Κένυα: Η εξέγερση των Kikuyu, 1952-1956

Μια σύντομη αναφορά στην εξέγερση της φυλής των Κικούγιου ενάντια στη Βρετανική Αυτοκρατορία στην Κένυα, η οποία κατεστάλη βίαια από την αποικιακή διοίκηση.

kikuyiou-1Η εξέγερση των Κικούγιου ξέσπασε το 1952 ως αντίδραση στις ανισότητες και τις αδικίες των βρετανικών αρχών και των λευκών εποίκων. Η απάντηση της αποικιοκρατικής διοίκησης ήταν μια σκληρή καταστολή των επαναστατών, με αποτέλεσμα πολλούς θανάτους. Το 1956 η εξέγερση είχε ουσιαστικά καταρρεύσει, αλλά η έκταση της και η απίστευτης βαναυσότητας αντίδραση του βρετανικού καθεστώτος –από τις αιματηρότερες συγκρούσεις στην ιστορία της βρετανικής αποικιοκρατίας– συνέβαλλαν στην ανεξαρτησία (sic!) της Κένυας το 1963[1].

Σύντομο ιστορικό

Η βρετανική αποικιακή παρουσία στην Κένυα άρχισε στα τέλη του 19ου αιώνα, ως μέρος μιας τάσης κατάληψης της επικράτειας της Αφρικανικής Ηπείρου από τα ευρωπαϊκά έθνη που έγινε γνωστή ως η Κατάκτηση της Αφρικής. Η περιοχή, σήμερα γνωστή ως Κένυα, ήταν προηγουμένως υπό τον έλεγχο του σουλτάνου της Ζανζιβάρης, αλλά μετά από την πίεση των Βρετανικὠν στρατεμάτων, αναγκάστηκε να την παραδώσει στη Βρετανική Αυτοκρατορία, καθώς και τη γειτονική Τανγκανίκα στη Γερμανία. Συμφωνίες σχετικά με τις περιφέρειες που διεκδικούν οι Ευρωπαίοι αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στη Διάσκεψη του Βερολίνου 1884-’85, με τους Βρετανούς να αποκτούν τον έλεγχο των περισσότερων ακτών της Ανατολικής Αφρικής. Από το 1890 περίπου, οι Βρετανοί άρχισαν να μετακινούνται στο εσωτερικό, ελπίζοντας να αποκτήσουν πρόσβαση στα γόνιμα ορεινά και να προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια για την Ουγκάντα, η οποία είχε επίσης διεκδικηθεί ως βρετανική αποικία.

Για να διευκολύνουν τα σχέδια τους, κατασκευάζουν μια σιδηροδρομική γραμμή από τη Μομπάσα προς το Κισούμου, χρησιμοποιώντας ινδούς εργάτες, ενώ αποστέλλονται βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις για να καταστείλουν οποιαδήποτε αντίσταση από τις φυλές που ζουν στα κεντρικά οροπέδια –κυρίως τους Maasai, τους Kikuyu και τους Kamba. Η απάντηση από τον ιθαγενή πληθυσμό της Αφρικής αρχικά αναμειγνύεται μεταξύ εχθρότητας και καλωσορίσματος. Εν τούτοις, οι βρετανικές επιδείξεις δύναμης που σκόπευαν να εκφοβίσουν τους ντόπιους με σκοπό την υποταγή, όπως οι χωρίς λόγο εκτελέσεις Αφρικανών, οδήγησαν γρήγορα στη μεταστροφή της οποιασδήποτε φιλοξενίας από εκείνους που ζούσαν στο εσωτερικό σε έχθρα. Παρ’ όλο που οι Maasai απέφευγαν γενικά την στρατιωτική αντιπαράθεση με τους Βρετανούς οι Kikuyu προσπάθησαν να προβάλλουν κάποια αντίσταση στην εισβολή των αυτοκρατορικών δυνάμεων στη γη τους.

