Να σημειώσουμε, πως τα παραπάνω (βλ. Της «μεσαίας τάξης» τα παθήματα…) δεν αφορούν ειδικώς τον ελλαδικό χώρο, καθώς η αναζήτηση αυτού του Ιερού Γκράαλ έχει εισαχθεί, όπως και πολλές άλλες ιδέες, από την Εσπερία. Στον ελλαδικό χώρο, όμως, το φαινόμενο αποκτά άλλη διάσταση, καθώς συνοδεύεται από δύο βασικές ιδιαιτερότητες.
Η πρώτη αφορά την γνώριμη παντοδυναμία του Κράτους υπό την ευρεία έννοια: πολιτικοί, διοικητικοί, εκπαιδευτικοί, ιδεολογικοί μηχανισμοί, αποτελούν τον προνομιακό χώρο πάνω στον οποίο εκτρέφονται και αναπτύσσονται όλες οι μεγάλες κοινωνικές ομάδες συμφερόντων. Οι αντιθέσεις μεταξύ των τελευταίων, συχνά ακραίες, δεν εκπορεύονται μόνο από τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς, αλλά και από την απ’ ευθείας σχέση τους με το Κράτος.
Δεν πρέπει να ξεχνούμε άλλωστε ότι το κράτος αποτελεί πεδίο σχέσεων, αλλά και ενεργό υποκείμενο.
Η δεύτερη ιδιαιτερότητα είναι η ακόμα πιο γνώριμη σε όλους μας πολλαπλότητα των κοινωνικών ρόλων.
Ο καθηγητής μέσης εκπαίδευσης, ο οποίος το απόγευμα κάνει ιδιαίτερα στους μαθητές του. Ο τμηματάρχης δημόσιας υπηρεσίας, που δουλεύει περιστασιακά ως γκαρσόνι πολυτελείας στα events εφοπλιστών. Ο άνεργος, κατά δήλωσίν του, που εισπράττει ως «ασθενέστερος» όλα τα προνοιακά επιδόματα και κουπόνια (αντιστοιχούν μηνιαίως σε λίγο παραπάνω από ένα βασικό μισθό), αλλά τυγχάνει και ιδιοκτήτης 2-3 διαμερισμάτων, τα οποία νοικιάζει σε άλλους «μεσαίους». «Μαύρα» φυσικά ή στο όνομα της συζύγου του.
Συχνά τυχαίνει να είναι πολύ απαιτητικός και ανεβάζει διαρκώς το ενοίκιο, αλλά οι νοικάρηδες του τον πληρώνουν με το ίδιο νόμισμα: Καθυστερούν πολύ την καταβολή των ενοικίων ή δεν τον πληρώνουν καθόλου. Πολλές φορές δουλεύει και «μαύρα». Εάν βάλει έστω και ένα ένσημο, διακόπτονται αυτομάτως τα επιδόματα. Και τί τον νοιάζει η σύνταξη; Ο φίλος μας δεν συμμερίζεται καθόλου τις αξίες των παλιών για σκληρή εργασία με ανταμοιβή μια καλή σύνταξη. Έχει άδικο;
H αναρχική θεώρηση πολύ πιο διορατική και αντικειμενική από τα εισαγόμενα μαρξιστικά δόγματα, που αναζητούσαν ανύπαρκτα «προλεταριάτα» για να τα χρίσουν σώνει και ντε ως περιούσιο λαό ενάντια σε έναν εξ ίσου χιμαιρικό «καπιταλισμό», είχε από πολύ νωρίς επισημάνει αυτή την έντονη κοινωνική διάχυση, αυτή τη σύμμειξη του κράτους με την κοινωνία. Αυτή η σχέση αποτυπώνεται και χωρικά, σε ένα ενιαίο, αξεδιάλυτο χώρο, οποίος δεν είναι ούτε καθαρά δημόσιος, ούτε ιδιωτικός, αλλά «ιδιωτικοδημόσιος».
Όπως πίνουμε τον καφέ μας, δεν έχουμε παρά να παρατηρήσουμε με άλλο μάτι αυτό το τόσο οικείο φαινόμενο με τα τραπεζάκια στην πλατεία. Βολεύει και ο καιρός, βλέπετε, τον περισσότερο καιρό έχει ηλιοφάνεια.
Παντοδυναμία του Κράτους σημαίνει φυσικά και παντοδυναμία της πολιτικής.
Αυτή η ιδιότυπη κατάσταση συνοψίζεται χαρακτηριστικά στην γνωστή φράση του Χαρίλαου Τρικούπη «εν Ελλάδι, εάν δεν πολιτεύεταί τις, ουδέν δύναται να πράξη».
Η ανθεκτικότητα αυτής της συνθήκης είναι μάλλον αυταπόδεικτη.
Επέζησε ενός Διχασμού, δυο παγκόσμιων πολέμων, αλλεπάλληλων πτωχεύσεων, καταστροφών, δικτατοριών και εμφυλίων. Το εκάστοτε κυβερνών κόμμα δεν ασκεί μια πολιτική εξουσία, αλλά κατ’ ουσίαν διαχειρίζεται το όλο σύστημα εκτροφής των διαφόρων ομάδων εξουσίας και γι’ αυτό η κατάκτησή της έχει τόσο μεγάλη σημασία για τους πολιτευόμενους.
