«Ἡμεῖς οἱ ἀκτήμονες, οἱ ἐργάται μόνον κατὰ χρῶμα ἠλλάξαμεν τὴν βαρεῖαν ἅλυσον τοῦ ζυγοῦ. Ἀντὶ ἐρυθρᾶς μετ’ ἡμισελήνου, κυανόλευκον μὲ σταυρόν». Ἡρακλῆς Ἀναστασίου, «Τὰ ἐν Πειραιεῖ βιομηχανικὰ κάτεργα», Σοσιαλιστής, α΄ δεκαπενθήμερο Απριλίου 1893, σ. 1.
Μετά την Α΄ Διεθνή ιδρύεται, το 1894, από τα κράτη της Ευρώπης η «Διεθνής Υπηρεσία Διώξεως Αναρχικών» (η Ιντερπόλ της Δυτικής Ευρώπης) για την αντιμετώπιση των ενωμένων πλέον «θορυβοποιών και αναρχικών». Η διεθνής αυτή υπηρεσία απαιτεί από όλα τα κράτη ονόματα και φωτογραφίες όλων των «αναρχικών και ταραχοποιών στοιχείων» της κάθε χώρας. Η Ελλάδα δέχεται πρόθυμα να δώσει πληροφορίες, ενώ θέτει υπεύθυνους για την καταστολή και «συνέτιση» των «ταραχοποιών στοιχείων» τους «τιμημένους» εύζωνες.
Αμέσως μετά την εντολή της «Διεθνούς Υπηρεσίας Διώξεως Αναρχικών», το κράτος αρχίζει μία άνευ προηγουμένου προσπάθεια φυσικής και ηθικής εξόντωσης αυτών οι οποίοι αμφισβητούν και αντιτίθενται στις καθιερωμένες «αξίες», που έχουν επιβληθεί στην ελληνική επικράτεια, με αποτέλεσμα να ασκηθούν διώξεις για τρομοκρατία και άνθρωποι να συρθούν στις φυλακές. Μία από τις πρώτες διώξεις του ελληνικού κράτους αφορά την υπόθεση «εκβιασμού και σχεδιασμού δολοφονίας» του «εθνικού ευεργέτη» Αντρέα Συγγρού, από τον φοιτητή Ευάγγελο Μαρκαντωνάτο.
Αλλά ας ακολουθήσουμε τα γεγονότα από την αρχή:
Ο Ευάγγελος Μαρκαντωνάτος, γεννήθηκε στο 1868 στην Κεφαλονιά. Στην Αθήνα καταφθάνει ως φοιτητής της Νομικής Σχολής και συγχρόνως εργάζεται ως τυπογράφος. Συμμετέχει στον «Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο»[1] σαν απλό μέλος στην αρχή και μετέπειτα ως γραμματέας, ενώ αρθρογραφεί και στην εφημερίδα «Σοσιαλιστής»[2].
Τα άρθρα της εφημερίδας επιμένουν στην ανάδειξη των ζητημάτων/προβλημάτων της εποχής· αφ΄ ενός της σταφιδικής κρίσης, της πτώσης του αγροτικού εισοδήματος, της οικονομικής ύφεσης, της χρεωκοπίας και αφ’ ετέρου των εξαντλητικών συνθηκών εργασίας, της εκμετάλλευσης, της θανατικής ποινής κ.λπ. Η εφημερίδα προσπαθεί να κάνει κατανοητή την αντίθεση ανάμεσα στην «φούχτα [των] ‘’ευτυχισμένων’’ και του ‘’πλήθους των ανθρώπων που αγωνίζονται μέρα και νύχτα’’».
Παράλληλα, οι στήλες της εφημερίδας φιλοξενούν και μεταφέρουν πραγματικές εικόνες εξαθλίωσης· «την εξάπλωση της επαιτείας και της εγκληματικότητας, τον κόσμο των φυλακών και του περιθωρίου, τα εγκλήματα σώματος και ψυχής, όλα όσα αποτελούσαν το ορατό σύμπτωμα της κοινωνικής δυσλειτουργίας»[3]. Αρκετοί συμμετέχοντες στην οργάνωση και την εφημερίδα συντάσσουν και μεταφράζουν κείμενα, οργανώνουν περιοδείες, ιδρύουν νέα τμήματα στην επαρχία. Ιδιαίτερα τα έτη 1892-1894 είναι έντονη η δημόσια παρουσία των σοσιαλιστών στις πόλεις και στην ύπαιθρο, στα σταφιδοπαραγωγικά κέντρα κ.λπ.
Την 1η Μαΐου του 1894 οργανώνεται στο Στάδιο, η τελευταία[4] –λόγω των διώξεων και της καταστολής που ακολουθούν– συγκέντρωση της εργατικής Πρωτομαγιάς[5] του 19ου αιώνα στην Ελλάδα. Ο Μαρκαντωνάτος συμμετέχει στην συγκέντρωση και μάλιστα ως ένας από τους ομιλητές.
