Την επαύριο του ογκώδους συλλαλητηρίου του περασμένου Ιούνη, ο τότε υπουργός εξωτερικών Κοτζιάς είπε ούτε λίγο ούτε πολύ πως «αυτοί που δεν κατέβηκαν ήταν περισσότεροι». Και έσπευσε να δηλώσει συνειδησιακά ήσυχος, εφόσον, βάσει της παραπάνω «συλλογιστικής», εκπροσωπεί την πλειοψηφία, την οποία βέβαια με αυθαίρετο τρόπο χρωμάτισε όπως τον βόλευε.
Μία από τις «λογικές» που ατύπως θέσπισε η παγκόσμια τάξη που προέκυψε μετά το 1989 ήταν πως όποιος δεν εκφράζεται ή δεν αντιδρά ξεκάθαρα και φανερά αυτομάτως θεωρείται ότι συναινεί και συμφωνεί με τα σχέδιά της, ακόμα και στην περίπτωση που δεν γνωρίζει τίποτα γι’ αυτά, ώστε να είναι σε θέση να αντιδράσει. Ας πρόσεχε, ας φρόντιζε να γνωρίσει.
Ήταν μια τετριμμένη (πλέον) ακροβασία από τον «κύριο ΣΤΑΖΙ» (κατά τους πρώην συντρόφους του), αλλά επαρκής, ώστε να επιστρέψει τον κλονισμό που δέχτηκε η τρέχουσα εξουσιαστική διαχείριση των πραγμάτων πίσω στην πηγή του, δηλαδή στους συμμετέχοντες στα συλλαλητήρια. «Όταν είσαι περικυκλωμένος, πανικόβαλλε τον ίδιο τον εχθρό». Το σύνθημα είχε δοθεί και ο μηχανισμός της προπαγάνδας έσπευσε να υιοθετήσει την δέουσα απαξιωτική τακτική, προσπερνώντας το παρόν με «επίθεση στο μέλλον»: «Δεν υπάρχετε. Εμείς συνεχίζουμε. Και τί άλλο, άραγε, μπορείτε να κάνετε;». Συνέχεια