Αρχικά χρειάζεται να γίνει κάποια διερεύνηση σχετικά με την προέλευση και την σημασία που υπάρχει ή που αποδίδεται με τη χρήση του όρου συνέλευση.
Η συνηθέστερη και πλέον γνωστή διατύπωση αυτού του όρου τον συνδέει με την εκ των προτέρων καθορισμένη συγκέντρωση εργαζομένων, μελών συλλόγων, κομμάτων, σωματείων κ.λπ. Δεν συνδέεται με την σύσκεψη, ούτε με κάποια συζήτηση παρ’ ότι και σ’ αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει συγκέντρωση ενός αριθμού ατόμων. Εν τούτοις, κάθε συγκέντρωση ενός ορισμένου αριθμού ατόμων μπορεί να συστήσει μία συνέλευση. Συνεπώς ο όρος είναι ευρύς αλλά και συσταλτικός, χωρά δηλαδή συσταλτική ή διασταλτική ερμηνεία και αποκτά χαρακτηριστικά που ορίζονται είτε εκ των προτέρων (π.χ. σωματείο), είτε κατά την πραγματοποίηση μιας συγκέντρωσης.
Στην πολιτική ορολογία η συνέλευση ταυτίζεται σε πολλές περιπτώσεις με την βουλή, το νομοθετικό σώμα που συνέρχεται και αποφασίζει με προσδιορισμένες πλειοψηφικές διαδικασίες και σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Η λέξη προέρχεται από το συνελεύσομαι, μέλλοντα του ρήματος συνέρχομαι (που σημαίνει έρχομαι ή πηγαίνω μαζί με άλλους σε ένα και το αυτό μέρος. Η αναφορά της λέξης βρίσκεται στον Ηρόδοτο, τον Ευριπίδη και τον Θουκυδίδη. Παρ’ ότι, λοιπόν, υπάρχει η ρηματική διατύπωση σε κείμενα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, το παράγωγο συνέλευση εμφανίζεται ως διατύπωση κατά τους ελληνιστικούς χρόνους και χρησιμοποιείται τόσο για πρόσωπα όσο και για πράγματα. Στα πράγματα χρησιμοποιείται για να αποδώσει συνδυασμό, ένωση, συναγωγή, τοποθέτηση ομάδας πραγμάτων. Συνέχεια