Αφορμή γι’ αυτήν την προσπάθεια ξεκαθαρίσματος των σχέσεων που μπορεί να υπάρχουν μεταξύ αναρχικών και μαρξιστικής ιδεολογίας, είναι η συχνή χρήση μαρξιστικών όρων και θέσεων, στον λόγο (έντυπο ή προφορικό) κάποιων συντρόφων. Συχνά για παράδειγμα ακούγεται ο όρος ταξικός πόλεμος ή ο όρος προλετάριος. Ποια είναι η διαφορά του κοινωνικού πολέμου από τον ταξικό πόλεμο και ποια του προλετάριου από τον καταπιεσμένο;
Για να μπουν τα πράγματα σε μια σειρά γίνεται αναγκαίο να δούμε σύντομα την κοινωνική θεωρία του Μαρξ και να επισημάνουμε τα σημεία που αυτή διαψεύστηκε απ’ την πραγματικότητα. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να υπογραμμίσουμε τον οικονομικο-κεντρικό χαρακτήρα της μαρξιστικής θεωρίας. Κάθε κοινωνικό φαινόμενο, κάθε κοινωνική δράση είναι, κατά τον Μαρξ, συνέπεια των οικονομικών σχέσεων που επικρατούν. Ακόμα και η θρησκεία, η τέχνη, η ηθική, όλα αποτελούν το «εποικοδόμημα» μιας οικονομικής υποδομής. Όλα διαμορφώνονται από την οικονομική οργάνωση. Αυτή η εμμονή της κυριαρχίας της οικονομίας έναντι των άλλων παραμέτρων της κοινωνικής πραγματικότητας είναι εξόφθαλμα υπερβολική. Μια απλή εμπειρική παρατήρηση αναδεικνύει μια συνεχή και πολύπλοκη αλληλεπίδραση όλων των κοινωνικών παραγόντων μεταξύ τους και την πολύμορφη προσπάθεια επιβολής της εξουσίας.
Ας δούμε ένα παράδειγμα. Η μαρξιστική θεωρία για την εκπαίδευση υποστηρίζει ότι αυτή επιτελεί έναν ρόλο άμεσης αναπαραγωγής των ταξικών διαφορών. Όμως η εκπαίδευση παρουσιάζει μια συνεχή αδυναμία να ακολουθήσει τις επιλογές του καπιταλισμού και συνδέεται ελάχιστα με την επαγγελματική εξέλιξη του ατόμου και ειδικά του προλετάριου. Ιστορικά έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές για την πολιτική και στρατιωτική καθυπόταξη. Η εκπαίδευση χρησιμοποιείται πολύ περισσότερο για την άντληση ικανών στελεχών (ανεξαρτήτου τάξης) που θα υπηρετήσουν και θα ενισχύσουν την κυριαρχία παρά για την αναπαραγωγή των σχέσεων παραγωγής.
Μια πιο απλή παρατήρηση για την μερικότητα της θεωρίας περί οικονομικής βάσης και εποικοδομήματος είναι ότι ο καπιταλισμός καταφέρνει να λειτουργεί πολύ καλά και σε καθεστώτα «αστικής δημοκρατίας» όπως και «αστικής δικτατορίας» όπως στην περίπτωση της ελληνικής χούντας και της ομαλότατης μεταπολίτευσης, για να μην αναφερθούμε στον κρατικό καπιταλισμό των χωρών του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού και την επίσης ομαλότατη μετάβασή τους στον αστικό καπιταλισμό.
Αλλά η κυριαρχία του οικονομισμού στην μαρξιστική κοινωνική θεωρία σε συνδυασμό με την ντετερμινιστική ανάλυσή της, οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερα λάθη. Ο Μαρξ στηριζόμενος στον συνδυασμό αυτό προέβλεψε μια νομοτελειακή διαδοχή σταδίων εξέλιξης της κοινωνίας προς τον σοσιαλισμό (Εδώ εντοπίζουμε μια επιρροή από την χριστιανική κοσμοθεωρία όσον αφορά την Δευτέρα Παρουσία). Το πρώτο κεφάλαιο του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» τελειώνει με την φράση: «η πτώση της αστικής τάξης και η νίκη του προλεταριάτου είναι το ίδιο αναπόφευκτα».
Προσπάθησε να προβλέψει τις αδυναμίες του καπιταλισμού που θα οδηγούσαν στην καταστροφή του. Θεώρησε λοιπόν ότι ο καπιταλισμός θα ξεπεραστεί από την τεχνολογική εξέλιξη (η πίστη του στην ουδετερότητα της τεχνολογίας και της προόδου είναι ένα μεγάλο ζήτημα αφού έμμεσα νομιμοποιεί την εξουσία ως προαπαιτούμενο στάδιο της διαδικασίας προς τον κομουνισμό). Άρα οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις αναμένονταν από τον Μαρξ στις χώρες που ο καπιταλισμός η βιομηχανία και η τεχνολογία αναπτύσσεται γρηγορότερα και όπου θα έπρεπε να παρατηρηθεί το φαινόμενο της ταξικής πόλωσης. Θα έπρεπε λοιπόν να περιμένουμε την επανάσταση στις ΗΠΑ και όχι στις χώρες με κυρίως αγροτική οικονομία όπως η Ρωσία, η Κίνα, η Κούβα όπου τελικά έγιναν (αν έγιναν).