Στην εφημερίδα «Ακρόπολι» (2/5/1894) ο Π. Νούτσος σε άρθρο του αναφέρει ότι ο Ευ. Μαρκαντωνάτος «προκάλεσε ἐνθουσιώδεις ζητωκραυγὰς διὰ τὴν σοσιαλιστικήν ἰδέαν».
Μια άλλη, σχετικά λεπτομερής παρουσίαση της συγκέντρωσης, από την εφημερίδα «Εφημερίς» του Κορομηλά η οποία κυκλοφὀρησε στις 2 Μαΐου 1894, περιγράφει:
«Χθὲς ἀπὸ τῆς 4ης ὤρας μ.μ., ὡς προεκηρύχθη, ἤρξαντο νὰ συναθροίζωνται ἐν τῷ παρὰ τὸ Στάδιον χώρῳ, οἱ ἀποτελοῦντες τὸ σοσιαλιστικὸν κόμμα ἐν Ἑλλάδι. Μὲ τοὺς σοσιαλιστὰς προσήρχοντο καὶ ἁπλοῖ θεαταί, πολλαὶ δὲ οίκογένειαι κατέλαβον τὰς διεσπαρμένας τραπέζας τοῦ μικροῦ καφενείου.
Ἡ πληθώρα τοῦ ὡραίου φύλου ἐδείκνυεν ὅτι δὲν ὑπῆρχε φόβος ταραχῶν, ἀλλ’ ἡ ἀστυνομία καὶ ἡ μοιραρχία παραβλέπουσαι τὸ οἱωνοσκόπιον ἔθεσαν ἀστυφύλακας ὑπὸ ἀστυνόμους καὶ ἔφιππον δύναμιν χωροφυλάκων.
Περὶ τὴν 6ην ὤραν μ.μ., ἅπας ὁ χῶρος τοῦ σταδίου ἐκαλύφθη ὑπὸ ποικίλου κόσμου ἀνδρῶν, γυναικῶν καὶ παίδων μεταξὺ τῶν ὁποίων διεκρίνοντο 50 – 60 περίπου σοσιαλισταί, πάντες τίμιοι καὶ φιλόπονοι ἐργάται, φέροντες ἐρυθρὰς κογκάρδας ἐπὶ τοῦ στήθους.
Κατὰ τὸν χρόνον τῆς συναθροίσεως ἐθεάθησαν ἀστυφύλακὲς τινες, ἐκ τῶν διαταχθέντων, ὅπως ἐπιβλέψωσι τὴν τάξιν, διανέμοντες κρυφίως διακηρύξεις εἰς τὸ πλῆθος τῶν θεατῶν, ἐρωτώμενοι δὲ περὶ τούτων ἀπήντων σιγανὰ ὥστε νὰ μὴ δύναται νὰ τοὺς ἀκούῃ τρίτος «τὶ νά κάνωμε, μπλέξαμε καὶ μεις». Τὸ γεγονὸς παρήγαγε βαθεῖαν αἴσθησιν.
Πρῶτος μίλησε ὁ Πλάτων Δρακούλης. Ὁ λόγος του ἦταν συνετός. Ἔκανε μᾶλλον διάλεξι ἐπάνω στὸ ἱστορικὸ τῆς ἐργατικῆς πρωτομαγιᾶς.
Δεύτερος μίλησε ὁ Σταῦρος Καλλέργης. Ὁ λόγος του ἦταν πολεμικὸς καὶ γεμᾶτος μῖσος κατὰ τῆς πλουτοκρατίας. Με τὴ δυνατὴ φωνὴ του ἀνέπτυξε τὸ σοσιαλιστικὸ πρόγραμμα, ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ ἀκούστηκε σὲ δημόσιο τόπο. Νὰ μία περικοπὴ ἀπὸ τὸν λόγο του:
«Ποῖοι εἴμεθα καὶ τὶ θέλομεν; Εἴμεθα σοσιαλισταὶ καὶ θέλομεν ἐπὶ τοῦ παρόντος τὴν βελτίωσιν τῆς θέσεως τῶν ἐργατῶν καὶ τὴν διάδοσιν τῆς ἰδέας τῆς ἐντελοῦς χειραφετήσεως αὐτῶν ἐν τῷ μέλλοντι. Τὴν έπιτυχίαν δὲ τοῦ σκοποῦ μας θὰ ζητήσωμεν κατ’ ἀρχὰς μὲ εἰρηνικὰ μέσα, ἐὰν δὲ δὲν τὸ κατορθώσωμεν, διὰ πάσης θυσίας θὰ φροντίσωμεν νᾷ πραγματοποιήσωμεν τοὺς σκοποὺς μας…»
Ὕστερα μίλησε ὁ Εὐάγγελος Μαρκαντωνᾶτος, σὰ νέος ποὺ ἦταν, ἔβγαλε λόγο γεμάτο φωτιὰ καὶ λαύρα. Κήρυξε φανερὰ πὼς οἱ έργάτες μόνο μὲ ἐπαναστατικὰ μέσα μποροῦν νὰ ξεσκλαβωθούν. Καὶ τελευταῖος ὁ Δ. Γραμματικός, ποὺ τόνισε κυρίως τὴν ἀνάγκη τῆς μόρφωσης. «Πρέπει» εἶπε «νὰ μορφωθοῦμε. Ἄν δὲν μορφωθῇ ὁ ἐργάτης δὲν μπορεῖ νὰ ξυπνήση. Χωρὶς μόρφωση δὲν γίνεται τίποτε.»