Αυτή η αντίσταση αντιμετωπίστηκε με βιαιότητα από τους αποικιοκράτες, οι οποίοι προχώρησαν σε εκτελέσεις και σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των Kikuyu και των Kamba. Ένας άλλος στόχος των επιχειρήσεων αυτών ήταν η εξεύρεση Αφρικανών πρόθυμων να συνεργαστούν με τους Βρετανούς, με αντάλλαγμα θέσεις εξουσίας. Τα κατασταλτικά αυτά μέτρα, σε συνδυασμό με την πείνα και τις ασθένειες που εξαπέλυσαν στην περιοχή κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, είχαν ως αποτέλεσμα σημαντικές απώλειες ζωών αλλά και της γης των αυτοχθόνων ανθρώπων. Μια επιδημία της πανώλης των βοοειδών, μια ασθένεια που έπληξε σοβαρά τα ζώα, συνέβαλε σημαντικά στον αφανισμό του τοπικού πληθυσμού.

Η άφιξη των Ευρωπαίων εποίκων το 1903 στην εύφορη γη των υψιπέδων της βρετανικής αποικίας πρόσθεσε περισσότερα προβλήματα στους αυτόχθονες. Ενώ ο αριθμός των λευκών μεταναστών ήταν στην αρχή σχετικά μικρός, απαίτησαν μια δυσανάλογα μεγάλη έκταση γης, η πλειοψηφία της οποίας ανήκε στους Αφρικανούς. Το βρετανικό καθεστώς προχώρησε σε ανακατανομή, απαλλοτριώνοντας γόνιμη γη από τους ντόπιους, προκειμένου να την παραδώσουν σε λευκούς αγρότες, οι οποίοι μετακόμισαν κυρίως από τη Βρετανία ή τη Νότια Αφρική. Αυτή η διαδικασία καθόρισε τις σχέσεις μεταξύ των Ευρωπαίων και των αυτοχθόνων Κενυατών για το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Ο νόμος του 1915, περί εκτάσεων γης, εξάλειψε τα λίγα εναπομείναντα δικαιώματα των γηγενών κατοίκων, ολοκληρώνοντας μια διαδικασία που ουσιαστικά τούς μετέτρεψε σε γεωργούς εργάτες, εκδιώκοντας τους από την ίδια τους τη γη.

Η εισροή των εποίκων αυξήθηκε απότομα μετά το τέλος του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, καθώς η βρετανική κυβέρνηση ανέλαβε ένα σχέδιο για την εγκατάσταση πολλών πρώην στρατιωτών στην περιοχή. Δεκάδες χιλιάδες έποικοι απέκτησαν μεγάλες περιουσίες καλλιεργώντας καφέ και τσάι. Μάλιστα, για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους, όχι μόνο κατέλαβαν εδάφη που χρησιμοποιούνταν για αιώνες από διάφορες φυλές (όπως οι Maasai) αλλά πίεσαν και πέτυχαν την απαγόρευση της καλλιέργειας του καφέ από τους ιθαγενείς.

Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η Κένυα έγινε σημαντική βάση για τις επιχειρήσεις του βρετανικού στρατού εναντίον της Ιταλίας. Πάνω από 100.000 Κενυάτες αξιωματικοί και στρατιώτες συμμετείχαν στις επιχειρήσεις. Η επιστροφή τους στην Κένυα μετά τον πόλεμο αποτέλεσε τον πυρήνα μιας νέας τάξης εξευρωπαϊσμένων Κενυατών με συγκεκριμένα συμφέροντα. Από την άλλη, μετά το τέλος του πολέμου, αυξήθηκε επίσης και ο αριθμός των βρετανών εποίκων κατά περίπου 8.000, ανεβάζοντας το σύνολο σε περίπου 40.000. Και βέβαια, συνεχίζονται οι κατασχέσεις γης και η απόδοση τους στους εποίκους. Υπολογίζεται ότι περίπου 100 τετραγωνικά μίλια παραχωρήθηκαν στους έποικους. Έτσι, το 1921, σε μια πρώτη προσπάθεια αντίστασης, δημιουργείται από τους αυτόχθονες η οργάνωση East African Association (EAA), η οποία απαγορεύεται το επόμενο έτος, ενώ πολύ αργότερα, το 1942, θα εμφανιστεί η Kenyan African Union (KAU), η οποία θα ακολουθήσει το δρόμο της διαπραγμάτευσης με τους Βρετανούς.