Ο (αυτο)χαρακτηρισμός της μαρξιστικής θεωρίας ως επιστημονικής ενίσχυσε την πεποίθηση της νομοτελειακής της ισχύος. Η ευελιξία με την οποία ο καπιταλισμός κατάφερε να ξεπεράσει την κρίση του 1929 (Κραχ) αλλά και η μετάβαση των κρατών του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού προς τον καπιταλισμό, κλόνισαν την μαρξιστική ιδεολογία, αλλά φαίνεται πως ακόμα και σήμερα πολλοί προσπαθούν εναγωνίως να συνδέσουν τις κοινωνικές εξελίξεις με αυτήν. Η εμμονή αυτή οφείλεται κυρίως στον επιστημονισμό του μαρξισμού. Σήμερα υπάρχουν αρκετές παραφυάδες του μαρξισμού που παρουσιάζουν αρκετές διαφορές με την αρχική θεωρία ώστε να αποφύγουν τις παραπάνω αστοχίες, χωρίς όμως παρά ταύτα, να καταφέρνουν να απαγκιστρωθούν από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Το πρόβλημα της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης αλλά και της τεράστιας ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στον καπιταλισμό είναι ένα πρόβλημα για τους μαρξιστές και όχι για τους αναρχικούς. Οι μαρξιστές πρέπει να εξηγήσουν (αν θέλουν) την εξέλιξη αυτή του καπιταλισμού και το πως αυτή συνάδει με τις θέσεις των Μαρξ και Ένγκελς. Για τους αναρχικούς ο καπιταλισμός (και κάθε οικονομικό σύστημα) είναι δυνατό να μετεξελιχθεί ποικιλοτρόπως και παραδόξως, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της κυριαρχίας.
Η χρήση, λοιπόν, όρων μαρξιστικής προέλευσης φαίνεται να δημιουργεί μια σύγχυση. Αφ’ ενός για τα λάθη του μαρξισμού αλλά κυρίως για τον κυριαρχικό επιστημονισμό του.
Η γλώσσα δεν είναι ουδέτερη από την στιγμή που διαμορφώνεται από την εξουσία. Η επιστημονική ορολογία είναι μια τέτοια επέμβαση της κυριαρχίας στην επικοινωνία των ανθρώπων. Αφού δεχόμαστε ότι ο μαρξισμός είναι εξουσιαστικός, άρα και η μαρξιστική ορολογία εμπεριέχει εξουσιαστικές λογικές. Βέβαια δεν είναι δυνατό να εκλείψουν τελείως επιρροές στο λόγο μας από διαφορές επιστημονικές-εξουσιαστικές θεωρίες, όμως είναι αναγκαίο να διασαφηνίζονται οι διαφορές με τις οποίες χρησιμοποιούνται στον αναρχικό λόγο αν δεν μπορούν να αντικατασταθούν. Για παράδειγμα η χρήση του όρου «πολιτική» από αναρχικούς είναι προβληματική. Σύμφωνα τον ορισμό του αστού κοινωνιολόγου Μ. Βέμπερ: «πολιτική είναι η δραστηριότητα η οποία έχει ως στόχο της την κυριαρχία πάνω σε μια ομάδα η οποία είναι οργανωμένη σε μια εδαφική περιοχή». Η αριστεροί κάνουν χρήση του όρου «πολιτική» όχι γιατί μπορεί να διαφωνούν με τον παραπάνω ορισμό αλλά γιατί στην ουσία πράγματι επιθυμούν την κυριαρχία. Αν όμως κάποιος είναι αναρχικός ή αντι-εξουσιαστής θα πρέπει να αποφύγει τον μιμητισμό προς τον αριστερό λόγο ή αλλιώς θα πρέπει να αντιπαραβάλει έναν άλλον ορισμό, κάτι που πιθανότατα θα δημιουργήσει σύγχυση.
Ο αναρχικός λόγος είναι ένας λόγος που δεν οφείλει να απολογηθεί για τις αστοχίες του μαρξισμού και πολύ περισσότερο να αναπαράγει τα εξουσιαστικά του στοιχεία. Ο αναρχικός λόγος είναι η αγνή-άγρια φωνή του κάθε εξεγερμένου για ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ κάθε μορφής, με κάθε μέσο.
Σημ. Η παραπάνω κριτική στον μαρξισμό είναι πολύ γενική μια και σκοπός του άρθρου αυτού δεν είναι η αντιπαράθεση με μαρξιστές και αριστεριστικές ομάδες.