Είναι σημαντικό για την κατανόηση του κλίματος και των συνθηκών οι οποίες επικρατούν την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, να ανασύρουμε από την λήθη το Ψήφισμα που κατατέθηκε, και έγινε δεκτό, από την πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση δημοσιευμένο, επίσης, από την «Εφημερίς» του Κορομηλά στις 2/5/1894:
«Οἱ διεθνεῖς σοσιαλισταὶ καὶ οἱ ἐργάται
Ἀθηνῶν καὶ Πειραιῶς
Πρὸς τὴν Κυβέρνησιν τῆς Ἑλλάδος
«Συνελθόντες σήμερον τὴν 1ην Μαΐου 1894 ἔτους, ἡμέραν Κυριακὴν καὶ ὥραν 5ην μ.μ. πάντες οἱ διεθνεῖς σοσιαλισταὶ καὶ ἐν γένει πάντες οἱ ὑπὸ μισθὸν εὑρισκόμενοι καὶ πάσχοντες ἐργάται Αθηνών-Πειραιώς, ἀποφασίζομεν καὶ ψηφίζομεν τὰ ἑξῆς:
α) Τὴν Κυριακὴν νὰ κλείωνται τὰ καταστήματα καθ’ ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ οἱ ἐργάται νὰ ἀναπαύωνται.
β) Οἱ ἐργάται νὰ ἐργάζωνται ἐπὶ 8 ὥρας τὴν ἡμέραν καὶ νὰ ἀπαγορευθῆ ἡ ἐργασία εἰς τοὺς ἀνηλίκους.
γ ) Νὰ ἀπονέμεται σύνταξις εἰς τοὺς ἐκ τῆς ἐργασίας παθόντας καὶ καταστάντας ἀνικάνους πρὸς συντήρησιν ἑαυτῶν καὶ τῆς οἰκογένειας των.
δ) Νὰ καταργηθῶσιν αἱ θανατικαὶ ἐκτελέσεις.
ε ) Νὰ καταργηθῆ ἡ διὰ χρέη προσωπικὴ κράτησις, καὶ
στ) Ἀνατίθεται εἰς τοὺς διευθυντὰς τῶν σοσιαλιστικῶν ἐφημερίδων ἡ ἐπίδοσις τοῦ παρόντος ψηφίσματος εἰς τὴν Κυβέρνησιν, ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ ὁποίου παρακαλεῖται αὐτὴ νὰ συντάξη νομοσχέδια καὶ ὑποβάλη ταῦτα εἰς τὴν Βουλὴν πρὸς ψήφισιν κατὰ τὴν ἀμέσως συγκληθησομένην αὐτῆς σύνοδον».
(ἕπονται ὑπογραφαί ).
Στο τέλος της συγκέντρωσης γίνονται συλλήψεις και εν συνεχεία είκοσι επτά ημέρες μετά την πρωτομαγιά, συλλαμβάνεται, υπό του αξιωματικού της Ασφάλειας Μιλτιάδη Έβερτ, ο Ευάγγελος Μαρκαντωνάτος κατηγορούμενος για τον «σχεδιασμό δολοφονίας» του Συγγρού…
Ο τραπεζίτης Ανδρέας Συγγρός, κεφαλαιοκράτης, μεγαλο-τοκογλύφος, «μηχανορράφος και επιδέξιος πολιτικάντης», δυνάστης των εργατών του, συγγενής του στέμματος, υπεύθυνος σε μεγάλο βαθμό για τους «διεθνείς δανεισμούς της χώρας», δηλώνει ορθά κοφτά ότι «δεν προτίθεται ποτέ του να πληρώσει το παραμικρό ως φόρο». Όπως είναι φυσικό δεν καθίσταται ιδιαίτερα αγαπητός σε σοσιαλιστές ή αναρχικούς.