Εν τω μεταξύ, ο πληθυσμός των Κικούγιου ανέρχεται ήδη στο ένα εκατομμύριο και αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς. Εκατοντάδες χιλιάδες από αυτούς ζουν σε άθλιες συνθήκες σε παραγκουπόλεις γύρω από το Ναϊρόμπι, εκδιωγμένοι από τη γη τους και με ελάχιστες πιθανότητες απασχόλησης. Το αντίθετο συμβαίνει στους Ευρωπαίους και τους Ινδούς, οι οποίοι απολαμβάνουν ένα εμφανές επίπεδο πλούτου. Τα ίδια συμβαίνουν και στην επαρχία, όπου περίπου 3.000 ευρωπαϊκές οικογένειες κατέχουν περισσότερη γη από ό,τι ένα εκατομμύριο Κικούγιου.

Αυτή η κατάσταση, που κορυφώνει δεκαετίες κακομεταχείρισης και καταπίεσης υπό την βρετανική κυριαρχία, δημιούργησε έντονη δυσαρέσκεια, η οποία με τη σειρά της τροφοδότησε τα διάφορα κενυάτικα εθνικιστικά κινήματα και τελικά οδήγησε την λεγόμενη εξέγερση των Mau Mau. Το όνομα «Μάου Μάου» δεν σημαίνει τίποτε στη γλώσσα των Κικούγιου. Οι περισσότεροι συγγραφείς αποδίδουν την ονομασία της εξέγερσης στις αποικιακές αρχές. Κάποιοι αναφέρουν ότι ίσως δόθηκε αυτό το όνομα από αναγραμματισμό ενός συνθήματος που φώναζαν οι αυτόχθονες στους αποικιοκράτες: «UMA UMA» (=Get Out!, Φύγετε-Φύγετε!) Σε μια απόφαση της αποικιακής διοίκησης του 1950 αναφέρεται ότι απαγόρευσαν μια μυστική οργάνωση με το όνομα «Ένωση Μάου Μάου». Αυτό όμως που επρόκειτο να αντιμετωπίσουν δεν ήταν μια οργάνωση, αλλά μια επανάσταση της οποίας οι πιο άγριες εκδοχές (πιο άγριες από αυτές των αποικιοκρατών;) πήραν το όνομα Μάου Μάου.

