυτό λαμβάνει χώραν και εναντίον μαθητή με καλύτερες σχολικές επιδόσεις από τους θύτες, οι οποίοι, φυσικά, αντίθετα με τη θέλησή του, του επιτίθενται για να τον μειώσουν ή να τον εξουθενώσουν σωματικά ή/και ψυχικά». Επί πλέον μια σημαντική παράμετρος που τίθεται είναι η έννοια της επανάληψης. Το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός, περιλαμβάνει ανισορροπία δύναμης ή εξουσίας μεταξύ του θύτη που εκφοβίζει και του θύματος που εκφοβίζεται. Πολλές φορές τα θύματα ζητούν βοήθεια από τους διευθυντές και τους δασκάλους του σχολείου, απ’ ό,τι φάνηκε στην περίπτωση του Γιακουμάκη, ενώ οι λόγοι μη αποτελεσματικής διαχείρισης ποικίλλουν. Έτσι παρατηρούνται να υπάρχουν παρεμβάσεις πολιτικών προσώπων, αδιαφορία, αποσιώπηση περιστατικών από τη διοίκηση για λόγους φήμης αλλά και, εν τέλει, σιωπηρή αποδοχή μιας κατάστασης. Όταν ερευνητές σημειώνουν ότι σε σχολεία της Αθήνας –και όχι μόνο– δέχονται ρατσιστικές παρατηρήσεις μαθητές από δασκάλους τότε πώς θα σταματήσουν μια αντίστοιχη κατάσταση σχολικού εκφοβισμού, για παράδειγμα, που εκφράζεται μέσω του ρατσισμού;

Το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού μελετήθηκε για πρώτη φορά το 1978 στη Νορβηγία από τον Dan Olweus (Aggression in the schools: Bullies and whipping boys), όπου παρουσιάζει δεδομένα από 5 εμπειρικές μελέτες στις οποίες συμμετείχαν περίπου 1.000 αγόρια από 12-16 ετών. Παράμετροι που λαμβάνονται υπόψη περιλαμβάνουν πτυχές της επιθετικής προσωπικότητας και κοινωνικο-ψυχολογικούς μηχανισμούς. Στον ελλαδικό χώρο το φαινόμενο απασχόλησε από τη δεκαετία του ’90 και ειδικά τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί έρευνες που μελετούν το φαινόμενο και δείχνουν μια αυξανόμενη τάση που αγγίζει το 20% των μαθητών να έχουν εμπλακεί είτε ως θύτες είτε ως θύματα σε καταστάσεις σχολικού εκφοβισμού. Ενώ το αντίστοιχο ποσοστό σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ανέρχεται περίπου στο 30%.

Όμως, ο εκφοβισμός, ασφαλώς και δεν εμφανίζεται μόνον στον κόσμο των ανηλίκων ή σε σχολικά περιβάλλοντα. Κατ’ εξοχήν ο στρατός είναι ένας χώρος όπου η ταπείνωση, η κοροϊδία και ο εξευτελισμός κατείχαν περίοπτη θέση εδώ και δεκαετίες. Τα περίφημα «καψώνια» ήταν και είναι ένας άγραφος νόμος λειτουργίας των στρατιωτικών μονάδων και στρατιωτικών σχολών. Συνεπώς το bullying υπήρχε από παλιά εντός των θεσμών του κράτους, όπως φυλακές, στρατός και σχολεία. Στους χώρους εκείνους που η βία του κράτους εμφανίζεται με μεγαλύτερη ευκρίνεια και η ασκούμενη από το ίδιο βία μετασχηματίζεται σε άλλες διαμορφωμένες συμπεριφορές μεταξύ των καταπιεσμένων. Ο θύτης στη περίπτωση του τραμπουκισμού είναι ταυτόχρονα και θύμα, όντως δεχόμενο πάνω του καταπίεση από το κράτος και άλλους θεσμούς. Διότι και το ίδιο το σχολείο ως θεσμός ασκεί βία κατά ποικίλους τρόπους στους μαθητές/μαθήτριες. Σε αντίθεση με το παρελθόν, η σχολική εξουσία σήμερα δεν θεμελιώνεται πλέον τόσο πάνω στην άσκηση φυσικής βίας (π.χ. με το χάρακα και τη βίτσα) όσο με τη χειραγώγηση, τη συναίνεση, τον προσεταιρισμό και την εσωτερίκευση των κανόνων και προτύπων συμπεριφοράς.