Τις επόμενες τρεις ημέρες συλλαμβάνονται, ανακρίνονται και προφυλακίζονται στις φυλακές του ΠαλαιούΣτρατώνα έντεκα ακόμα στελέχη του «Σοσιαλιστή» μεταξύ των οποίων ο Αλέξανδρος Ματιάτος και Διονύσιος Μάργαρης με την κατηγορία «εκβιασμός προσώπου δι’ επιστολών»· ως φαίνεται, δεν τους ωφέλησε καθόλου η βιάση τους να καταδείξουν και να αποκηρύξουν δημόσια, την προηγούμενη ημέρα, στον Τύπο τον Μαρκαντωνάτο «ως αναρχικό».
Ο Μαρκαντωνάτος, –που τα παίρνει όλα επάνω του αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την πράξη και αποκηρύσσοντας τις αναρχικές πρακτικές– παραπέμπεται στο Κακουργιοδικειο «ὡς ὑπαίτιος ἐκβιασμού» και οι υπόλοιποι έντεκα παραπέμπονται στο Πλημμελειοδικείο ως «προκαλοῦντες καὶ ἐρεθίζοντες τοὺς πολίτας εἰς διχόνοιαν, διεγείρουν δὲ μεταξύ αὐτῶν τὸ μῖσος καὶ τὴν περιφρόνησιν».
Ωστόσο, η κατηγορία προς τον Μαρκαντωνάτο φαίνεται να είναι μια αρκετά κακοστημένη κίνηση (η αστυνομία δεν είχε, τότε, ακόμη την πείρα που απόκτησε αργότερα) κατά την οποία, ο Συγγρός φαίνεται να λαμβάνει μία υπογεγραμμένη επιστολή, στην οποία αναγράφονται τα εξής:
«… … δι’ αὐτό ἀπαιτοῦνται 23.560 δρχ. γιὰ τὴν ἔκδοση …σοσιαλιστικῆς ἐφημερίδας καὶ ἐντύπων ἀλλιώς θὰ σείεται ὑπό τοὺς πόδας σου τὸ ἔδαφος καὶ μοιραῖον καὶ ἄγριον τέλος σἐ ἀναμένει» ….
(η επιστολή κλείνει με μία φράση του Βαγιάν) … …
«Ὑποσημειοῦμαι μεθ’ ὅλου τοῦ μίσους τὸ ὁποῖο τρέφω»
Ε. Μαρκαντωνᾶτος
Στις 30 Ιουλίου συγχρόνως με την έκδοση του βουλεύματος του συμβουλίου εφετών, πεθαίνει στη φυλακή, άρρωστος από τις άθλιες και εξοντωτικές συνθήκες, ο Διονύσιος Μάργαρης. Διενεργείται έρανος μεταξύ των συντρόφων του για τα έξοδα κηδείας και γίνεται προσπάθεια να δημοσιοποιηθούν στις εφημερίδες οι άθλιες συνθήκες κράτησης. Τίποτα, φυσικά, δεν αλλάζει.

Οι φυλακές του Παλαιού Στρατώνα, στο Μοναστηράκι.
Ξακουστές για τις άθλιες συνθήκες που επικρατούσαν και τα βασανιστήρια.
Μία μέρα μετά τον θάνατο του Μάργαρη συλλαμβάνεται ο Σταύρος Καλλέργης λίγο πριν μεταβεί –μάλλον λόγω του ασφυκτικού κλίματος που επικρατούσε στην Αθήνα– στην Γαλλία. Οι κατηγορίες που του αποδίδονται είναι ότι «ἐν συστάσει μετ’ ἄλλων προὐκάλεσε ἀπείθειαν πρὸς τοὺς νόμους καὶ διατάραξιν τῆς εἰρήνης τῆς πολιτείας» – προφυλακίζεται στην ίδια φυλακή.
Στα τέλη Οκτωβρίου, μετά από δύο μήνες προφυλάκιση, εκδικάζονται οι υποθέσεις. Στην ομαδική δίκη που κρατά ελάχιστα, το κατηγορητήριο κατέπεσε και όλοι οι κατηγορούμενοι απαλλάσσονται ενώ στο Κακουργιοδικείο Χαλκίδας ο Μαρκαντωνάτος αθωώνεται παμψηφεί.
Την ίδια μέρα αθωώνεται και ο Καλλέργης. Από την διαδικασία προκύπτει ότι στην ουσία κατηγορήθηκε για την μετάφραση και δημοσίευση στην εφημερίδα Σοσιαλιστής, ενός κειμένου του «διάσημου κοινωνιολόγου» αναρχικού Κροπότκιν με τίτλο «Εἰς αἰών προσδοκίας»[6]. Η δίωξή του ενεργοποιείται εννέα μήνες μετά την δημοσίευσή του, και φυσικά μετά από τις αξιώσεις της «Διεθνούς Υπηρεσίας Διώξεως Αναρχικών».