Το λεγόμενο Κίνημα των Mau Mau εμφανίζεται

kikuyiou-2Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, ένα κομμάτι δυσαρεστημένων Kikuyu αρχίζουν να διαχωρίζονται από εκείνους που αγωνίζονται για συνταγματική μεταρρύθμιση. Το συνταγματικό κόμμα Kenya African Union (KAU) υπό την ηγεσία του Jomo Kenyatta δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στα νέα κοινωνικά αιτήματα. Ύστερα από μια αποτυχημένη απεργία στο Ναϊρόμπι, οι επιθέσεις εναντίον αγροκτημάτων εποίκων και κυβερνητικών κτιρίων, αλλά και οι δολοφονίες «πιστών» στους Βρετανούς Αφρικανών από αντάρτες που έχουν τα κρησφύγετά τους στα δάση της κεντρικής Κένυας, γίνονται ολοένα και συχνότερες. Πολύ σύντομα οι αποικιακές αρχές κηρύσσουν την αποικία σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Αυτοί οι Αφρικανοί ήταν γενικά Kikuyu, τους οποίους οι αποικιοκράτες μετονόμασαν σε «καταπατητές»(!) (squatters) στην ίδια τους τη γη, με νόμους που εισήγαγαν οι Βρετανοί, και είναι όλοι οι απογοητευμένοι από τη συντηρητική αλλαγή που υιοθέτησαν οργανώσεις όπως η KAU. Αντ’ αυτού, είναι διατεθειμένοι να καταφύγουν σε βία για να επιτύχουν τους στόχους τους και στα χρόνια που προηγήθηκαν της εξέγερσης πραγματοποίησαν μια σειρά επιθέσεων μικρής κλίμακας και σαμποτάζ στην ευρωπαϊκή περιουσία. Οι εν λόγω μαχητές καταφέρνουν να εδραιώσουν γρήγορα την υποστήριξή τους τα υψίπεδα της Κένυας, χρησιμοποιώντας μια εκστρατεία ορκωμοσίας για τη δέσμευση όσων είναι πρόθυμοι προς τoν αντιαποικιακό σκοπό. Το κίνημα που προέκυψε έγινε γνωστό ως Mau Mau, ονομασία που του δόθηκε από τους αποικιοκράτες. Καθώς αυξάνεται το κίνημα Mau Mau, τα πιο μετριοπαθή στοιχεία μεταξύ των Κενυατών παρασύρονται από τη λαϊκή πίεση, το ίδιο συμβαίνει και σε πολλές οργανώσεις της KAU, οι οποίες υιοθετούν μια πιο ριζοσπαστική θέση. Μια Κεντρική Επιτροπή αγωνιστών Kikuyu στο Ναϊρόμπι κατευθύνει χαλαρά το κίνημα Mau Mau. Παρά την συνειδητοποίηση της αύξησης του κινήματος, οι κυβερνήσεις και οι κοινότητες των αποίκων δεν κάνουν παραχωρήσεις πέρα από μερικά συμβολικά μέτρα, αλλά συνεχίζουν τις υπάρχουσες πολιτικές καταστολής και μάλιστα προτείνουν νέα νομοθεσία για την περαιτέρω μείωση των δικαιωμάτων των αυτόχθονων πληθυσμών. Αυτή η ακαμψία ωθεί το κίνημα Mau Mau σε περίοδο ένοπλης αντίστασης. Η έλλειψη αναγνώρισης της απειλής του κινήματος των «καταπατητών» έδειξε πως οι Ευρωπαίοι θεωρούσαν ότι οι Κενυάτες δεν ήταν ικανοί να οργανώσουν σημαντική αντιπαράθεση προς το αποικιακό καθεστώς.

Εκείνοι που είχε αρχικά στοχεύει το κίνημα Mau Mau είναι οι Kikuyu που συνεργάζονται με τους Ευρωπαίους. Το 1952, ένα κύμα βίας έχει στόχο μάρτυρες της αστυνομίας που έδωσαν κατάθεση κατά Αφρικανών, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που σχετίζονται με το κίνημα Mau Mau. Γνωστοί συνεργάτες των αποικιοκρατών δολοφονήθηκαν και ένας μικρός αριθμός λευκών εποίκων δέχθηκαν επιθέσεις. Η αστυνομία απάντησε ξεκινώντας μαζική εκστρατεία συλλήψεων, συλλαμβάνοντας όποιον Kikuyu είναι ύποπτος για συμμετοχή στο κίνημα Mau Mau και προχωρεί σε αθρόες προληπτικές κρατήσεις (υπάρχουν αναφορές για 160.000 κρατούμενους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης υπό κτηνώδεις συνθήκες), σε μια προσπάθεια εξουδετέρωσης της βάσης στήριξης του κινήματος. Ωστόσο, αυτή η αδιάκριτη καταστολή είχε το αντίθετο αποτέλεσμα σε σχέση με αυτό που προοριζόταν και οδήγησε πολλούς περισσότερους αυτόχθονες Κενυάτες να στηρίξουν το κίνημα. Εκτιμάται ότι έως τα μέσα του 1952 περίπου το ενενήντα τοις εκατό των ενήλικων Kikuyu έλαβαν τον όρκο του κινήματος Mau Mau. Οι αρχηγοί των Kikuyu ενθαρρύνονταν από την κυβέρνηση να μιλήσουν εναντίον του κινήματος και να δώσουν «όρκους καθαρισμού», που υποτίθεται ότι απαλλάσσουν τους Κενυάτες από τους όρκους που είχαν πάρει για να υποστηρίξουν τον αντιαποικιακό αγώνα. Οι αξιωματούχοι του KAU, συμπεριλαμβανομένου του Jomo Kenyatta, επίσης μίλησαν δημοσίως ενάντια στις ενέργειες του κινήματος, αν και πολλοί δεν το καταδίκαζαν πλήρως. Τον Οκτώβριο του 1952, ο πρώην αρχηγός Waruhiu, ένας εξέχων συνεργάτης και ο σκληρότερος κριτικός του κινήματος Mau Mau μεταξύ των αρχηγών του Κικούγι, δολοφονήθηκε κοντά στο Ναϊρόμπι. Ο θάνατός του προκάλεσε εορτασμό ανάμεσα στους υποστηρικτές του κινήματος και σύγχυση στην κυβέρνηση. Η διοίκηση τελικά συνειδητοποίησε ότι το κίνημα Mau Mau αποτελούσε σοβαρή απειλή για την αποικιοκρατική κυριαρχία στην Κένυα και αποφασίστηκε η ανάληψη δράσης εναντίον των ανταρτών. Δύο εβδομάδες μετά το θάνατο του Waruhiu, η κυβέρνηση κηρύσσει κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Η εξέγερση

