Ο Γιώργος στην συνέχεια συμμετέχει τον Ιούλιο του 1985 στην εκδοτική ομάδα της Αντιεξουσιαστικής εφημερίδας Δοκιμή (1985-1987), μια χρονιά που σημαδεύεται από την δολοφονία του αντικρατιστή αντάρτη πόλης Χρήστου Τσουτσουβή σε ένοπλη συμπλοκή στου Γκύζη, αλλά και από την εν ψυχρώ δολοφονία του 15χρονου Μιχάλη Καλτεζά στα Εξάρχεια ύστερα από επίθεση με μολότοφ σε κλούβα των ΜΑΤ. Στην συνέχεια ο Γιώργος Βλασσόπουλος συμμετέχει, για μικρό διάστημα, στην αναρχική εφημερίδα Αναρχία (1987) και στην Ένωση Αναρχικών, απ’ όπου αποχωρεί με ομάδα συντρόφων μαζί με τους οποίους (και άλλους) συγκροτείται στις 9 Γενάρη 1988 η Συσπείρωση Αναρχικών (στην οποία παραμένει μέχρι και το θάνατό του), και εκδίδεται η εφημερίδα Ενάντια (δημιουργείται το σχήμα Ενάντια με συμμετοχή αναρχικών ομάδων εκτός της Συσπείρωσης Αναρχικών, από την Πάτρα, την Καβάλα και τα Ιωάννινα). Μετά την διάλυση του σχήματος Ενάντια, και τη διάσπαση της Συσπείρωσης Αναρχικών εκδίδεται (από την Συσπείρωση Αναρχικών) στα τέλη του 1990 η εφημερίδα Εξέγερση, αλλά και το περιοδικό Αναρχική Θεώρηση. Το 1991 δημιουργείται η Συνεργασία Αναρχικών Ομάδων για την Κοινωνική Αλληλεγγύη και την Πολύμορφη Δράση στην οποία συμμετέχουν δεκάδες αναρχικές-αντιεξουσιαστικές ομάδες, συλλογικότητες και πυρήνες, ενώ το 1993 δημιουργείται και η Αναρχική Αρχειοθήκη, με την λειτουργία του Αρχείου Κοινωνικών Αγώνων, και την πραγματοποίηση δεκάδων εκδόσεων.
Το 1995, κατόπιν εισβολής των κατασταλτικών δυνάμεων στο χώρο του Πολυτεχνείου ξημερώματα 18ης Νοεμβρίου, συλλαμβάνεται μαζί με άλλους 514 καταληψίες. Η στοχοποίηση προσωπικά του ιδίου, αλλά και της Συσπείρωσης Αναρχικών από το ΚΚΕ είναι αφιονισμένη. Στις δίκες που ακολουθούν, βρίσκεται ανάμεσα στους 7 συλληφθέντες, των οποίων το δικαίωμα έφεσης δεν έχει ανασταλτικό χαρακτήρα. Αποφεύγει την σύλληψη, συλλαμβάνεται όμως το 1998 και φυλακίζεται για σαράντα μέρες στις φυλακές Χίου, όπου κατά την διάρκεια της κράτησής του ξεσπά εξέγερση κρατουμένων. Το 2002 συμβάλλει στην δημιουργία και την έκδοση της Μηνιαίας αναρχικής εφημερίδας Διαδρομή Ελευθερίας, όπου συμμετέχει πλήθος αναρχικών ομάδων. Από την ίδρυση της Συσπείρωσης Αναρχικών μέχρι τον θάνατό του ο Γιώργος Βλασσόπουλος συμμετείχε σε εκατοντάδες εκδηλώσεις, συζητήσεις, παρεμβάσεις, πορείες, παραμένοντας ένας ακούραστος και φλογερός αναρχικός μαχητής μέχρι το τέλος.
Παράλληλα «αναρτάται» στο ίντερνετ μία από τις πρώτες αναρχικές ιστοσελίδες στον ελλαδικό χώρο, το «Anarchy.gr» και στις 14 Νοεμβρίου του 2009 ακολουθεί το blog «ΑΝΑRCHY PRESS.GR».