Ποινικοποιείται, λοιπόν, ο λόγος, μια και οι πράξεις δεν περιέχουν επαναστατική βία. Η δυναμική των διαχεόμενων ιδεών που αμφισβητούν τα μέχρι τότε καθιερωμένα, φαίνεται να τρομάζει. Μαζί με την κατηγορία της διασάλευσης της τάξης παρουσιάζονται από το κράτος σχεδιασμοί και προτάσεις όπως «απομάκρυνση των άεργων και των σοσιαλιστών από την Αθήνα».
Παράλληλα, η αλληλεγγύη κινείται ταυτόχρονα με την αναταραχή του αγροτικού κόσμου· μια εβδομάδα μετά τις συλλήψεις πραγματοποιείται στην Πάτρα, απεργία των «εργατών των σταφιδοκτημάτων» με εξακριβωμένη την παρουσία του Καλλέργη στα γεγονότα, ενώ στον Πύργο συλλαμβάνονται σε πορείες των σταφιδοπαραγωγών σοσιαλιστές και αναρχικοί.[7]
Ωστόσο το κτύπημα, μέσω των διώξεων και της καταστολής, διαλύει τον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο και αναζητούνται νέα ονόματα για τις εφημερίδες του σοσιαλιστικού χώρου, όπως π.χ. ο Σοσιαλιστής μετονομάζεται σε Σοσιαλισμό, ο Μεταρρυθμιστής και ο Σοσιαλιστικός Σύλλογος ενώνονται σε μία νέα έκδοση με τίτλο Σοσιαλιστική Εφημερίς.
Ο πανικός τραυματίζει τις διαπροσωπικές σχέσεις.Αποκηρύξεις στον Τύπο, καχυποψία, αλληλοκατηγορίες. Ο ημερήσιος τύπος χαρακτηρίζει τους συλληφθέντες «αποκλίνουσες περιπτώσεις, στην καλύτερη περίπτωση γραφικοί, στη χειρότερη φανατικοί ιδεολόγοι με ασταθή προσωπικότητα»[8] ευρισκόμενος στην ίδια γραμμή με δηλώσεις πρώην συντρόφων: «δὲν εἶνε ὐγιὴς διανοητικῶς» ή «οὗτοι βεβαίως εἶναι τρελοί».
Πολλοί καταλήγουν σε δηλώσεις νομιμοφροσύνης και παράλληλα καταδικάζουν τα «βίαια, αιμοβόρα και απάνθρωπα μέσα των αναρχικών». Συγχρόνως, οι ειδήσεις από την Δύση αναστατώνουν· στα τέλη Ιουνίου του 1894 δολοφονείται ο γάλλος πρόεδρος της Δημοκρατίας Καρνό από τον ιταλό αναρχικό Καζέριο – ο τελευταίος εκτελείται στη Λυών. Δεύτερη είδηση η συνεργασία της γαλλικής αστυνομίας με την ιταλική για τον εντοπισμό αναρχικών ανάμεσα στις ιταλικές εργατικές κοινότητες[9].
Οι αναρχικοί και οι ιδέες τους διαχωρίζονται πλέον από τις μετριοπαθείς τάσεις οι οποίες, επί το πλείστον, επικρατούν στο σοσιαλιστικό χώρο. Η Σοσιαλιστική Εφημερίδα δηλώνει καθαρά αυτήν την μετατόπιση διαβεβαιώνοντας, μεταξύ των άλλων, ότι «ἡ κατάργησις τῆς ἰδιοκτησίας δὲν δηλοῖ τί, πολλῷ μᾶλλον σοσιαλιστικὴν ἰδέαν».
Τέλος, το επόμενο έτος 1895 ο σοσιαλιστικός σύλλογος «Άρδην» δηλώνει ότι «σήμερον 1ην Μαΐου ἡμέραν ἑορτῆς τῶν σοσιαλιστῶν δὲν θὰ προβῶμεν εἰς οὐδεμίαν ἐκδήλωσιν τῶν φρονημάτων Μας»…
…Θα περάσουν 17 ολόκληρα χρόνια έως την επόμενη διοργάνωση εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα…
***
Ακολουθούν δύο άρθρα του Ευάγγελου Μαρκαντωνάτου, χαρακτηριστικά των ιδεών τής, προ των διώξεων, εποχής.
Το πρώτο δημοσιεύεται στο 16ο τεύχος του «Σοσιαλιστή» τον Δεκέμβριο του 1892 με τίτλο:
«Ἡ πολυτέλεια ὡς προνόμιο πού πηγάζει ἀπὸ τὸ γένος καὶ τὸν πλοῦτο»
Tὴν ἀνισότητα τῶν κοινωνιῶν χαρακτηρίζει πρὸ πάντων ἡ πολυτέλεια. Aπό τῶν ἀρχαιοτάτων χρόνων ὁ κοινωνικὸς οὗτος σάραξ κατατρώγει τὴν ἀνθρωπότητα. Aνατρέχοντες εἰς τοὺς ἀρχαίους χρόνους βλέπομεν ὅτι ὅπου ὁ ἄνθρωπος ἧν δοῦλος ἐκεῖ καὶ ἡ πολυτέλεια εἶχε φθάσει εἰς τὸ ἀκρότατον αὐτῆς σημεῖον. Διὰ τοὺς ἐκμυζητὰς τοῦ λαοῦ βασιλεῖς καὶ ἄρχοντας τῶν ἀρχαίων Ἀσσυρίων, Αἰγυπτίων κτλ., ἡ πολυτέλεια ἧν τὸ μόνον μέσον ὅπως ἐπιδείξωσι τὴν ἐπὶ τῶν λοιπῶν ἀνθρώπων ὑπεροχήν των. Ὅσον ἡ ἀνθρωπότης ἀνεπτύσσετο τόσον αὕτη ἐλαττούτο, ὅσον δὲ ἐξαχρειούτο, τόσον ηὔξανεν. Eἶναι ἱστορικῶς ἀποδεδειγμένον ὅτι τὰ ἔθνη ἐκεῖνα καθὼς καὶ τὰ πρόσωπα, τὰ ὁποία ἐκυριεύθησαν ὑπὸ τοῦ δαίμονος τῆς πολυτελείας διεφθάρησαν καὶ καταστράφησαν. Oἱ ἀρχαῖοι Pωμαίοι ἐφ’ ὅσον διετέλουν λιτοὶ καὶ ὀλιγαρκεῖς ἐδοξάσθησαν καὶ ἐμεγαλούργησαν, ὅταν δὲ εἰσεχώρησε παρ’ αυτοὶς ὁ σάραξ τῆς πολυτελείας, ἠτιμάσθησαν ἐξηχρειώθησαν καὶ παρεσκεύασαν τὴν πτῶσιν των. O μέγας Aλέξανδρος ἠμαύρωσεν ὁπωσοῦν κατὰ τὰ τελευταία του ἔτη τὸ ἑαυτοῦ ὄνομα, ἕνεκεν τῆς εἰς τὴν πολυτέλειαν ροπῆς αὐτοῦ. Κατὰ τοὺς νεωτέρους χρόνους καθ’ οὓς τὴν ἀριστοκρατίαν τοῦ γένους καὶ τῆς παιδείας ἀντικατέστησεν ἡ τοῦ πλούτου, ἡ πολυτέλεια ἔλαβε μεγαλητέραν ἐπίδοσιν.
Oὕτω δὲ βλέπομεν ὅτι ἐνῶ χιλιάδες χιλιάδων τέκνων τοῦ λαοῦ πάσχουσιν ἐκ τῆς πείνης καὶ ριγῶσιν ἐκ τοῦ ψύχους, ἡ ἁβροδίαιτος κόρη νεοπλούτου ἐμπόρου κατασπαταλᾶ χιλιάδας δραχμῶν εἰς πολυτελῆ κοσμήματα καὶ φορέματα οὐδόλως λογιζόμενη ὅτι υπάρχουσι χιλιάδες δυστυχεῖς οἵτινες στεροῦνται καὶ τοῦ ἐπιουσίου ἄρτου.
O σοσιαλισμὸς θεωρεῖ τὴν πολυτέλειαν ἀνωφελῆ καὶ συγχρόνως ἐπιβλαβῆ εἰς τὴν εὐημερίαν τοῦ ἀτόμου καὶ συλλήβδην τῆς κοινωνίας ἁπάσης. Ὁπόσων δὲ κακῶν πρόξενος τῇ κοινωνίᾳ ἐγένετο ἡ πολυτέλεια οὐδεὶς ὑπάρχει ὁ ἀρνούμενος. Πόσαι δὲ θαλλεραὶ ὑπάρξεις κατέστρεψαν τὸν βίον ἢ παρεδόθησαν εἰς τὴν ἀτίμωσιν, διότι ἐκ ζηλοτυπίας πρὸς ὁμοίαν των, δὲν ἠδυνήθησαν νὰ ἀπολαύσωσι καὶ αὐταὶ ὡραῖα ἐνδύματα ἤ τιμαλφῆ κοσμήματα!
Ἡ τοιαύτη κοινωνικὴ ἀνωμαλία πρέπει νὰ ἐκλείψη, καὶ θὰ ἐκλείψη ὅταν ἡ ἐπικράτησις τῶν σοσιαλιστικῶν ἀρχῶν ἰσοπεδώση τὰς κοινωνίας καὶ ἀποκόψη πρόρριζα πᾶσαν ἐκ τοῦ γένους καὶ τοῦ πλούτου προερχομένην ὑπεροχήν».
