του Ιβάν Ίλλιτς
Μτφ. Βασίλης Τομανάς
Εκδ. Νησίδες / Σελ. 247 / Αύγουστος 2010
Ο Ιβάν Ίλλιτς (1926-2002) γεννήθηκε στη Βιέννη. Σπούδασε χημεία στη Φλωρεντία και ιστορία στο Ζάλτσμπουργκ, κατόπιν έγινε κληρικός (σπούδασε στο Γρηγοριανό Πανεπιστήμιο του Βατικανού) και πήγε στην Αμερική (στο Πουέρτο Ρίκο) ως ιερωμένος της Καθολικής εκκλησίας. Από το 1960 διέρρηξε τους δεσμούς του με την επίσημη εκκλησία, αλλά συνέχισε να ζει στην Αμερική. Το 1961 ίδρυσε στην Κουερναβάκα του Μεξικό το Κέντρο Διαπολιτισμικής Τεκμηρίωσης (CIDOC) στο οποίο οργανώνονταν σεμινάρια στα οποία συμμετείχαν άνθρωποι απ’ όλο τον κόσμο, ενώ μέσα από τη δραστηριότητα του προκύπτουν όλες οι ριζοσπαστικές αναλύσεις του Ίλλιτς για την βιομηχανική κοινωνία. Μέσα σε μια δεκαετία δημοσιεύει περισσότερες από 350 εργασίες και δημιουργεί μια μοναδική βιβλιοθήκη με 100.000 εργασίες για τις λαϊκές θρησκείες και τους πολιτισμούς της Λατινικής Αμερικής. Ανατρέπει τον παραδοσιακό ρόλο του «εκπαιδευτή» και στα σεμινάρια που οργανώνει παίζει το ρόλο του συντονιστή-προγραμματιστή.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, έζησε με έναν όγκο, αρνούμενος να υποβληθεί σε ιατρικές θεραπείες από ένα ιατρογενές σύστημα που βρέθηκε στο στόχαστρό του. Η στάση του αυτή είναι απόλυτα συνεπής με όσα έγραφε: «…από τη στιγμή που ένας γιατρός περιθάλπει ανίατους αρρώστους, διαστρεβλώνει την τέχνη του: από μέσο την κάνει σκοπό… Το κόστος της θεραπείας έφτασε να φαίνεται ασήμαντο μπροστά στο κόστος της παράτασης μιας άρρωστης ζωής». Περπάτησε με τα πόδια όλη την Λατινική Αμερική και γνώριζε έντεκα γλώσσες.
«Πρόοδος θα πρέπει να σημαίνει ολοένα και μεγαλύτερη ικανότητα για αυτοπερίθαλψη και όχι όλο και πιο μεγάλη εξάρτηση». Συνέχεια