kikuyiou-3Η κήρυξη Κατάστασης Έκτακτης Ανάγκης συνοδεύεται από την επιχείρηση Jock Scott, μια συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση, όπου που συλλαμβάνονται το 187 Kikuyu που θεωρούνται από την κυβέρνηση ως ηγέτες του κινήματος Mau Mau. Ανάμεσα στους συλληφθέντες είναι και ηγέτες της KAU, αλλά πολλά μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του κινήματος Mau Mau καταφέρνουν να διαφύγουν. H αποικιακή κυβέρνηση έλπιζε ότι η ανάπτυξη βρετανικών στρατευμάτων θα ήταν αρκετή για να εκφοβίσει τους αντάρτες και να τους αναγκάσει να υποταχθούν. Οι υποστηρικτές του κινήματος Mau Mau απαντούν εκτελώντας έναν συνεργαζόμενο αρχηγό Kikuyu και αρκετούς λευκούς άποικους. Χιλιάδες Mau Mau εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και φτιάχνουν καταυλισμό στα δάση των Aberdares και στο όρος Κένυα, δημιουργώντας μια βάση αντίστασης στην κυβέρνηση. Οι μαχητές αυτοί αρχίζουν σύντομα να οργανώνονται και ανάμεσά τους αναδεικνύονται και κάποιοι με ηγετικές ικανότητες, μεταξύ των οποίων οι Waruhiu Itote και Dedan Kimathi.

Οι εχθροπραξίες είναι περιορισμένες για το υπόλοιπο του 1952, αλλά το επόμενο έτος ξεκινά με μια σειρά βίαιων δολοφονιών ευρωπαίων αγροτών και πιστών στους άποικους Αφρικανών. Το γεγονός αυτό συντάραξε τόσο τον λευκό πληθυσμό, που απαίτησε από την κυβέρνηση να προβεί άμεσα σε περισσότερες ενέργειες για την καταπολέμηση του κινήματος Mau Mau. Έτσι οι δυνάμεις ασφαλείας της Κένυας τέθηκαν υπό τη διοίκηση του Βρετανικού Στρατού και αρχίζουν να περικυκλώνουν τα οχυρά των Mau Mau στα δάση. Το γεγονός αυτό συνοδεύτηκε και από ευρείας κλίμακας έξωση των Kikuyu από τη γη που είχε επιλεγεί για τους Ευρωπαίους εποίκους. Τα κυβερνητικά στρατεύματα υιοθέτησαν, επίσης, την τακτική της συλλογικής τιμωρίας, με σκοπό να καμφθεί η λαϊκή υποστήριξη στο κίνημα Mau Mau. Σύμφωνα με αυτή την τακτική, εάν ένα μέλος ενός χωριού κατηγορηθεί ως υποστηρικτής του κινήματος, τότε ολόκληρο το χωριό αντιμετωπίζεται ως τέτοιο. Αυτό οδήγησε στην έξωση και στην φυγή πολλούς Kikuyu, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και τα υπάρχοντά τους και να σταλούν σε περιοχές που χαρακτηρίζονται ως αποθέματα Kikuyu.

Ένα ιδιαίτερα απάνθρωπο στοιχείο της πολιτικής απομάκρυνσης ήταν η χρήση στρατοπέδων συγκέντρωσης για την επεξεργασία των υπόπτων για εμπλοκή στο κίνημα Mau Mau. Η κακομεταχείριση και τα βασανιστήρια ήταν συνήθης τακτική σε αυτά τα στρατόπεδα, καθώς οι βρετανοί φρουροί χρησιμοποιούσαν ξυλοδαρμούς, σεξουαλικές κακοποιήσεις και εκτελέσεις για να αποσπάσουν πληροφορίες από κρατούμενους και να τους αναγκάσουν να παραιτηθούν από την υπακοή τους στον αντιαποικιακό σκοπό. Η διαδικασία της μαζικής απομάκρυνσης προκάλεσε τον θυμό και τον φόβο μεταξύ των Kikuyu, οι οποίοι έχουν ήδη υποφέρει εδώ και δεκαετίες από την ανακατανομή της γης, γεγονός που οδήγησε εκατοντάδες καταληψίες να ενταχθούν στους μαχητές του κινήματος Mau Mau στα δάση.

Η εξέγερση κλιμακώνεται περαιτέρω στις 26 Μαρτίου, όταν οι μαχητές Mau Mau πραγματοποίησαν δύο μεγάλες επιθέσεις. Η πρώτη ήταν ενάντια στο αστυνομικό τμήμα της Ναϊβάσα, η οποία είχε ως αποτέλεσμα μια ταπεινωτική ήττα για την αστυνομία και την απελευθέρωση 173 φυλακισμένων, πολλοί από τους οποίους ήταν από ένα παρακείμενο στρατόπεδο κράτησης. Η δεύτερη επίθεση ήταν η σφαγή των πιστών στους άποικους Kikuyu στο Λάρι, όπου σκοτώθηκαν τουλάχιστον 97 Κενυάτες. Το περιστατικό χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση για να χαρακτηρίσει περαιτέρω το κίνημα Mau Mau ως άγρια κτήνη, ενώ δεν υπήρξε επίσημη αναφορά για παρόμοιο αριθμό φυλακισμένων του κινήματος Mau Mau οι οποίοι γαζώθηκαν με πολυβόλα μέχρι θανάτου από κυβερνητικά στρατεύματα στο δάσος Aberdare. Τέτοιου είδους επιθέσεις, με τη μορφή επιδρομών του κινήματος Mau Mau ενάντια στην αστυνομία και τους πιστούς στους άποικους, συνεχίστηκαν καθ ‘όλη τη διάρκεια του 1953. Η σταδιακή οργάνωση των δυνάμεων των ανταρτών στα δάση δημιούργησε στρατιωτικές μονάδες, αν και περιορίζονταν από έλλειψη όπλων, προμήθειες και εκπαίδευση.

Η συντριβή του κινήματος Mau Mau

Τα βρετανικά στρατεύματα που στάλθηκαν στην Κένυα είχαν μικρή εμπειρία πολέμου στα δάση και μετά από μια σύντομη περίοδο αναποτελεσματικής εμπλοκής αντικαταστάθηκαν από μονάδες του Κενυατικού Στρατού, ενώ οι βρετανικές δυνάμεις περιπολούσαν στην περιφέρεια των δασών. Τα αεροπλάνα του Βρετανικού Στρατού χρησιμοποιήθηκαν επίσης για να ρίξουν βόμβες σε στρατόπεδα Mau Mau και να γαζώνουν το δάσος με πολυβόλα. Δεδομένης της πυκνής κάλυψης που παρέχεται από το φύλλωμα, αυτή η πρακτική είχε περιορισμένο αντίκτυπο, αλλά η μακρά εκστρατεία βομβαρδισμού χρησίμευσε στην αποδυνάμωση των μαχητών Mau Mau. Μια σειρά ευρείας κλίμακας συγκρούσεων μεταξύ των δύο πλευρών συνέβη κατά το 1953, με τις ισχνές δυνάμεις του κινήματος Mau Mau να καταλήγουν με μεγάλες απώλειες. Μέχρι το τέλος του έτους, πάνω από 3.000 Mau Mau είχαν επιβεβαιωθεί ως σκοτωμένοι και 1.000 αιχμαλωτίστηκαν (συμπεριλαμβανομένου του Itote) και σχεδόν 100.000 θεωρούμενοι υποστηρικτές του κινήματος Mau Mau είχαν συλληφθεί.