Αναμφίβολα, η βία του σχολείου είναι ένα φαινόμενο που μπορεί να κατανοηθεί πληρέστερα ως στοιχείο και υποσύνολο του ευρύτερου κοινωνικού ελέγχου της εκπαίδευσης, σε μια κοινωνία με διάχυτη ανισότητα και σκληρότητα σε πολλά επίπεδα. Μικρόκοσμοι της κοινωνίας που αναπαράγουν και ανατροφοδοτούν πρότυπα και συμπεριφορές της κυριαρχίας και του σύγχρονου πολιτισμού. Σχέσεις στηριγμένες στην ιδιοτέλεια, το συμφέρον και τον ανταγωνισμό. Ανειλικρινείς και ψεύτικες. Στην περίπτωση του Γιακουμάκη, οι συμπατριώτες του κρητικοί, έχοντας αποδεχθεί το κατασκευασμένο πρότυπο του «μάτσο» και νταή κρητικού τον μέμφονταν ότι: «να δείχνεις και να φέρεσαι σαν κρητικός. Να είσαι σκληρός άνδρας, όπως όλοι οι συντοπίτες σου». Ο κόσμος των μεγάλων, όμως, δεν είναι ένας ενιαίος και κοινός κόσμος. Δεν μοιραζόμαστε όλοι τις ίδιες αξίες και αντιλήψεις και φυσικά ούτε τις αντίστοιχες συμπεριφορές. Ασφαλώς και η λαίλαπα της κυριαρχίας κατορθώνει, στη παρούσα χρονική στιγμή, να διεισδύει και να διαβρώνει συστηματικά και με επιμονή μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού, ακόμη και σε εκείνα που ο φερόμενος πολιτικός αξιακός κώδικας, λογικά, δεν θα αντιμετώπιζε προβλήματα αλλοίωσης των χαρακτηριστικών του. Με τον τρόπο που εξηγείται ο λόγος για τον οποίο ασκείται αυτού του είδους ο τραμπουκισμός, ανάγει κοινωνικοπολιτικές διαδικασίες σε ατομικές αλληλεπιδράσεις που ερμηνεύονται (;) με βάση κάποια υποτιθέμενα ψυχολογικά χαρακτηριστικά τους (π.χ. χαμηλή αυτοεκτίμηση, εσωστρέφεια, ανασφάλεια κλπ) ή την οικογενειακή ανατροφή τους, καθιστώντας έτσι αόρατες τις σχέσεις εξουσίας και τις ευρύτερες θεσμοθετημένες πρακτικές που διαπερνούν αυτές τις διαδικασίες. Στις αρχές του 2015, ένας 17χρονος (Sergei Casper), μαθητής στη Ρωσία, είχε δεχτεί επίθεση από συμμαθητές του σε σχολείο της Μόσχας, οι οποίοι τον τύλιξαν με ταινία, ώστε να μην μπορεί να κουνήσει τα χέρια και τα πόδια του, και κατόπιν τον βύθισαν σε μία τουαλέτα. Στη συνέχεια τον κουβάλησαν στην τάξη, όπου όλη η επίθεση καταγράφηκε σε video, με την καθηγήτρια να μένει άπραγη μπροστά στα όσα διαδραματίζονταν και εν τέλει να βρίσκει φριχτό θάνατο κατά τον βασανισμό από τους συμμαθητές του. Οι δημοσιογράφοι μίλησαν, απλώς, για ένα μαθητή «ευαίσθητο» με αγάπη προς τις τέχνες. Όμως η γενικότερη κοινωνικοπολιτική και πολιτισμική διάσταση της σημερινής Ρωσίας εμφανίζει έντονα σεξιστικά, πατριαρχικά χαρακτηριστικά που ταυτόχρονα με την εθνικιστική ρητορεία κάποιοι δολοφονούνται ως «περιττοί». Η κεντρική εξουσία, ασφαλώς και κατασκευάζει, κατευθύνει και πριμοδοτεί εκείνες τις στάσεις και συμπεριφορές, που επιθυμεί, παρέχοντας την δέουσα ασυλία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να ερμηνευτεί και η στάση τόσο της δασκάλας, όσο και των μαθητών.

Παρατηρείται, λοιπόν, στο όνομα του τραμπουκισμού ένα τσουβάλιασμα των περιστατικών, ανεξαρτήτως έντασης και χαρακτηριστικών, που στην ουσία περιορίζεται στο να εξατομικεύει τις συμπεριφορές, δείχνοντας με το δάχτυλο το μαθητή (δράστη και θύμα) και την οικογένεια, βγάζοντας σταθερά απ’ έξω την εξουσία. Έτσι, καταλήγει στο να συμβάλλει στην παγίωση και ενίσχυση των σχέσεων εξουσίας και καταπίεσης που, κατά τ’ άλλα, μοιάζει να αμφισβητεί και να υπονομεύει.

Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας

Από  την αναρχική εφημερίδα ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 149, Μάϊος 2015
Both comments and trackbacks are currently closed.