Η ιστορία ενός επίδοξου παλαιστίνιου αυτόχειρα
Ο συγγραφέας (Raint Sampax) κατορθώνει να έρθει σ’ επαφή με έναν παλαιστίνιο αγωνιστή της Τζιχάντ Αλ Ισλάμι, τον Σαΐντ, ο οποίος ανήκει στην ομάδα των ατόμων, που με δική τους επιλογή, είναι έτοιμοι και «περιμένουν να ζωστούν μια βόμβα», στην ομάδα των ΚΑΜΙΚΑΖΙ.
«[…] από κείνη τη μέρα και μετά είμαι στη διάθεσή τους και περιμένω. Περιμένω να παραλάβω μια βόμβα, να τη ζωστώ, για να πάω στο Ισραήλ στο σημείο που θα εκδηλωθεί η δική μου επίθεση, και να πατήσω το κουμπί… Δεν υπάρχει γυρισμός. Κανένας δε θέλει να επιστρέψει»…
Με τον 29χρονο Σαΐντ, συναντιέται –για πέντε συνεχόμενες νύχτες– μυστικά [ο Σαΐντ καταζητείται απ’ τους ισραηλινούς] στον προσφυγικό καταυλισμό Μουχαγιάμ της Τζενίν. Ο Σαΐντ, του διηγείται την ιστορία της ζωής του. Μια ιστορία απίστευτη, αλλά καθημερινή και συνηθισμένη για όλους αυτούς που ζουν στα στρατόπεδα της Παλαιστίνης σαν πρόσφυγες στα ίδια τους τα χώματα. Συνέχεια →
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Κάποτε ήταν ένας βασιλιάς, που είχε ό,τι ήθελε. Διέθετε όλη τη δύναμη και την είχε μετατρέψει σε εξουσία. Όλοι τον υπηρετούσαν, δεν υπήρχε κανείς να μη δουλεύει γι’ αυτόν. Κι όμως, εκείνος αφού ικανοποίησε κάθε επιθυμία και μετά κάθε πάθος κι ύστερα κάθε διαστροφή του κι αφού βαρέθηκε ακόμη και να βαριέται, σκέφτηκε πως ήθελε να βρει έναν τρόπο να διασκεδάσει. Θυμήθηκε τα παιδικά του χρόνια και πήγε σ’ ένα τσίρκο.
Διασκέδασε με την καρδιά του σαν παιδί. Είδε τους ακροβάτες και τους γελωτοποιούς, είδε τους χορευτές και τους τραγουδιστές. Χάρηκε. Έπειτα, βρήκε έναν περιπλανώμενο θίασο. Αφού πέρασαν από μπροστά του όλοι οι ηθοποιοί κι οι μαϊμούδες κι οι αρκούδες, αφού είδε τη γυναίκα με τα μούσια και το νάνο με τα μεγάλα πόδια, τον πιο άσχημο άντρα του κόσμου και την πιο αστεία σουπιέρα που πετάει, αποφάσισε να επιστρέψει στο βασίλειό του.
Καθώς βάδιζε στα σκοτεινά, βρέθηκε μπροστά σε ένα τροχόσπιτο. Ήταν απ’ το καραβάνι των περαστικών μοναχικών. Κι εκείνο το κόκκινο τροχόσπιτο, που έβγαζε μια παράξενη λάμψη, που θα ξεσήκωνε και τον πιο αδιάφορο, δεν τον άφησε να φύγει έτσι. Μπήκε μέσα χωρίς δεύτερη σκέψη. Εκεί τον περίμενε η μάγισσα.
Συνέχεια →
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Μια από τις συνήθειες κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και της πρωτοχρονιάς είναι η ανταλλαγή δώρων. Για την κοινωνία της αγοράς και της κατανάλωσης oι συγκεκριμένες γιορτές είναι η χαρά του εμπόρου, του κατασκευαστή, του διαφημιστή, του συστήματος εν τέλει. Οι εργαζόμενοι-καταναλωτές, ακολουθώντας τις επιταγές του marketing, συνωστίζονται στα μεγάλα πολυκαταστήματα για να αγοράσουν ό,τι μπορούν και πρέπει, με την βοήθεια των εορτοδανείων που αφειδώς τους προσφέρουν οι τράπεζες. Ο καταναλωτής, ως ένα υπάκουο ον, που δεν θέλει να διαφέρει σημαντικά απ΄ αυτά που προβάλλει η τηλεόραση, χρεώνεται και ξαναχρεώνεται για είναι in. Και όπως με έπαρση αναγράφει στις διαφημίσεις της η Ένωση διαφημιστών, έχουμε εισέλθει στην εποχή του homo consumes και πρέπει να είμαστε χαρούμενοι γι’ αυτό. Αλλά πως ήταν η συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντι στην κατανάλωση και στην ανταλλαγή δώρων παλαιότερα;
Συνέχεια →
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Κάθε χρόνο οι πόλεις στολίζονται όλο και πιο νωρίς για να υποδεχθούν τα Χριστούγεννα. Πανύψηλα δένδρα, χιλιάδες λαμπάκια, εκατοντάδες αγιοβασίληδες προσπαθούν με κάθε τρόπο να οδηγήσουν τους καταναλωτές στην εμποροπανήγυρη. Είναι η περίοδος που και οι πιο μετριοπαθείς καταναλωτές συναγωνίζονται τους φαν των κάθε λογής mall. Οι τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές διαφημίσεις, τα ιλουστρασιόν φυλλάδια στις εφημερίδες κάθε χρόνο πασχίζουν να μας δείξουν ότι πρωτοχρονιά χωρίς κατανάλωση δεν συνάδει. Και όλα αυτά συνυφασμένα με την πρακτική του δώρου.
Δώρο στη/ο σύντροφο, συγγενή, παιδιά, ανίψια, γονείς, φίλους. Δώρα σε όλους. Ο περιβόητος 13ος μισθός επιστρέφει στο χώρο εκταμίευσης. Ο οποίος –τι ειρωνεία– αποκαλείται και αυτός δώρο Χριστουγέννων. Από πότε αλήθεια, τα αφεντικά μας χαρίζουν; Συνέχεια →
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...