Ad Galeras

Πρόσφατα ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Θεόδωρος Μητράκος ανέφερε, ότι «η πρόσφατα παρατηρούμενη αύξηση της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων κατευθύνθηκε κυρίως στη χρηματοδότηση μεγάλων επιχειρήσεων. Ο ρυθμός αύξησης της χρηματοδότησης μεγάλου μεγέθους μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (ΜΧΕ) επιταχύνθηκε ήδη από το Μάρτιο του 2020 ανερχόμενος σταδιακά στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας». Αξίζει να σημειωθεί, ότι στην αύξηση της χρηματοδότησης των ΜΧΕ μεγάλου μεγέθους για την περίοδο Μαρτίου-Ιουλίου 2020 συνέβαλαν πιστοδοτήσεις συγκεκριμένων πολύ μεγάλων επιχειρήσεων της βιομηχανίας (ΕΛΠΕ, Motor Oil, ΤΙΤΑΝ και ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ, Lamda Olympia Village AE) και άλλων κλάδων (ΟΠΑΠ), που απορρόφησαν περίπου τη μισή χρηματοδότηση. Δηλαδή, από το σύνολο των πιστοδοτήσεων που χορήγησαν οι τράπεζες, οι μισές, σχεδόν, κατευθύνθηκαν στις 6 πολύ μεγάλες επιχειρήσεις και οι υπόλοιπες κατανέμονται σε υπόλοιπες μεγάλες εταιρείες.

Ταυτόχρονα, η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο της για την οικονομία, τονίζει ότι ιδιαίτερα ευάλωτες στην κρίση είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), λόγω του μεγέθους τους, αλλά και της αδυναμίας ταχείας προσαρμογής στις συνθήκες λειτουργίας που διαμόρφωσε το σοκ της πανδημίας στην οικονομία. Οι ΜμΕ απορροφούν αναλογικά το μεγαλύτερο ποσοστό εργαζομένων σε πληττόμενους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Όπως αναφέρει η τράπεζα, το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 85% και είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.

Oι αλλαγές που, παράλληλα, συντελούνται στην ελληνική αγορά εργασίας με αφορμή την οικονομική κρίση, τα μνημόνια, τον «κοροναϊό» «για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας» οδηγούν στην απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Πρόκειται για αλλαγές στο εργασιακό πεδίο που συντελούνται κατά την τελευταία 25ετία στην Ελλάδα με σταδιακές και συμπληρωματικές παρεμβάσεις και με άξονα την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη μείωση του εργασιακού κόστους. Οι πολιτικές αυτές, άλλωστε, εντάσσονται στο πλαίσιο της κυρίαρχης ευρωπαϊκής πολιτικής(,) η οποία υιοθετεί την ανάγκη της ριζικής μεταρρύθμισης της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας. Στο πλαίσιο της νέας αυτής αντίληψης για τη λειτουργία της αγοράς εργασίας και των εργασιακών σχέσεων, το εργατικό δίκαιο αντιμετωπίζεται ως εμπόδιο απέναντι στην υλοποίηση των ως άνω στόχων.

Θεωρούμε ότι δεν χωράει αμφιβολία πως οι «κρίσεις», οικονομικές και πανδημικές, όπως του κορωναϊού, πλήττουν μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού, αλλά σαφώς και πάρα πολλές επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τις περισσότερες μελέτες και αναφορές, οι μικρές επιχειρήσεις δέχονται πολύ μεγαλύτερες πιέσεις από τις μεγάλες. Αφού, τόσο η χρηματοδότηση όσο και η ευελιξία σε νέες καταστάσεις, είναι χαρακτηριστικά τα οποία ευνοούν τις μεγάλου μεγέθους εταιρείες.

Ανεξαρτήτως της κλίμακας και του μεγέθους μιας επιχείρησης, πάντως, η σχέση μεταξύ εργαζόμενου και εργοδότη είναι σταθερά εξουσιαστική και αυτή η σχέση είναι που βασικά χαρακτηρίζει τους δύο ρόλους. Το «ίδια είναι τα αφεντικά, μεγάλα και μικρά» θεωρούμε ότι αποτυπώνει από κοινού την παρουσία της εξουσιαστικής σχέσης μεταξύ εργοδότη-εργαζόμενου και όχι τόσο την έκταση και την ένταση της εκμετάλλευσης. Άλλωστε στις πολύ μεγάλες εταιρείες η δομημένη ιεραρχία της διευθυντικής ελίτ και άλλων τροχών της αμάξης αντικαθιστούν τον εργοδότη και ενεργούν αντί αυτού. Κάποιος είναι, ταυτόχρονα, διευθυντής ή προϊστάμενος που διατάζει και ορίζει, αλλά φέρει τον ρόλο του εργαζόμενου με τον νεωτεριστικό όρο του «στελέχους». Προ πολλών δεκαετιών τα ονόμαζαν απλά «τσιράκια».

