Η ΠΑΝΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΗ Νο 8, το ΚΚΕ και η ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ «ΑΛΗΘΕΙΑ» 50 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ…

Εξτρεμιστικά στοιχεία… προκαλούν τους αστυνομικούς…

Σε ομιλία του ο Δημήτρης Γόντικας, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, μ’ αφορμή την επέτειο 50 ετών από την κατάληψη της Νομικής τον Φλεβάρη του 1973, μεταξύ άλλων, είπε:

«Ποτέ δεν ισχυριστήκαμε ότι η ΚΝΕ στα δύσκολα εκείνα χρόνια τα έκανε όλα καλά, ότι δεν έκανε λάθη, ότι δεν είχε ελλείψεις και αδυναμίες στην καθοδήγηση των αγώνων. Είναι, όμως, αθλιότητα ένα επιμέρους γεγονός, όπως ένα δημοσίευμα της Πανσπουδαστικής Νο 8, το οποίο μάλιστα γράφτηκε μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, που δεν έπαιξε κανέναν απολύτως ρόλο και δεν επηρέασε σε τίποτα τις εξελίξεις και σε κανέναν τομέα, να αναδείχνεται σε ξεχωριστό ζήτημα για να πλήξει την ιστορία της ΚΝΕ. Είναι μικροπρέπεια και ασέβεια στην ιστορική αλήθεια και στον ηρωικό αγώνα της Οργάνωσης της Σπουδάζουσας της ΚΝΕ στα χρόνια της δικτατορίας και ειδικότερα της συμβολής της στην εξέγερση του Πολυτεχνείου».

Ο Δημήτρης Γόντικας βασανίστηκε άγρια κατά την περίοδο της δικτατορίας και το γεγονός αυτό είναι ιστορική αλήθεια. Άλλο τόσο, όμως, ιστορική αλήθεια είναι η αθλιότητα του δημοσιεύματος της «Πανσπουδαστικής Νο 8», ειδάλλως μάλλον ο  Γόντικας εννοεί ότι η «ιστορική αλήθεια» καταντάει μικροπρέπεια και ασέβεια, γιατί έτσι βολεύει την κομματική «αλήθεια».

Ο Γόντικας ομολογεί ανοικτά την πατρότητα του δημοσιεύματος. Πλέον δεν μπορεί να κάνει κι αλλιώς. Το ΚΚΕ, άλλωστε, μεταπολιτευτικά άλλοτε ποιούσε την νήσσαν και άλλοτε αναλάμβανε δημόσια την πολιτική ευθύνη για το δημοσίευμα. Ο Γόντικας χαρακτηρίζει «επιμέρους γεγονός» το δημοσίευμα, ισχυριζόμενος, ότι αφού γράφτηκε μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, «δεν έπαιξε κανέναν απολύτως ρόλο και δεν επηρέασε σε τίποτα τις εξελίξεις και σε κανέναν τομέα».

Ο Γόντικας ψεύδεται συνειδητά και απροκάλυπτα.

Και οι λόγοι είναι απλοί. Το δημοσίευμα της «Πανσπουδαστικής Νο 8» περί 350 προβοκατόρων διαπνέεται από πάνω μέχρι κάτω από την κομματική γραμμή του ΚΚΕ, έτσι, όπως αυτή εκφράστηκε από την πρώτη στιγμή των γεγονότων, τα οποία οδήγησαν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου: οι καταλήψεις είναι ανεπιθύμητες, και πάση θυσία θα πρέπει να αποφεύγονται ή όταν αυτό δεν είναι δυνατόν να καταστέλλονται μέσω της «απαγκίστρωσης», αλλά και της κατασυκοφάντησης των «εξτρεμιστικών στοιχείων», που πρωτοστατούν σ’ αυτές. Αυτές οι κομματικές λογικές εφαρμόστηκαν στην πράξη εκ μέρους της ΚΝΕ στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, όπως θα θυμηθούμε στην συνέχεια.

Ο Γόντικας, όπως και το ΚΚΕ, γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει, σε συνθήκες άγριας καταστολής εκ μέρους του χούντας, να «σημαδεύονται» ως «προβοκάτορες» αγωνιστές, που βρίσκονται σε καθεστώς παρανομίας, όπως ο Διονύσης Μαυρογένης, τον οποίο «λησμονά» να αναφέρει, προφανώς, θεωρώντας τον το «υπόλοιπο» ενός «επιμέρους» δημοσιεύματος.

Δεν επρόκειτο, λοιπόν, για ένα άνευ αξίας και λόγου δημοσίευμα, αλλά για μια άθλια προβοκατορολογία, που στόχευε να παίξει συγκεκριμένο ρόλο και να καθορίσει με σημαντικό τρόπο την τυχόν συνέχεια των αντιδικτατορικών αντιδράσεων, οι οποίες μπορεί να μην ήταν δεδομένες, αλλά σίγουρα φάνταζαν εξίσου ανεξέλεγκτες για το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ, με το συγκεκριμένο δημοσίευμα, είτε αρέσει είτε δεν αρέσει, συμμετείχε ενεργά στην καταστολή των αντιφρονούντων, γεγονός το οποίο δεν μειώνεται στο ελάχιστο από την καταστολή που το ίδιο δέχθηκε τον Φλεβάρη του 1974.

Και κάτι ακόμη: μέσω της προβοκατορολογίας η ΚΝΕ αποποιείται των ευθυνών για την κατάληψη του Πολυτεχνείου, την ξεχωρίζει από τις κινητοποιήσεις των φοιτητών, δείχνει στην χούντα ότι οι κυρίως υπεύθυνοι είναι οι «άλλοι», μ’ ό,τι αυτό συνεπάγεται για την συνέχεια: «Σαν υπεύθυνη Συντονιστ. Επιτρ. Αγώνα του Πολυτεχνείου καταγγέλλουμε σ’ όλο το σπουδαστικό κόσμο, τη νεολαία και το λαό τις αφηνιασμένες προσπάθειες της χουντικής ΚΥΠ και των πληρωμένων πραχτόρων της να διαστρέφουν, απ’ την αρχή της μεγαλειώδικης εκδήλωσης μας του Πολ/χνείου, την πορεία και το περιεχόμενο της». Η «μεγαλειώδης εκδήλωση» διαστράφηκε από τα «αναρχικά στοιχεία», τόσον όσον αφορά την πορεία της (μετατράπηκε σε κατάληψη) όσο και όσον αφορά το περιεχόμενο (τα φοιτητικά αιτήματα έμειναν στην άκρη…).

Σύμφωνα με την ΕΣΑ, «από την πρώτην όμως ημέραν της καταλήψεως και του εγκλεισμού, αι οργανώτριαι παρατάξεις απώλεσαν τον έλεγχον της καταστάσεως, όστις περιήλθεν εις εξτρεμιστικά στοιχεία του Διεθνούς Αναρχισμού, άσχετα προς την ιδιότητα του φοιτητού ή σπουδαστού τού Πολυτεχνείου, άτινα διαπνεόμενα υπό μηδενιστικών αρχών, προέβησαν εις καταστροφάς των εγκαταστάσεων και εποπτικών οργάνων του Πολυτεχνείου, ως καεί λεηλασίας τοιούτων των ζημιών εκτιμωμένων περί το εν δισεκατομμύριον […] Οι αναρχικοί εκμεταλλευόμενοι την αδιανόητον αντίληψιν περί του ασύλου των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων υπό των πρυτανικών αρχών και της Συγκλήτου του Πολυτεχνείου, ως και την χλιαράν αντιμετώπισιν της όλης καταστάσεως υπό των αρμοδίων οργάνων της πολιτείας και ενθαρρυνάμενοι και υποκινούμενοι υπό παραγόντων του εξωτερικού (ραδιοσταθμών κλπ.) εξήλθον του χώρου του Πολυτεχνείου καεί προέβησαν εις εμπρησμούς, καταστροφάς και λεηλασίας ξένης ιδιοκτησίας, δημιουργήσαντες εικόνα Δεκεμβριανών εις το κέντρον των Αθηνών» (Ανακοίνωση της ΕΣΑ 11-12-1973).

Δεν πρόκειται, λοιπόν, για ένα «λάθος», μια «πολιτική αστοχία» ενός «ξεκομμένου» καθοδηγητικού Πυρήνα, δεν αποτελούσε μια «πρωτοβουλία» του συντάκτη γραμματέα της σπουδάζουσας της ΚΝΕ Κώστα Τζιαντζή. Βρίθει η ιστορία του ΚΚΕ από τις εκκαθαρίσεις των «διαφωνούντων» με την γραμμή του κόμματος, από τις εξοντώσεις αρχειομαρξιστών, τροτσκιστών και αναρχικών στο παρελθόν στον ελλαδικό χώρο. Αυτής της ιστορίας μέρος είναι τόσο το δημοσίευμα όσο και οι εμπνευστές του και όχι, φυσικά, μόνον ο αποθανών Κώστας Τζιαντζής και όσοι τον καθοδηγούσαν. Γι’ αυτό τον λόγο ο Δημήτρης Γόντικας δεν αφιέρωσε ούτε μια λέξη για τον Διονύση Μαυρογένη.

Ίσως  αποκατασταθεί και αυτός μετά θάνατον. Ποιος ξέρει;

Θα αναφερθούμε, τώρα, στην περιβόητη «Έκθεση και συμπεράσματα για τα γεγονότα του Νοέμβρη 1973» που εγκρίθηκαν στην 4η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ τον Ιούλιο του 1976.

Ας δούμε, και ας σχολιάσουμε ορισμένα διδακτικά εδάφια και πρώτα απ’ όλα σχετικά με την κατάληψη ως μορφή αγώνα:

«Η αδυναμία της πρόβλεψης των μορφών που μπορεί να πάρει αυτή η πάλη υπήρχε στην επεξεργασία και της γραμμής της ΚΝΕ. Αντίθετα, τονιζόταν, και μάλιστα έντονα (πράγμα που γενικά ήταν σωστό) ότι θα έπρεπε να αποφευχθούν οι περιπτώσεις ξεκομμένων ενεργειών του ΦΚ –και ειδικά με τη μορφή κατάληψης κτιρίων– κάτω από την επίδραση των αυθόρμητων και αριστερίστικων στοιχείων. Αυτό όμως είχε και την αρνητική του πλευρά, γιατί περιόριζε σε λειψό, καθολικά απορριπτικό προσανατολισμό την αντιμετώπισή τους. Τονιζόταν (σωστά): “όχι απρογραμμάτιστες ενέργειες, όχι καταλήψεις”. Δεν γινόταν όμως επεξεργασία συγκεκριμένων μεθόδων για τη θετική παρέμβασή μας σ’ οποιαδήποτε τέτοια ξεκομμένη ενέργεια, για την εξέλιξή της μέσα στα σωστά πλαίσια της ανάπτυξης της γενικότερης αντιχουντικής πάλης. Στην έλλειψη αυτή συντελούσε και κάποια υπερτίμηση των δυνάμεων μας μέσα στο ΦΚ

Μ’ άλλα λόγια, η «γραμμή» της ΚΝΕ ήταν σαφώς ενάντια στις καταλήψεις, που θεωρούνταν «ξεκομμένες» ενέργειες, που απορρίπτονταν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο. Το «πρόβλημα» που εντοπίζεται είναι η αδυναμία της ΚΝΕ να παρεμβαίνει με «επεξεργασμένες μεθόδους» όταν παίρνουν το «πάνω χέρι» τα «αριστερίστικα» ή «αυθόρμητα» στοιχεία. Και ο νοών νοείτο.

[…] Πρέπει να λεχθεί ότι η κατάληψη αποτέλεσε αιφνιδιασμό για τις καθοδηγήσεις του Κόμματος και της ΚΝΕ. Δεν ήσαν προετοιμασμένες να δουν τις μεθόδους παρέμβασής τους στα γεγονότα καθώς και τις μεθόδους συντονισμού της δράσης τους. Η ΚΟΑ και το Γραφείο του ΚΣ της ΚΝΕ είδαν καταρχήν την κατάληψη σαν μια επικίνδυνη περιπλοκή στην ανάπτυξη της αντιχουντικής πάλης. Η σκέψη τους ήταν κυρίως να πάρουν μέτρα για την άμεση απαγκίστρωση των φοιτητών από το Πολυτεχνείο και για εξέλιξη της εκδήλωσης σε αντι-δικτατορικές διαδηλώσεις προς μια ή περισσότερες κατευθύνσεις.[…] Για εκδηλώσεις όμως σαν κι αυτές δεν είχε προβληματιστεί –“για αγώνα σε τέτοια έκταση δεν υπήρχε ούτε καν σκέψη”.

Είχε μόνο προγραμματιστεί, μαζί με την ΚΝΕ, μια δημόσια εκδήλωση για το Γληνό στις αρχές Δεκέμβρη. “Τα γεγονότα μας έπιασαν απαράσκευους και μην προβλέποντας την έκτασή τους”. Το Γραφείο Κλιμακίου όχι μόνο δεν προέβλεψε τα συγκεκριμένα γεγονότα, αλλά ούτε μπόρεσε να τα παρακολουθήσει (και φυσικά, πολύ περισσότερο, να τα καθοδηγήσει), δεν ήξερε ούτε στην πορεία τους την έκταση που είχαν πάρει, αφού “ακόμα και την Παρασκευή το μεσημέρι είναι γεγονός ότι δεν πήγε το μυαλό μας πως τα γεγονότα θα έπαιρναν αυτή την εξέλιξη”. (Τα αποτελέσματα είναι από έκθεση, εκείνης της περιόδου, του Κλιμακίου)

Το μίσος και η μανία, λοιπόν, που εκδηλώθηκε αργότερα για τους «προβοκάτορες» είναι δικαιολογημένο, αφού «για αγώνα σε τέτοια έκταση δεν υπήρχε ούτε καν σκέψη». Η Έκθεση ομολογεί ότι το ΚΚΕ και η ΚΝΕ, όχι μόνο δεν προέβλεψαν στο ελάχιστο τα συνταρακτικά γεγονότα που ξέσπασαν, όχι μόνο δεν ήλεγχαν στο ελάχιστο τις εξελίξεις, όχι μόνο δεν μπορούσαν να καθοδηγήσουν ούτε καν τα μέλη τους, αλλά το μόνο που σκέφτονταν ήταν η «απαγκίστρωση». Δηλαδή, να καταστείλουν την εξέγερση που ήταν σε εξέλιξη, να στείλουν στα σπίτια τους τους συγκεντρωμένους, αφού δεν ήταν σε θέση ούτε να  παρακολουθήσουν τα γεγονότα πολύ περισσότερο να τα καθοδηγήσουν.

[…] Το Γραφείο του ΚΣ της ΚΝΕ έμαθε τα γεγονότα σχεδόν τυχαία την Πέμπτη το πρωί. Δεν εξασφαλίστηκε όμως άμεση επαφή ούτε με την ΚΟΑ, ούτε με το Γραφείο Κλιμάκων, ούτε με το Γραφείο Σπουδάζουσας της ΚΝΕ. Πρώτη του εκτίμηση ήταν ότι τα γεγονότα αποτελούν ανεύθυνη, ως ένα βαθμό, ενέργεια, έξω από τη γραμμή της οργάνωσης. […] Διάφορες θέσεις κατέβαιναν σα γραμμή της καθοδήγησης, χωρίς να μπορεί να εξακριβώσει κανείς τότε ποια ήταν η γνήσια. Το απόγευμα της Πέμπτης φτάνει στους συνδικαλιστές μια γραμμή που ζητούσε να ρίχνονται βασικά φοιτητικά αιτήματα, η οποία δεν «πιάνει” ούτε στα μέλη μας. Και όπου την υπερασπίστηκαν έτσι απόλυτα, ζημίωσε και είχε σαν αποτέλεσμα ορισμένα στελέχη της ΑντιΕΦΕΕ ν’ αποτύχουν στις εκλογές των γενικών συνελεύσεων. […]

Με άλλα λόγια, η «καθοδήγηση» δεν μπορούσε να πείσει ούτε τα μέλη της ΚΝΕ, η «γραμμή» είτε δεν έφθανε, είτε δεν έπειθε σχεδόν κανένα μέλος. Και το χειρότερο για την «πρωτοπορία» του φοιτητικού κινήματος; Όταν τα μέλη υπερασπίζονταν ανοικτά την «γραμμή» δεν κατόρθωναν να εκλεγούν στις εκλογές των γενικών συνελεύσεων…

[…] Η “κατάληψη” απέξω έδινε εντύπωση, τότε ακόμα, εξτρεμισμού. Τα αριστερίστικα συνθήματα επικρατούσαν. Γίνονταν προκλήσεις σε αστυνομικούς. Οι χειρόγραφες προκηρύξεις (τρυκ, κλπ.), καθώς και οι πολυγραφημένες, είχαν προωθημένα και αριστερίστικα συνθήματα. Ήσαν, οπωσδήποτε, πρόχειρα και πολλά αυτοσχέδια. Έτσι, εκτιμήθηκε ότι πρόκειται για μια ανεύθυνη και βιαστική κίνηση με έντονο το αριστερίστικο στοιχείο, που ήταν, ως ένα βαθμό, έξω από τη γραμμή της οργάνωσης, η οποία εκείνο τον καιρό, γενικά ήταν κατά των καταλήψεων και των βιαστικών και απρογραμμάτιστων ανοιχτών εκδηλώσεων. […]».

Η κατάληψη έδινε την εντύπωση «εξτρεμισμού» στο Κόμμα επειδή «τον καιρό εκείνο γενικά ήταν κατά των καταλήψεων» και βέβαια «των απρογραμμάτιστων ανοιχτών εκδηλώσεων». Απρογραμμάτιστων από το ΚΚΕ άρα και «ανεύθυνων»…

Σαν να μην πέρασε μια μέρα…

Συσπείρωση Αναρχικών

Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.235, Μάρτιος 2023

Both comments and trackbacks are currently closed.
Αρέσει σε %d bloggers: