Ως μια αναπτυσσόμενη εκδοχή του καπιταλισμού τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται η λεγόμενη «πράσινη» ανάπτυξη, με πάρα πολλές εκδοχές και εκφάνσεις. Εναλλακτικά εμφανίζεται ως «βιώσιμη» και «αειφόρα» ενώ για επιμέρους χρήσεις της χρησιμοποιούνται οι όροι «βιοκλιματική αρχιτεκτονική», υβριδική ή απορρυπαντική τεχνολογία κ.ά. Για το υπάρχον οικονομικό σύστημα, η «ανάπτυξη» αποτελεί την κινητήρια δύναμη για όλο το καπιταλιστικό-εξουσιαστικό οικοδόμημα. Χωρίς «ανάπτυξη» απλούστατα δεν υπάρχει καμία μεγέθυνση κεφαλαίου και πλούτου που είναι απαραίτητα συστατικά και στόχοι κάθε γνήσιου εξουσιαστή και κεφαλαιοκράτη. Έτσι, λοιπόν, το σύστημα, όσο εύκολα κατασκευάζει «κρίσεις», τόσο και περισσότερο εύκολα κατασκευάζει –πάσης φύσεως– «ανάπτυξη».
Στον ελλαδικό χώρο, σε επίπεδο διαχείρισης της εξουσίας, τον ρόλο προώθησης του νέου φαντασιακού, τον έπαιξε ο Γ.Α. Παπανδρέου. Προεκλογικά είχε στηρίξει βασικό μέρος του οικονομικού του προγράμματος στην «πράσινη» ανάπτυξη, που μαζί με τον απαραίτητο λαϊκισμό, ότι οι θωρακισμένες λιμουζίνες των υπουργών θα αντικατασταθούν με υβριδικά, θύμιζε πλασιέ του «πράσινου καπιταλισμού».
Εννοείται πως δεν είναι ο μόνος στη διεθνή σκηνή που εφάρμοσε κάτι τέτοιο, αφού είχε προηγηθεί ο Ομπάμα στις ΗΠΑ και διαχρονικά οι Πράσινοι στη Γερμανία, κυρίως από την εποχή της συγκυβέρνησης με τους σοσιαλιστές του Σρέντερ. Ασφαλώς οι γερμανοί Πράσινοι χαρακτηρίζονται και από το γεγονός ότι κατάφεραν από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 να αποσπάσουν σημαντικό κομμάτι των αυτόνομων (Αutonomen), που η αρχική μετάλλαξή τους έφερε τη δεύτερη… μέχρις ότου να φθάσουν στο σημείο να διαχειριστούν την εξουσία. Συνέχεια