Συνεπώς, οι ρόλοι και οι ταυτότητες στο χώρο εργασίας, όπως και η κατανομή των επιχειρηματιών έχει ενδιαφέρον γιατί δεν υπάρχουν μονάχα οι ξεκάθαροι όροι αφεντικά και εργάτες. Επ’ ουδενί δεν μπορούμε να συγκρίνουμε ένα μικρό ιδιοκτήτη μιας επιχείρησης με έναν μεγαλοβιομήχανο με όρους οικονομικούς και εργασιακούς. Όπως είδαμε και παραπάνω ο μεγαλοεπιχειρηματίας έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τον μικρό. Σε έναν μεγάλο αριθμό εταιρειών αυτό αποτυπώνεται και στις μισθολογικές και εργασιακές σχέσεις. Για παράδειγμα, μια επιχείρηση που λαμβάνει δημόσια έργα ή έχει πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση, λόγω και ασκούμενων πιέσεων είναι πολύ πιθανό να φέρεται μισθολογικά στους εργαζόμενους άψογα, παραπάνω απ’ ότι λέει ο νόμος. Χωρίς ίχνος κριτικής σκέψης πολλοί θα επικροτήσουν το «καλό αφεντικό», ενώ ο μικροϊδιοκτήτης επιχείρησης που διακρίνει ότι η επιχείρηση του δεν είναι «βιώσιμη» λόγω έκτακτων αναγκών, όπως κοροναϊού για παράδειγμα, και πρέπει να πάρει αποφάσεις και κινήσεις είναι το «κακό αφεντικό».

Πιστεύουμε ότι ο αναρχικός, ως μια οντότητα που διαρκώς αναζητεί την αλήθεια και προσπαθεί για την διαμόρφωση συνθηκών ελευθερίας, αντιλαμβάνεται την μερικότητα της αποτύπωσης και σύγχυσης εννοιών όπως τάξη, υπεραξία, εκμετάλλευση. Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι το μόνο κοινό στοιχείο, που υπάρχει μεταξύ μεγάλου και μικρού αφεντικού, είναι η σχέση εξουσίας που έχουν πάνω στο προσωπικό τους. Ασφαλώς αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε υπέρ της μικροϊδιοκτησίας, αντιθέτως προταγματικά πιστεύουμε σε σχήματα κοινοχρηστικά και συλλογικά, όπου θα απέχει παντελώς η έννοια της ιδιοκτησίας και γι’ αυτό και η έννοια της κοινοκτημοσύνης (κοινή ιδιοκτησία) θα ήταν ένας περιττός προσδιορισμός. Αυτό το οποίο στιγματίζουμε(,) ανεξαρτήτως ιδιότητας και ιδιοκτησιακού όγκου, είναι η εξουσιαστική αντίληψη και η συμπεριφορά «νοικοκυραίου» που διαθέτουν πολλοί μικροί επιχειρηματίες. Τα μικρά αφεντικά που θα ήθελαν να ήταν μεγάλα σε αρκετές περιπτώσεις.

Η αφορμή για όλες αυτές τις σκέψεις μας ήταν ένα κείμενο που αναρτήθηκε διαδικτυακά και κινηματικά και αποτελούσε την καταγγελία ενός εργαζομένου προς τον ιδιοκτήτη του μαγαζιού που δούλευε. Η καταγγελία δεν ήταν μια ακόμη καταγγελία ενός εργαζόμενου προς έναν εργοδότη που καταπατά τα δικαιώματα του. Ήταν μια καταγγελία που τοποθετούσε πολιτικά ζητήματα συμπεριφοράς του εργοδότη και επί πλέον τον χαρακτήριζε και «αναρχοαφεντικό» υπονοώντας σαφώς τις αναρχικές του πεποιθήσεις. Αλλά πριν από την «κινηματική» καταγγελία τού εργαζόμενου είχαμε μια προγενέστερη ανάρτηση άλλου ατόμου μέλους συλλογικότητας που ενημέρωνε για τις επόμενες κινήσεις δίνοντας το έναυσμα για σχόλια, αναρτήσεις και κοινοποιήσεις. Προηγήθηκε ο «λαγός» και μετά ο καταγγέλλων εργαζόμενος, νέα ήθη στον «αναρχικό χώρο» εν εξ-άχρεια 2020. Να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με απόλυτη ακρίβεια το τί έχει συμβεί και ούτε είναι στις προθέσεις μας. Αν και πιστεύουμε από την παράθεση κειμένων και καταγγελιών ότι μια προσωπική διένεξη ντύθηκε με πολιτικό μανδύα και εκδικητικότητα του στυλ «να δεις τι θα πάθεις». Το ύφος, η συμπεριφορά και τα ντου είναι που μας ξενίζουν. Η γραφή των κειμένων και των λεχθέντων τα οποία ακούγονται στα αναρτημένα βίντεο διακατέχονται από μια έπαρση και αυθεντία. Μια συμπεριφορά νταήδων, με λίγα λόγια μια εξουσιαστική συμπεριφορά. Και σε αυτά δεν χωράνε «ναι μεν αλλά…» και ούτε ο σκοπός αγιάζει τα μέσα για τους αναρχικούς. Τα «μέσα» αγιάζονται ιστορικά από τους σταλίνες και τους συν αυτώ και όχι από τους αναρχικούς.

Συνεπώς βίντεο που να δείχνουν εισβολές σε μαγαζιά από αναρχικούς και να διατυπώνεται η απαίτηση το μαγαζί να κλείσει και να πάει στο Κολωνάκι, που ανήκει, είναι ξένη προς την αναρχία διαχρονικά. Διότι ο αναρχικός δεν μάχεται ώστε να μην υπάρχουν γαλέρες μόνο στα Εξάρχεια αλλά παντού. Δηλαδή εάν μεταφερθεί η χαρακτηριζόμενη γαλέρα 10 στενά παραπάνω δεν υπάρχει πρόβλημα, δεν θα υπερασπιστείτε τους εκεί εργαζόμενους; Περίεργη «ταξική»(!) συνείδηση και αλληλεγγύη. Όπως και η προτροπή για μποϋκοτάζ στο συγκεκριμένο μαγαζί και στήριξη άλλων επιλογών. Αντιγράφουμε από το κείμενο της συλλογικότητας «Ρουβίκωνας»: «Και δεν είναι καθόλου δύσκολο, από τις «πολλές επιλογές» που δίνει η αγορά στα Εξάρχεια το Cookoomela grill να λείπει. Να μην ψωνίζει κανείς και καμμιά από κει. Όχι γιατί είναι λιγότερο γαλέρες τα άλλα μαγαζιά αλλά γιατί είναι καλό για όλους/ες να πάρουν ένα ακόμα μάθημα τα αφεντικά, και τα μικρά αφεντικά, να μην καβαλάνε τόσο το καλάμι». Δεν περιμέναμε ποτέ ότι θα διαβάζαμε κείμενο πολιτικής συλλογικότητας που θα αναφέρει να μην ψωνίζουμε από εκεί αλλά από αλλού, που μπορεί εκεί που σας προμοτάρουμε να είναι χειρότερα τα αφεντικά και χειρότερες γαλέρες από το Cookoomela αλλά το Coocoomela πρέπει να κλείσει! Εμμονή και εμπάθεια μας μυρίζει, αλλά όταν αυτά τα συναισθήματα εισχωρούν σε ομάδες και συλλογικότητες και πολιτικοποιούν/θεωρητικοποιούν προσωπικές καταστάσεις τότε οδηγούμαστε σε συμπεριφορές σαν και αυτές. Διαπόμπευση και κανιβαλισμός, συμπεριφορές δηλαδή ξένες προς την αναρχική θεώρηση και στάση.

Στην καταγγελία τού απολυμένου πρώην εργαζόμενου διαβάζουμε: «Είναι γνωστό ότι τα αφεντικά ποτέ δεν ήταν, ούτε είναι και ούτε θα είναι με το μέρος μας. Συνεχώς οι καταγγελίες για την εξουσιαστική ασυδοσία τους εις βάρος των εργαζομένων πληθαίνουν και με την πανδημία στο παιχνίδι οι εργασιακές συνθήκες ολοένα και δυσχεραίνουν. Επίσης είναι κοινό μυστικό ότι τα αφεντικά στα Εξάρχεια δεν διαφέρουν από τα υπόλοιπα αφεντικά. Αντιθέτως, συχνά εκμεταλλευόμενα την “ελευθεριακή” νοοτροπία που διέπει την περιοχή, βρίσκουν πάτημα για να “νομιμοποιήσουν” και να εντείνουν συνθήκες εκμετάλλευσης, πολλές φορές μάλιστα τρομοκρατώντας τους εργαζομένους με ποταπά μέσα όταν αυτοί αντιδρούν στις άθλιες εκμεταλλευτικές συμπεριφορές τους. Ακόμη κι όταν τα αφεντικά παρουσιάζονται από τους ίδιους τους εργαζόμενούς τους ως “καλά”, γιατί απλά είναι τυπικά και τηρούν τις υποχρεώσεις τους –πληρώνουν στην ώρα τους, κολλάνε όλα τα ένσημα κ.λπ.– δεν παύουν να είναι αφεντικά. Και πρέπει να συμφωνήσουμε ότι δεν υπάρχουν καλά αφεντικά. Με την πρώτη ευκαιρία θα φροντίσουν να σώσουν το τομάρι τους κάνοντας αυτό που ξέρουν καλύτερα παρασιτώντας στους εργαζόμενούς τους. Στην πρώτη δυσκολία δε θα διστάσουν να δείξουν το πραγματικό τους πρόσωπο, απολύοντας εργαζόμενους, μειώνοντας ώρες και μισθούς και αν αυτοί αντιδράσουν θα φροντίσουν να τους τρομοκρατήσουν με όλους τους δυνατούς τρόπους».

