Η «προπαγάνδα με την πράξη» στην Ιταλία του 19ου αιώνα
Η ιστορία του Ιταλικού Αναρχισμού στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, περίοδος σχηματισμού του σαν οργανωμένο κίνημα ανθρώπων και ιδεών, είναι και η ιστορία μιας ολόκληρης σειράς από απόπειρες εξεγέρσεων (ή συνωμοσιών όπως αποκαλούνταν). Αυτές τις εκμεταλλεύθηκε η κυβέρνηση για να δικαιολογήσει τη σύνηθη εικόνα του αναρχικού σαν ληστή και παλιανθρώπου, αλλά την ίδια στιγμή συνέβαλαν σημαντικά, με τη λαϊκή αποδοχή που είχαν, στην κατανόηση και εξάπλωση των ελευθεριακών ιδεών.
Αυτές οι προσπάθειες ήταν αποτυχημένες, και πρέπει να δεχτούμε ότι αυτό συνήθως οφείλεται στην ερασιτεχνική προσέγγισή τους. Αλλά θα ήταν άδικο να κατηγορήσουμε τους ανθρώπους που εμπλέκονται. Το λάθος πιο πολύ σχετίζεται με την εποχή τους. Η πίστη τους στην εξέγερση ως μέσο κοινωνικής ανανέωσης, και ο οπτιμισμός ότι μια δράκα γενναίων ανδρών θα ήταν αρκετή να αλλάξει την πορεία των γεγονότων, ήταν χαρακτηριστικές για την αντίληψη περί γενικής προόδου που υπήρχε το 19ο αιώνα και ειδικά του Risorgimento (το όνομα δόθηκε στο εθνικό απελευθερωτικό κίνημα από την Αυστριακή κυριαρχία).
Οι αναρχικοί σίγουρα δεν ήταν οι μόνοι που ξεκίνησαν αυτές τις συνωμοσίες. Πριν απ’ αυτούς υπήρξαν οι Carbonari, οι Mazziniani, και άλλοι, από τον Ciro Menotti ως το Garibaldi, στους οποίους οι επίσημοι ιστορικοί ένιωσαν υποχρέωση να φερθούν με πολύ μεγαλύτερο σεβασμό απ’ ότι στους Καφιέρο, Μπακούνιν ή Μαλατέστα. Πάντως, σε αντίθεση με τους πιο διάσημους σύγχρονούς τους, οι αναρχικοί δεν είχαν ποτέ πρόθεση να πάρουν την εξουσία και να επιβάλουν ένα νέο στάτους κβο με τη χρήση όπλων. Με μεγαλύτερη τιμιότητα σκόπευαν απλά να υλοποιήσουν παραδειγματικές πράξεις για να ξυπνήσουν τη συνείδηση των καταπιεσμένων μαζών. Αυτό σήμαινε η προπαγάνδα με την πράξη. Συνέχεια