Οἱ ὑποστηρικτὲς τῆς ἄμεσης δημοκρατίας δὲν παραλείπουν νὰ προσφύγουν στὸ μεγαλεῖο τῆς ἄμεσης δημοκρατίας τῶν ἀρχαίων Ἀθηνῶν προκειμένου νὰ ὑποστηρίζουν τὶς κατ’ οὐσίαν ἀνεδαφικὲς ἀπόψεις τους. Διότι, τόσον οἱ φανεροὶ ὑποστηρικτὲς τῶν ἐξουσιαστικῶν θεσμῶν ὅσον καὶ οἱ λοιποὶ ἀριστερίζοντες ἢ ἀναρχίζοντες, ἀγνοοῦν ἢ ὑποβαθμίζουν τὴν ὑπαρκτὴ βαρβαρότητα, ποὺ ἴσχυε καὶ τῆς ὁποίας ἡ ἀναπαραγωγὴ μὲ ἐκσυγχρονιστικὰ φτιασιδώματα δὲν θὰ προσέφερε καμμία μετουσίωσιν τῶν ὑπαρχουσῶν συνθηκῶν.
Ὅποιοι ξεχνοῦν τὶς ρίζες τους σύντομα καταφεύγουν σὲ ἐξουσιαστικὰ ὑποκατάστατα ὅπως εἶναι ἡ ἄμεση δημοκρατία. Λησμονοῦν πὼς ἡ ἀπανθρωπιὰ τῶν ἐξουσιαστικῶν θεσμῶν εἴτε ἐγκαθιδρυθεῖ μὲ τὴν ἔμμεση συγκατάθεση (ψῆφο) τῶν ὑπηκόων (πολιτῶν), εἴτε μὲ τὴν ἄμεση δὲν ἀλλάζει κατ’ οὐσίαν. Ἔτσι, ἔχουμε τὴν ἀνάδειξιν τοῦ ἀναρχισμοῦ ὡς παραμέτρου τῆς ἐξουσιαστικῆς ἰδεολογίας.
Ἂς δοῦμε, ἐν προκειμένω, τὰ ἰσχύοντα κατὰ τὸν 4ον π.Χ. αἰῶνα, τὸν γνωστό μας «χρυσοῦν αἰῶνα» τοῦ Περικλέους. Συνέχεια