Κατ’ αρχήν, θεωρούμε ότι αξιακές κρίσεις του στυλ καλά/κακά αφεντικά δεν υπάρχουν, όπως τονίσαμε και παραπάνω· οι σύγχρονες διαμορφωμένες σχέσεις και οι ρόλοι αφεντικών-εργατών είναι πολύπλοκες. Αδυνατούμε πραγματικά να κατανοήσουμε, όμως, τη φράση όπου η «ελευθεριακή» νοοτροπία νομιμοποιεί και εντείνει συνθήκες εκμετάλλευσης και τρομοκράτησης των εργαζομένων! Ούτε το ΚΚΕ δεν θα το έγραφε αυτό… Δηλαδή στα Εξάρχεια οι εργασιακές σχέσεις είναι συγκριτικά χειρότερες από άλλες περιοχές της Αθήνας λόγω της «ελευθεριακής» νοοτροπίας;

Πολλά τα ερωτήματα που μας γεννιούνται. Αρκεί να είσαι μέλος συλλογικότητας και να καταγγέλλεις στην ομάδα σου κάτι το οποίο η ομάδα χωρίς καμμία επεξεργασία και έρευνα το ασπάζεται και ενεργεί τιμωρητικά προς τον καταγγελλόμενο; Είναι στοιχείο και ένδειξη αναζήτησης της αλήθειας η a priori αποδοχή των λεγομένων ενός μέλους συλλογικότητας από τα υπόλοιπα μέλη; Η αλληλεγγύη και η συντροφικότητα ερμηνεύεται με τέτοιους όρους;

Η απαίτηση να κλείσει το μαγαζί και όλες οι στοχευμένες προς αυτή την κατεύθυνση ενέργειες, πως βρίσκονται σε αντιστοιχία με την επίκληση των μη απολύσεων; Πως αφού ο στόχος είναι να κλείσει το μαγαζί δεν υπάρχει η εκφρασμένη ευαισθησία για τα εναπομείναντα άτομα που θα απολυθούν;

Ως αναρχικοί γνωρίζουμε ότι το παιχνίδι σε όλο το φάσμα της μισθωτής εργασίας διακατέχεται από τους όρους της κυριαρχίας. Είναι κάτι που ισχύει από την πρόσληψη έως την απόλυση. Το παιχνίδι παίζεται στο δικό τους γήπεδο και φάνηκε ξεκάθαρα την περίοδο επιβολής μνημονίων. Δεν έχουμε αυταπάτες. Μονάχα μια αντικρατική και αντικαπιταλιστική δράση μπορεί να πετύχει ουσιαστικά αποτελέσματα, όταν δεν θα υπάρχουν εξουσιαστικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Στόχος είναι η κατάργηση των εξουσιαστικών σχέσεων εργασίας και επ’ ουδενί η βελτίωση τους. Άλλωστε αυτό το κάνουν καλά οι βελτιωτές του συστήματος κυριαρχίας (σοσιαλδημοκράτες κ.λπ.), δεν χρειάζεται να εισχωρούμε και εμείς σε ξένα χωράφια. Αταλάντευτα οφείλουμε να πορευόμαστε στη δημιουργία των συνθηκών εκείνων ώστε να ζούμε σε έναν κόσμο όπου η καταπίεση και οι εξουσιαστικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων δεν θα έχουν καμμία παρουσία.

Και σε αυτή τη διαδρομή οφείλουμε ο αγώνας μας να γίνεται με αυταπάρνηση, ταπεινότητα και ήθος. Η διαπόμπευση με κάθε μέσο και τρόπο αποτελεί επαίσχυντη συμπεριφορά και δεν μας χαρακτηρίζει ως αναρχικούς. Αποτελεί μέσον της εξουσίας για τρομοκράτηση και παραδειγματισμό, εδώ και αιώνες, και είναι παντελώς ξένη προς τα ιδανικά μας. Όπως και η επίδειξη δύναμης απέναντι σε καταστηματάρχες παραπέμπει σε άλλες συμπεριφορές και κίνητρα που δεν έχουν καμμία μα καμμία θέση στον κοινωνικό απελευθερωτικό αγώνα.

Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας

Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 209, Νοέμβριος 2020
Both comments and trackbacks are currently closed.