Κάποτε λέγανε ότι θα μας αντικαταστήσουν από μηχανές. Κι όλο λέγαμε «δεν γίνεται, οι μηχανές δεν έχουν το μυαλό και την καρδιά μας». Και συνεχίζαμε, ευχαριστημένοι με τη δουλειά μας. Και καμαρώναμε συνέχεια· αυτό δεν μπορούν να το κάνουν μηχανές. Και συνεχίζαμε. Φτιάχναμε όλο και καλύτερες μηχανές, που ούτε η φαντασία μας δεν είχε προλάβει να θελήσει. Κοιμόμασταν και ξυπνούσαμε όλο και πιο ευχαριστημένοι. Κι ο καιρός περνούσε…
Βάλαμε καθρέπτες παντού, για να καμαρώνουμε παντού το μεγαλείο μας και να χαμογελάμε μακάριοι. Κι όλο και περισσότερο οι μηχανές μας γίνονταν καθ’ εικόνα και ομοίωσίν μας. Και σκεφτήκαμε όλα αυτά πρέπει να τα καταγράφουμε συνεχώς, μην ξεχαστεί τούτο το ατέλειωτο μεγαλείο. Κι η γραφή δεν έφτανε να το διηγηθεί. Γι’ αυτό, γεμίσαμε κάθε μονοπάτι μας με μηχανικά μάτια που έβλεπαν τα πάντα και δεν ξεχνούσαν τίποτε. Πλέον, νιώθαμε θεοί. Κι ο καιρός περνούσε… Συνέχεια