Το δεύτερο άρθρο δημοσιεύεται στις 14 Αυγούστου 1893 στο πρώτο φύλλο του «Σοσιαλιστικού Συλλόγου» με τίτλο:
«Ἡ τομὴ τοῦ Κορινθιακοῦ Ἰσθμοῦ»
Γεγονὸς μεγάλης σημασίας καὶ προσοχῆς ἄξιον συνετελέσθη πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν, προσελκύσαν τὸν θαυμασμὸν καὶ τὴν προσοχὴν πάντων.
Κατὰ τὴν προπαρελθοῦσαν Κυριακὴν ἐτελέσθησαν τὰ ἐγκαίνια τῆς Κορινθιακῆς διώρυγος εἰς ἅ παρευρέθησαν πλεῖστοι ὅσοι ἐκ τε τῆς Πρωτευούσης καὶ τῶν Ἐπαρχιῶν. Ἡ Βασιλικὴ οἰκογένεια καὶ οἱ Ὑπουργοὶ πρὸς τούτοις δὲ μοῖρα τοῦ ἡμετέρου καὶ ἐκ τοῦ Φαλήρου ὁρμούντος Ἀγγλικοῦ στόλου παρῆσαν κατὰ τὴν ἐπίσημον στιγμὴν τῶν ἐγκαινίων.
Τὸ ἔργον καὶ ὑπὸ ἔποψιν ἐκτελέσεως καὶ ὑπὸ έποψιν τῆς κοινῆς χρήσεως εἶναι σπουδαῖον καὶ προοιωνίζεται πλήρη ἐπιτυχίαν τοῦ σκοποῦ τῆς συγκοινωνίας δι’ ὅν ἐξετελέσθη.
Ἐγράφησαν ἄρθρα ἐπὶ ἄρθρων κατὰ διαφόρους καιροὺς ὑπὸ τῶν λοιπῶν ἐφημερίδων περὶ τῶν καθ’ ἑκἀστων καὶ νῦν δὲ ὅτε ἐτελέσθησαν τὰ ἐγκαίνια, δὲν ὑστέρησαν κατὰ τοῦτο ἀλλ’ ἐπλήρωσαν ὁλοκλήρους στήλας μὲ ταχυδρομικὰς καὶ τηλεγραφικὰς ἀνταποκρίσεις, καὶ ὡς ἐκ τούτου, ἐπειδὴ ἄλλως τε καὶ ὁ χῶρος τῆς ἐφημερίδος μας εἶνε ἀναλόγως μικρὸς καὶ τὸ πρᾶγμα δὲν εἶναι ἐπίκαιρον, κρίνομεν περιτὴν τὴν ἐξιστόρησιν τῶν λαβόντων χώραν κατὰ τε τὴν ἐκτέλεσιν τοῦ ἔργου καὶ κατὰ τὴν τελετὴν τῶν ἐγκαινίων καθ’ ἣν ἀρκούμεθα νὰ ἀναγράψωμεν, ὅτι ὁ Βασιλεὺς ἐξεφώνησε λόγον μνημονεύσας πάντων τῶν ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων συλλαβόντων τὴν ἰδέαν περὶ τῆς τομῆς τοῦ Ἰσθμοῦ τῆς Κορίνθου, καὶ κατέληξεν εἰς τὴν ἀπονομὴν παρασήμου εἰς τὸν Μάτσαν, ἐργολάβον τοῦ Α. Συγγροῦ, τοῦ γνωστοῦ εὐεργέτου, ὅστις ἀνταπαντῶν εἰς τὸν βασιλικὸν λόγον, ὡσὰν νὰ ἀπευθύνετο πρὸς αὐτόν, εἶπεν ὅτι τὸ ν’ ἀναλάβη τὴν ἀποπεράτωσιν τοῦ ἔργου μὲ ἰδικὰ τοῦ κεφάλαια τὸ έπραξεν οὐδόλως ἀποβλέπον εἰς ἰδιοτελεῖς σκοπούς!! ἀλλὰ διὰ τὸ καλὸν τοῦ τόπου καὶ χάριν τῆς συγκοινωνίας! Εὐεργέτης ἄνθρωπος!!!
Τὸ ἑξῆς ὅμως μᾶς παρήγαγεν μεγάλην αἴσθησιν, ὅτι ἐξ ὅσων ἐξεφώνησαν λόγους εἴτε ἀντεφώνησαν ἤ ἔγραψαν εἰς ἐφημερίδας, ἀρκεσθέντες ν’ ἀναφέρουν μόνο περὶ Νέρωνος καὶ Καίσαρος καὶ δὲν ἀναφέρθησαν περὶ τῶν ἄλλων ἐκ τῶν ἀρχαίων τῶν συλλαβόντων τὴν τομὴν τοῦ Ἰσθμοῦ καὶ περὶ πολλοῦ πεθαμένων, ὅπως καταδείξωσιν ὅτι ἕκαστος συνετέλεσεν εἰς τὴν εὐόδοσιν τοῦ ἔργου, παρέλειψαν ν’ ἀναφέρουν, εἴτε ἀπὸ σκοποῦ εἴτε μὴ δίδοντες σημασίαν, ἔστω καὶ μίαν λέξιν περὶ τῶν ἐργατῶν, τῶν κυρίως συντελεσάντων εἰς τὴν κατασκευὴν τοῦ ὅλου πολυμόχθου ἔργου.