Η διαχρονική προτίμηση των εμπλεκόμενων μερών στην ανοιχτή αντιπαράθεση και στην τακτική της «εφόδου» από τις (πολύ πιο σύνθετες) διαδικασίες διαλόγου, είναι θεμελιακό στοιχείο της γενικότερης συγκρουσιακής κουλτούρας για τη νομή της εξουσίας.
Καρπός αυτής της σύμμειξης κράτους-κοινωνίας θεωρείται από πολλούς, τόσο η λεγόμενη μεσαία τάξη, όσο και τα «ρετιρέ» της οικονομικής εξουσίας. Η διάχυση προνομίων, παροχών, κανονιστικών διευκολύνσεων, τυπικών ή άτυπων δεν αποτελεί ασφαλώς μια περιστασιακή πρακτική, αλλά μια απαραίτητη δομική προϋπόθεση τόσο για την διόγκωση των πολυπληθών ομάδων συμφερόντων, που χαρακτηρίζονται από τους εχθρούς τους ως «νοικοκυραίοι», όσο και τη γιγάντωση των δεύτερων, των «οικονομικών πρωταθλητών».
Και μάλιστα όσο μεγάλωναν αυτές οι ομάδες και εδραίωναν την παρουσία τους στο κοινωνικό παιχνίδι, τόσο διεκδικούσαν και νέα προνόμια. Ταξιτζήδες, φορτηγατζήδες, φαρμακοποιοί, δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί, έμποροι, ξενοδόχοι, ταβερνιάρηδες, εργολάβοι, καταπατητές και υπάλληλοι του δημοσίου, αποτελούσαν κάποιες από τις πιο θορυβώδεις ομάδες, που σμίλευσαν με την συχνά καταστροφική παρουσία τους την συλλογική κουλτούρα αλλά και το τοπίο.
Αυτοί μαζί με άλλους και άλλους βγήκαν στα κάγκελα και έγιναν «αγανακτισμένοι», όταν το κράτος για συγκυριακούς λόγους (πτώχευση) χρειάστηκε να περικόψει κάποια από τα προνόμια τους. Τα υπόλοιπα τα πριόνισε η οικονομική κρίση. Μούτζωσαν με την ψυχή τους, έβρισαν, έστησαν μερικοί και χάρτινες κρεμάλες για το κράτος, που τους πούλησε.
Ο ευφυής και αδίστακτος πολιτικός Θεόδωρος Πάγκαλος δεν δίστασε να τους χλευάσει μπροστά στα μούτρα τους: Μαζί τα φάγαμε πουλάκια μου μην καμώνεστε, πως δεν καταλαβαίνετε ότι εμείς οι statesmen αποφασίζαμε να μην σας ελέγχουμε φορολογικά, να σας νομιμοποιούμε τα αυθαίρετα, να σας διορίζουμε τα παιδιά σας στις ΔΕΚΟ όπως στην εποχή του Δηλιγιάννη.
Αγανάκτησαν κι άλλο, όπως ήταν φυσικό, και αποφάσισαν να ψηφίσουν τον σατανικό Αλέξη, τον πραγματικό «Ρασπούτιν» της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Τους υποσχέθηκε ότι θα σκίσει τα μνημόνια με ένα άρθρο σε ένα νόμο. Το πίστεψαν, γιατί έτσι είχαν μάθει να κάνουν πάντα. Να ψηφίζουν και να περιμένουν μια νομοθετική ρύθμιση προς διευκόλυνσή τους.
Ήταν όλοι ίδιοι; Μπορούμε να τους χώσουμε όλους στο ίδιο τσουβάλι; Δεν υπήρχε δίπλα στον αδίστακτο γιατρό και ο γιατρός, ο οποίος θεωρούσε πως έκανε λειτούργημα; Δεν υπήρχαν και τίμιοι έμποροι, που έτρεμαν μήπως βρεθούν να χρωστάνε και να μην έχουν «κούτελο»; Δεν υπήρχαν σκληρά εργαζόμενοι άνθρωποι, που ακολούθησαν με ευλάβεια το άγραφο ιερό τρίπτυχο: Μορφώνομαι ίσον ανεβαίνω κοινωνικά, δουλεύω σκληρά ίσον πετυχαίνω, πετυχαίνω εγώ και πετυχαίνει μαζί μου και η χώρα, επενδύοντας όλη τους στη ζωή σε αυτό τον τόπο;
Υπήρχαν και μάλιστα πάρα πολλοί, ίσως οι περισσότεροι.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να διακτινιστούν, όπως τα κεφάλαια των offshore και των τραπεζών του εξωτερικού με το πάτημα ενός κουμπιού.
Είναι βαθιά ριζωμένοι εδώ και τι παράξενο!
Περιμένουν καρτερικά τη νεκρανάστασή τους από το Κράτος, το έτερον τους ήμισυ, που τους πούλησε ένα ωραίο πρωί εκείνο το «μοιραίο» έτος, το 2010…
Λ.