Παρά το γεγονός αυτό, το κίνημα Mau Mau συνέχισε να αποτελεί μια αποτελεσματική μορφή αντίστασης προς το αποικιακό καθεστώς, επιμένοντας στην εκστρατεία επιθέσεων εναντίον εποίκων και συνεργατών, ιδιαίτερα στο Ναϊρόμπι, όπου το κίνημα είχε αριθμητικά μια μεγάλη, αν και σε μεγάλο βαθμό μυστική βάση υποστήριξης. Οι Βρετανοί αποφάσισαν να προχωρήσουν σε επιχείρηση εκκαθάρισης για να συντρίψουν μόνιμα την παρουσία των ανταρτών στην πόλη και έτσι το 1954 ξεκίνησε η εύστοχα ονομαζόμενη Operation Anvil (=επιχείρηση Αμόνι). Η αστυνομία πραγματοποίησε μέσω του Ναϊρόμπι μια βίαιη σάρωση, συλλαμβάνοντας όποιον θεωρούσε ύποπτο. Δεκάδες χιλιάδες άνδρες Kikuyu συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης χωρίς να τους εξηγήσουν γιατί συνελήφθησαν ή για ποιο έγκλημα κατηγορήθηκαν ότι διαπράττουν. Η κυβέρνηση άρχισε επίσης μια πολιτική «χωροταξίας», αναγκάζοντας τους αγρότες Kikuyu να μετεγκατασταθούν από τα παραδοσιακά σκεπασμένα σπίτια τους στα νεόκτιστα χωριά υπό τον έλεγχο των Βρετανών.

Μέχρι τα τέλη του 1954, ένα εκατομμύριο Kikuyu οδηγήθηκαν από τα σπίτια των οικογενειών τους σε τέτοιου είδους χωριά, τα οποία ήταν κάτι παραπάνω από περιφραγμένα στρατόπεδα, μέσα στην πείνα και τις ασθένειες. Αυτές οι στρατηγικές εφαρμόστηκαν με αδίστακτο τρόπο στο Ναϊρόμπι και την ύπαιθρο και ήταν έκαμψαν αποτελεσματικά την υλικοτεχνική υποστήριξη στους μαχητές των δασών.

Στις αρχές του 1955, οι βρετανικές δυνάμεις άρχισαν μια σειρά σαρωτικών επιδρομών μέσα στα δάση, σε μια προσπάθεια να απομακρύνουν τους υπόλοιπους Mau Mau, οι οποίοι τώρα έπασχαν από έλλειψη τροφίμων και πυρομαχικών. Η στρατηγική αυτή είχε περιορισμένο αντίκτυπο στους μαχητές του κινήματος Mau Mau, αφού μόνο λίγοι σκοτώθηκαν, αλλά η θέση τους ήταν αρκετά δυσχερής, αφού η διαρκή μετακίνηση εξασθένησε περεταίρω τις δυνάμεις τους. Η κυβέρνηση εκδίωξε ολόκληρο τον αφρικανικό πληθυσμό κάποιων περιοχών –σε μια περίπτωση μέχρι 70.000 ανθρώπους– για να δουλέψουν στο δάσος και να σκοτώσουν οποιοδήποτε Mau Mau έβρισκαν. Μέχρι το τέλος του έτους, εκτιμάται ότι απέμειναν περί τους 1500 αντάρτες του κινήματος στα δάση και βρίσκονταν σε τόσο άθλια κατάσταση, ώστε δεν υπήρχε λόγος για περαιτέρω οργανωμένες στρατιωτικές εκστρατείες.