Οὐδεὶς περὶ αὐτῶν ἀνέφερεν, οὐδεὶς ἐμνήσθη αὐτῶν, οὐδεὶς τοὺς ἐνεθυμήθη. Καὶ τοῦτο διότι τοὺς θεωροῦν ὡς κτηνώδεις μηχανὰς αἵτινες τρώγουν ἄρτον καὶ τίποτε περισσότερον. Ἄν ὅμως ἐξηρτᾶτο ἀπὸ ἡμᾶς, ἠθέλομεν ἀνεγείρει εἰς μέρος περιφανὲς τῆς διώρυγος ἀνδριάντα προσωποποιοῦντα τὸν ἐργάτην, τὴν ψυχὴν αὐτὴν παντὸς μεγάλου καὶ γενναίου ἔργου καὶ ἠθέλομεν ἀπονείμη εἰς τὸ σύνολον τῶν ἐργατῶν τὸ παράσημον, τὸ ὁποῖον έλαβεν ὁ Μάτσας, ὅπως ὁ Βίκτωρ Ουγκὼ επρότεινεν εἰς τὴν Ἀγγλικὴν Κυβέρνησιν ὅτι θὰ ήτο δικαιοτέρα ἐὰν ἀντὶ τῆς μορφῆς ἑνὸς μόνον ἀνδρὸς, τοῦ Βελιγκτῶνος νικητοῦ τῆς Βατερλούης, ὕψωνεν εἰς τὰ νέφη ἀνδριάντα ὅλου τοῦ στρατοῦ.
Αναρχία και Ζωή
Πηγή: Αρχείο Σταύρου Καλλέργη
Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 209, Νοέμβριος 2020
[1]. Ο «Κεντρικός Σοσιαλιστικός Σύλλογος ιδρύεται» το 1890 (έως το 1894) από τον Σταύρο Καλλέργη· διαθέτει πάνω από 200 εγγεγραμμένα μέλη. [Ανάλογες τάσεις εμφάνισης εθνικών σοσιαλιστικών οργανώσεων, διακρίνονται σε όλα τα βαλκάνια καθ΄ όλη την δεκαετία του 1890: Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Βουλγάρων Εργατών (1891), Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Σερβίας (1892), Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Ρουμανίας (1893), Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Κροατίας (1894), Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Σλοβενίας (1896)].
[2]. Το ίδιο έτος εκδίδεται από τον Καλλέργη η εφημερίδα «Σοσιαλιστής – Όργανον των κοινωνικοκτημονικών κοσμοπολιτικών αρχών». Οι περίοδοι εκδόσεως της εφημερίδας είναι: 1890, 1892-1894 – 1902.
[3]. «Οι φίλοι της τάξεως», Σοσιαλιστής, 23-29/6/1890, σ. 1-2.
[4]. Θα περάσουν 17 ολόκληρα χρόνια έως την επόμενη διοργάνωση εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα.
[5]. H 1η Μαΐου καθιερώθηκε ως εργατική Πρωτομαγιά την 20η Ιουλίου του 1889 κατά τη διάρκεια της Δευτέρας Διεθνούς στο Παρίσι, σε ανάμνηση της Σφαγής του Σικάγο το 1886.
[6]. Εφημερίδα Σοσιαλιστής (α΄ δεκαπενθήμερο Φεβρουαρίου 1894, σ. 1-2). Μάλλον αφορά απόδοση που βασίζεται στα «Συμπεράσματα» βιβλίου του Κροπότκιν για τη γαλλική επανάσταση του 1789. (P. Kropotkin, The Great French Revolution, 1789-1793, Νέα Υόρκη, Vanguard Printings, 1927, σ. 573-583.)
[7]. Ανάμεσα στους συλληφθέντες αναρχικούς είναι οι Δημήτριος Αρνέλλος, Α. Θεοδωρίδης και Δ. Μπαντούνας συμμετέχοντες στα αναρχικά έντυπα Επί τα Πρόσω (Πάτρα, 1896) και Νέον Φως (Πύργος, 1898-1899).
[8]. Ενδεικτικά «[ο Μαρκαντωνάτος] δεν εἶνε ὑγιής διανοητικῶς», Νέα Εφημερίς, 19/5/1894, σ. 5
[9]. Νέα Εφημερίς, 30/6/1894, σ. 5.