Ο Γιώργος ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για την παρουσία του αναρχικού λόγου στο διαδίκτυο. Στο εκδοτικό σημείωμα του ANARCHY.PRESS αναφέρεται εκτός των άλλων:
«Ως αναρχικοί/ες θεωρούμε πως η αλήθεια και η αποστασιοποιημένη κατάθεση των γεγονότων είναι αναπόσπαστα στοιχεία της αναρχίας για την οποία αγωνιζόμαστε. Γι’ αυτό το λόγο θέλουμε να δυναμώσουμε, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, αυτόν τον ουσιαστικό παράγοντα που υποβοηθά την συνολικότερη διεργασία προς την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση»
«Αργοπεθαίνει
όποιος εγκαταλείπει την ιδέα του πριν καν την αρχίσει,
όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει
ή δεν απαντά όταν τον ρωτάν για όσα ξέρει.
Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις,
όταν θυμόμαστε πάντα πως για να ’σαι ζωντανός
χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη
από το απλό αυτό δεδομένο της αναπνοής».
Πάμπλο Νερούντα
Ο Γιώργος ήταν ένας αναρχικός αγωνιστής, που πίστευε πάντα με πάθος ότι δεν πρέπει να μένουμε αλυσοδεμένοι σε δόγματα και ιδεολογίες, ακινητοποιημένοι και ταξινομημένοι στο κινηματικό μαντρί και σε κάθε είδους εξουσιαστικό περιβάλλον για να γίνουμε πιο πολλοί. Ήταν αδιαπραγμάτευτα ειλικρινής και ντόμπρος, χωρίς να υπολογίζει στο ελάχιστο τις συνέπειες, όταν εξέφραζε την γνώμη του, πάντα χωρίς περιστροφές και φιοριτούρες: «Να μην κάνεις πολιτική, να μην προσπαθείς να κερδίσεις φιλίες κολακεύοντας, να μην αποσιωπάς γεγονότα, να μοιράζεις και να μοιράζεσαι την αλήθεια κι όλα αυτά να σε φέρνουν πολλές φορές αντιμέτωπο με τις ‘‘σεβαστές πλειοψηφίες’’, σημαίνει πως προσπαθείς συνειδητά να βοηθήσεις τους ανθρώπους να ελευθερωθούν».
Οι κούφιες ρητορείες των αμφιθεάτρων, οι αριστεροί κόλακες της μεταπολίτευσης, δεκανίκια άξια της εξουσίας, οι χρησιμότεροι, οι καθοδηγητάδες, τα κομματικά οφίτσια δεν ήταν απλά αποκρουστικά σε αγωνιστές, όπως ο Βλασσόπουλος, αλλά πρώτα απ’ όλα βαθιά ανταγωνιστικά απέναντι στις ιδέες που υιοθέτησε ατομικά και συλλογικά. Διάβηκε το κατώφλι κάθε εποχής με μια βαθιά πεποίθηση της συνέχειας, της αγωνιστικής παράδοσης, όλων εκείνων των αγώνων που προηγούνταν, αγώνων που τίμησε ανοίγοντας καινούργιους δρόμους αναδεικνύοντας τις δυνατότητες της ανεξέλεγκτης δράσης.
Συνέβαλλε μ’ ανεκτίμητο τρόπο στην ανάδειξη των βαθιών ριζών των αναρχικών ιδεών, επιχειρηματολογούσε ακούραστα για τους λόγους για τους οποίους οι αναρχικοί δεν οφείλουν να μάχονται με δανεικές απόψεις, αλλά να προχωρούν κατανοώντας βαθιά τα «λάθη» του παρελθόντος (λόγου χάριν της περιόδου της ισπανικής κοινωνικής επανάστασης). Συνεχώς παρατηρούσε ότι η συνεχής επανάληψη των ιστορικών λαθών σε μεγάλη ή περιορισμένη κλίμακα μοιραία θα έχει ακόμα πιο οδυνηρά αποτελέσματα από το παρελθόν, βάζοντας συνεχώς εμπόδια στο όραμα και το πάθος των ανθρώπων για μια ελεύθερη και ανεξούσια διαβίωση.
Προσπαθούσε συνεχώς να μεταδώσει εμπειρίες, ώστε να αποφεύγεται η σύγχυση, η ιδεοληψία και η εγκόλπωση ετοιματζίδικων συνθημάτων και προταγμάτων, όπως η αυτοοργάνωση ή άμεση δημοκρατία: «Το χρυσωμένο χάπι σ’ όλη αυτή την φαντασμαγορία των λέξεων είναι η αντιιεραρχία και οι συλλογικές αποφάσεις. Αντιιεραρχία, όμως, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση έλλειψη εξουσίας. Επειδή, εκτός από την ιεραρχική (κάθετη) άσκηση της εξουσίας, υπάρχουν και οι οριζόντιες εφαρμογές της (καθώς και πολλές ακόμη παραλλαγές). Αυτές είναι δυνατόν να σχετίζονται με ομόκεντρους ή τεμνόμενους κύκλους ή ακόμα και με σημεία που βρίσκονται εντός ή εκτός των διαφόρων κύκλων και συνδέονται με αυτούς με …διάφορες ευθείες».
Απέναντι στον παραγοντισμό και τους παραγοντίσκους του «χώρου» προέτασε πάντα την δουλειά μυρμηγκιού, μακριά από την γνωστή ακτιβίστικη κατανάλωση δυνάμεων προς δόξαν του κινήματος.
Όπως έγραφε χαρακτηριστικά: «Αλήθεια δε, είναι η αποτύπωση με λόγια και έργα (γραπτά και άλλα) των γεγονότων που έχουν συμβεί και τα οποία αποσκοπούν στην διατήρηση της ατομικής, της συλλογικής, αλλά και της οικουμενικής μνήμης. Από αυτή την άποψη η αλήθεια έχει σχέση με την αποτύπωση της πραγματικότητας («Ελευθέρου ανδρός εστίν αεί τ’ αληθή λέγειν») με όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαρο τρόπο».
Διέθετε μια ασυνήθιστη πνευματική ρώμη, ακάματος, εργατικός, με μια ακατάπαυστη αγωνία να μην χάσουμε χρόνο, να σχεδιάσουμε τα επόμενα βήματα, να προλάβουμε να υλοποιήσουμε την επόμενη έκδοση, να συμβάλλουμε στον πολύμορφο αγώνα, χωρίς να αναλωνόμαστε άσκοπα δραστηριοποιούμενοι στα ελάσσονα ζητήματα.
Μεθοδικός στην καταγραφή, στην συλλογή αρχειακού υλικού με εφαλτήριο το πάθος του για την μελέτη και την γλώσσα, την συνεχή αναζήτηση της μη τυποποιημένης, αλλά πλατιάς γνώσης και βέβαια την ακόρεστη επιθυμία του για καινούργιες εκδόσεις, για ατελείωτες συζητήσεις, που εμβάθυναν συνεχώς τις αναρχικές ιδέες. Άλλο τόσο ευδιάκριτη ήταν η ευθυκρισία του, η σε βάθος ικανότητα θεωρησιακής κατανόησης ζητημάτων, ικανότητα που συνέβαλε στην άμεση και συλλογική απεμπλοκή από διαδικασίες ανταγωνιστικές με τις αναρχικές προοπτικές. Η συνέπεια και η εμμονή στις απελευθερωτικές διεργασίες στις οποίες προέτρεπε ατομικά και συλλογικά έρχονταν πάντα σε πλήρη αντίθεση με τις αφομοιωτικές διαδικασίες προβολής αιτημάτων, ακόμη και των πιο ριζοσπαστικών, που στην ουσία αποδέχονται και αναγνωρίζουν τους όρους του συστήματος κυριαρχίας και εκμετάλλευσης.
Ιδιαίτερη προσοχή έδινε πάντα στο ζήτημα του «αντιφασισμού»: «Οι αναρχικοί σε καμία περίπτωση δεν ζητούν από το κράτος να περιορίσει τους φασίστες, να απαγορεύσει πορείες τους και να κλείσει τα όποια γραφεία τους. Γιατί όταν εγκαταλείπεσαι στο κράτος και τη δημοκρατία και ζητάς να ‘‘κλείνει γραφεία’’ πρόκειται για την πεμπτουσία της αποθέωσης του κρατισμού». Ο Γιώργος επέμενε στην θέση ότι παρ’ ότι στον κοινωνικό ανταγωνισμό δεν υπάρχουν ευθύγραμμες καταστάσεις, η συνέπεια και η προσήλωση στις απελευθερωτικές διεργασίες δεν αποτελούν «σεχταρισμό» (μια έννοια άλλωστε που προέρχεται από κομματικές και ολοκληρωτικές συνθήκες), αλλά μια ουσιαστική συμβολή στην ανάδειξη των δυνατοτήτων των ανθρώπων να αγωνιστούν μακριά από κάθε είδους κηδεμόνευση, για την επαναοικειοποίηση της αναρχίας.
Ανέδειξε με κάθε τρόπο την ουσιαστική καθαρότητα των αναρχικών ιδεών τις οποίες εμβάθυνε ατομικά και συλλογικά με την ανάλυση, την εμπειρία και την σύνθεση, αποστρεφόμενος τις μασημένες τροφές και οιαδήποτε επιφανειακή προσέγγιση: «Όταν όμως εμείς ως αναρχικοί μιλάμε για απελευθέρωση δεν έχουμε στο μυαλό μας κανενός είδους κομμουνιστικό μοντέλο ‘‘απελευθέρωσης’’ των ανθρώπων. Άλλωστε, τόσο το μαρξιστικό κομμουνιστικό μοντέλο, όσο και οι διάφορες προσμίξεις και παραλλαγές του, που έχουν σαν συνθετικό την λέξη ‘‘αναρχο’’, εμπεριέχουν την εξουσία».
Πίστευε βαθιά στην ριζωμένη ανάγκη κάθε ανθρώπου για ελευθερία, φθάνει αυτή να αφυπνιστεί, να εξουδετερώνει τα κάθε λογής εξουσιαστικά δεσμά. Είχε μια ιδιαίτερη υπερηφάνεια πρώτα απ’ όλα σαν άνθρωπος, μιλούσε και έγραφε για την αγριότητα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, που παραμερίζει τα ψίχουλα που μοιράζει η εξουσία, που αποστρέφεται τις παραχωρήσεις, μικρές ή μεγάλες, τις θέσεις και τα προνόμια, που μοιράζουν αφειδώς οι εξουσιαστές. Έγραφε χαρακτηριστικά για το ζήτημα των φυλακών: «ο φυλακισμένος που εξεγείρεται ενάντια στο σύστημα βασανισμού του, είναι δυνατόν να αναγκάσει την εξουσία (εφ’ όσον υπάρξει και η αντίστοιχη κινητοποίηση στη βάση της κοινωνικής αλληλεγγύης, που βγαίνοντας στους δρόμους δημιουργεί συνθήκες που αναγκάζουν σε υποχώρηση το κράτος) να πραγματοποιήσει κάποιες μικρές αλλαγές που ενδεχομένως να ανακουφίσουν τους φυλακισμένους από την κατάσταση στην οποία βρίσκονται. Αυτό δεν εμποδίζει σε τίποτε να ανακληθούν αργότερα με την πρώτη δικαιολογία είτε αυτούσια, είτε με την επιβολή άλλου τύπου συνθηκών βασανισμού και καταστολής, οι οποίες θα έχουν φανταχτερό περιτύλιγμα, αλλά θα πλήττουν ακόμα πιο οδυνηρά την ανθρώπινη φύση. Ο βασανισμός μέσω του σωματικού πόνου μπορεί κάλλιστα να αντικατασταθεί από τον επιστημονικό, ο οποίος είναι ικανός να διαλύσει κυριολεκτικά τον άνθρωπο που θα τον υποστεί».
Και βέβαια, δεν έπαψε ποτέ να καταδεικνύει την αναγκαιότητα του αναρχικού αγώνα ενάντια στις εξαρτήσεις που προκαλούνται από κάθε λογής ουσίες και βέβαια στα γνωστά πογκρόμ ενάντια σε εξαρτημένους στην πλατεία Εξαρχείων: «ο κυριλάτος, που δεν προκαλεί την δυσαρέσκεια κανενός περίγυρου και ο ‘‘συγκρατημένος’’, που χρησιμοποιεί ‘‘ευγενείς’’ ουσίες νάρκωσης, δεν καταστρέφουν καμιά βιτρίνα και δεν προκαλούν φοβερές συνθήκες ‘‘υποβάθμισης’’. Είναι όμως διαπιστωμένο πως κάνουν πολύ πιο συστηματική δουλειά στον τομέα της προώθησης της νάρκωσης. Το ίδιο συμβαίνει και με τον καλοντυμένο που εμπορεύεται και διακινεί ουσίες σε διάφορους χώρους, από τα πιο αναβαθμισμένα μαγαζιά μέχρι και τις συναυλίες. Κανείς δεν θα τον κυνηγήσει όπως θα κάνει με το βαποράκι της όποιας πλατείας. Άλλωστε, όπως είναι γνωστό, τα μεγαλύτερα εγκλήματα γίνονται από τους «αφανείς» και τους «αποδεκτούς».
Βαθιά συγκρουσιακός ενάντια σε κάθε μορφή εξουσίας και εκμετάλλευσης ήταν πλήρως αποστασιοποιημένος από κάθε πολιτική δράση, επομένως και από εκφράσεις πολιτικής βίας, η οποία θεωρούσε ότι αφ’ ενός υπόκειται σε κανόνες που ορίζει η εκάστοτε εξουσία και αφ’ ετέρου, όπως έγραφε χαρακτηριστικά: «η πολιτική επαναστατική βία αναζητά πολιτικό εκφραστή, μια δομή, θεσμισμένη επίσημα ή σιωπηλά. Πρόσκαιρα, εφ’ όσον δεν υπάρχει, θα τον αναζητήσει μέσα από ιδεολογικές ή πολιτικές διασυνδέσεις με υπάρχοντες εξουσιαστικούς φορείς ή με παράγοντες αυτών των φορέων. Οι πρακτικές πολιτικής βίας είναι αναμενόμενο να προκαλέσουν ένα κλίμα ευαρέσκειας σε διάφορους πολιτικούς μηχανισμούς, που θα επιδιώξουν να επωφεληθούν και να αποκτήσουν διασυνδέσεις. Αυτή η κατάσταση θα τους δώσει την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν την επαναστατική πολιτική βία σε βάθος χρόνου». Αντίθετα θεωρούσε ακράδαντα ότι η πολύμορφη απελευθερωτική δράση έχει σχέση με πρακτικές που δεν ελέγχονται και δεν ετεροκαθορίζονται και υπό αυτό το πρίσμα έχει σημασία η ανάδειξη και ενδυνάμωση της κοινωνικής και αντικρατικής βίας.
Θεωρούσε την Αναρχία τρόπο ζωής και ακατάπαυστης δράσης, και έζησε μ’ αυτόν ακριβώς τον τρόπο. Δεν εγκατέλειπε ποτέ ένα σχέδιο, ήταν αθεράπευτα οργανωτικός και επομένως συνεπής και για τον λόγο αυτό αποστρεφόταν κάθε είδους ασυνέπεια, προχειρότητα, παρεϊσμούς και βέβαια τυχοδιωκτισμό, που οδηγούσαν πάντα και με μαθηματική ακρίβεια στην διάλυση, στις «παραμελημένες» ευκαιρίες, στην απογοήτευση και τελικά στην ανάθεση σε κάθε είδους ειδικούς και κόμματα. Ο Γιώργος, όπως άλλωστε και η Συσπείρωση Αναρχικών, θεωρούσε, διαχρονικά και δίχως παρέκκλιση, ότι: η αλήθεια δεν μπορεί να έχει οδηγό την μνησικακία, το ψέμα δεν είναι δυνατόν να απελευθερώνει, ότι οι νετσαγεφικές κατηχήσεις και διδαχές για εκβιασμό των «διστακτικών» και εξαπάτηση των «μυημένων», οι διαβεβαιώσεις των ίδιων «διδαχών» ότι κάθε καταπιεσμένος άνθρωπος μπορεί να αποτελέσει όργανο των μυημένων επαναστατών είναι απλά αποκρουστικές και θλιβερές.
Τον Νοέμβριο του 2002, στην Διαδρομή Ελευθερίας (φ. αρ. 8) δημοσιεύεται ένα πολυσέλιδο άρθρο-ντοκουμέντο που έγραψε ο Γιώργος, με τίτλο «Τα γεγονότα που οδήγησαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, όπως τα έζησε ένας προβοκάτορας». Στην εισαγωγή του κειμένου διαβάζουμε τα παρακάτω λόγια: «Το να ζει κανείς μέσα σε μια εξέγερση είναι κάτι ανεπανάληπτο, κάτι που δεν μπορεί να περιγραφεί. Κι αυτό το συναίσθημα δεν μπορούν να το καταλάβουν όσοι την εξορκίζουν και την πολεμούν, γιατί τα ανθρώπινα αντανακλαστικά τους έχουν διαβρωθεί, ατονήσει ή μεταλλαχθεί μέσα από τη συνεχή τριβή, επαφή ή συγχώνευση με τις λογικές της εξουσίας. Μερικές φορές έχει σημασία ακόμα και το ποιος θ’ ανάψει το σπίρτο ή θα δημιουργήσει τη μικρή σπίθα για να απλωθεί η φλόγα της ανθρώπινης επιθυμίας και δημιουργικότητας».
Αυτή η φλόγα δεν έσβησε ποτέ από μέσα του, αυτή η φλόγα καίει ακατάπαυστα στα λόγια του, στα γραπτά του.
ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΦΛΟΓΑ
ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΣΕ ΝΑ ΣΒΗΣΕΙ ΚΑΜΙΑ ΕΞΟΥΣΙΑ,
ΟΥΤΕ ΚΑΙ Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥ…
ΘΑ ΤΟΝ ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ
Συσπείρωση Αναρχικών
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 220, Νοέμβριος 2021