Την επόμενη χρονιά ο Kimathi, ο σημαντικότερος από τους εναπομείναντες διοικητές του κινήματος Mau Mau, συνελήφθη και πέρασε από δίκη. Οι λίγοι μαχητές που παρέμειναν δεν ήταν πλέον σε θέση να αντισταθούν στο αποικιακό καθεστώς με οποιοδήποτε τρόπο και προσπαθούσαν απλά να επιβιώσουν.

Αυτό σημάδεψε ουσιαστικά το τέλος της εξέγερσης του κινήματος Mau Mau. Τα βρετανικά στρατεύματα εγκατέλειψαν σύντομα την Κένυα και παρ’ όλο που το κράτος παρέμεινε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης μέχρι το 1960, δεν υπήρχε λόγος για αυτό. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της κυβέρνησης, ο αριθμός των Mau Mau που σκοτώθηκαν ήταν 11.503, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πραγματικός αριθμός ήταν σημαντικά υψηλότερος. Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κένυας υποστηρίζει ότι 90.000 Κενυάτες εκτελέστηκαν ή βασανίστηκαν από τις αποικιακές αρχές, ενώ 160.000 κρατήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης υπό κτηνώδεις συνθήκες για περίοδο από 3 έως 7 χρόνια. Πάντως, όποιος κι αν είναι ο πραγματικός αριθμός, είναι σαφές ότι επρόκειτο για κάτι πολύ πιο σημαντικό από μια απλή «εξέγερση». Ήταν περισσότερο πόλεμος. Σε κάποια στιγμή, οι βρετανικές δυνάμεις ασφαλείας ανέπτυξαν στην Κένυα 11 τάγματα πεζικού, 21.000 αστυνομικούς, εκατοντάδες άρματα μάχης, ακόμη και βαριά βομβαρδιστικά.

Και είναι, επίσης, βέβαιο ότι η συντριπτική πλειονότητα των θυμάτων ήταν Αφρικανοί. Σε σύγκριση, ο αριθμός των λευκών πολιτών που σκοτώθηκαν από τις επιθέσεις του κινήματος Mau Mau –η βάση της βρετανικής προπαγάνδας που καταγγέλλει την εξέγερση– ήταν μόλις 32.

Μετάφραση – απόδοση Π.

Πηγές:

The mau mau uprising, 1952-1956, libcom.org

  • Edgerton, R. E. (1991). Mau Mau: An African Crucible. New York: Ballantine Books.
  • Furedi, F. (1989). The Mau Mau War in Perspective. London: James Currey Ltd.
  • Gatheru, R. M. (2005). Kenya: From Colonisation to Independence, 1888-1970. Jefferson: McFarland & Company.
  • Kennedy, D. (1992). ‘Constructing the Colonial Myth of Mau Mau’ The International Journal of African Historical Studies 25, pp.241-260.
  • Ochieng, W. R. (1990). Themes in Kenyan History. Nairobi: Heinemann Kenya Limited.
  • Tignor, R. L. (1976). The Colonial Transformation of Kenya. Princeton: Princeton University Press.
  • Wa-Githumo, Mwangi. (1991). ‘The Truth about the Mau Mau Movement: The Most Popular Uprising in Kenya’ Transafrican Journal of History 20, pp.1-18.

[1] Σ.τ.μ. Στην πραγματικότητα οι αποικιοκρατικές δυνάμεις δεν έφυγαν από τις «κτήσεις» τους, απλά παρέμειναν με άλλο μανδύα. Απόδειξη αυτού είναι και το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα για παράδειγμα, στην Κένυα οι επίσημες γλώσσες είναι τα σουαχίλι και η αγγλική, στην Ινδία, μεταξύ άλλων, είναι τα αγγλικά και τα γαλλικά, στην Αλγερία τα γαλλικά.

Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 192, Απρίλιος 2019
Both comments and trackbacks are currently closed.
Αρέσει σε %d bloggers: