Αύγουστος Σπις (1855-1887)

Ο August Vincent Theodore SPIES (10 Δεκεμβρίου 1855 – 11 Νοεμβρίου 1887) ήταν ένας αναρχικός εργατικός αγωνιστής που κρίθηκε ένοχος για συνωμοσία και κρεμάστηκε μετά από μια βομβιστική επίθεση εναντίον της αστυνομίας στην εξέγερση του Haymarket.

Το Υπόβαθρο

Ο Αύγουστος Σπις γεννήθηκε στη Γερμανία το 1855 και μετανάστευσε στην Αμερική το 1872 με τη μητέρα του, Χριστίνα, και τα πέντε αδέρφια του, Henry, Kenny, Maggie, Willy και Adolph. Ο πατέρας του είχε πεθάνει το 1871. Εγκαταστάθηκε στο Σικάγο, όπου έγινε ταπετσιέρης. Ασχολήθηκε με εργατικά συνδικαλιστικά τεκταινόμενα λόγω των αδικιών που έζησε και προσχώρησε στο Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα το 1877, όπου άρχισε τη έντονη ενασχόλησή του με την εργατική υπόθεση και τελικά έγινε εκδότης της αναρχικής ημερήσιας εφημερίδας, Arbeiter-Zeitung, το 1880.

Αναρχικός

Γνωστός για την επιθετική του ρητορική, οργισμένος ο Αύγουστος δημοσίευσε ένα φυλλάδιο στις 4 Μάη του 1886 με τίτλο: “Εκδίκηση! Εργάτες στα Όπλα!” Περιείχε το απόσπασμα: “Σκότωσαν τους φτωχούς ταλαίπωρους επειδή, όπως κι εσείς, είχαν το κουράγιο να δείξουν ανυπακοή στην ανώτατη θέληση των αφεντικών σας. Τους σκότωσαν για να δείξουν, σ’ εσάς τους “Ελεύθερους Αμερικανούς Πολίτες” ότι πρέπει να είστε ικανοποιημένοι με ό,τι επιτρέπουν τα αφεντικά σας, αλλιώς θα σκοτωθείτε. Αν είστε άντρες, αν είστε γιοι των μεγάλων σας προγόνων, που έχυσαν το αίμα τους για να σας ελευθερώσουν, τότε θα σηκωθείτε με τη δύναμή σας, σαν τον Ηρακλή, και θα καταστρέψετε το ειδεχθές τέρας που επιδιώκει να σας καταστρέψει. Στα όπλα σας καλούμε, στα όπλα”.

Η Πλατεία Haymarket

Στις 4 Μάη 1886, ο Σπις μίλησε σε μια κινητοποίηση στην πλατεία Haymarket. Παρά τις ρητές εντολές του δημάρχου, η αστυνομία παρενέβη, στέλνοντας μονάδες στο πλήθος σε μια προσπάθεια να το διαλύσει. Ξέσπασαν βίαιες συγκρούσεις και μια βόμβα σωλήνα πετάχτηκε, σκοτώνοντας 7 αστυνομικούς. Συνελήφθησαν 7 άτομα, ανάμεσά τους και ο Σπις. Αργότερα, παραδόθηκε ο Άλμπερτ Πάρσονς.

Μάρτυρες κατέθεσαν ότι κανείς από τους οκτώ άνδρες που κατηγορούνταν δεν πέταξε τη βόμβα. Σύμφωνα με την The Press on Trial, ο Σπις είχε τελειώσει το λόγο του αλλά ήταν ακόμα πάνω στο βάθρο όταν εξερράγη η βόμβα. Πάντως, και οι οκτώ κρίθηκαν ένοχοι, και οι 7 καταδικάστηκαν σε θάνατο. Ο Όσκαρ Νήμπυ καταδικάστηκε σε 15 χρόνια φυλάκισης.

Η Δίκη

Η δίκη του Σπις και των συντρόφων του ήταν πολύ αμφιλεγόμενη. Οι ένορκοι επιλέχτηκαν συγκεκριμένα από ειδικό δικαστικό. Ένας από τους ενόρκους ήταν συγγενής ενός εκ των νεκρών αστυνομικών. Ο Julius Grinnell, δημόσιος κατήγορος, είπε στους ενόρκους, “Καταδικάστε αυτούς τους ανθρώπους, ως παράδειγμα, κρεμάστε τους, και θα σώσετε τους θεσμούς μας”. Κατά τη διάρκεια της δίκης, επιτράπηκε, ως απόδειξη, στους ενόρκους να διαβάσουν άρθρα που υποστήριζαν την πολιτική βία και γράφτηκαν προηγουμένως από τους κατηγορούμενους. Ενώ ήταν στη φυλακή, ο Σπις έγραψε την αυτοβιογραφία του.

Το 1887, ο Σπις και οι συγκατηγορούμενοί του έκαναν έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ιλι­νόις (122 Ill. 1), και μετά στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Στο Ανώτατο Δικαστήριο τους εκπροσώπησε ο John Randolph Tucker, ο Roger Atkinson Pryor, ο Στρατηγός Benjamin F. Butler και ο William P. Black. Η προσφυγή τους για διαβίβαση της δικογραφίας (αίτηση certiorari) δεν έγινε δεκτή (123 U.S. 131).

Δύο από τους κατηγορούμενους, o Μάικλ Σβαμπ και ο Σάμουελ Φήλντεν, ζήτησαν επιείκεια και οι ποινές τους μετατράπηκαν σε ισόβια στις 10 Νοεμβρίου 1887, από τον κυβερνήτη Richard James Oglesby. (Στους τρεις δόθηκε αμνηστία και αποφυλακίστηκαν στις 26 Ιουνίου 1893, από τον John Peter Altgeld, κυβερνήτη του Ιλινόις). Από τους εναπομείναντες 5, ο Λούις Λινγκ αυτοκτόνησε με τσιγάρο-βόμβα στο κελί του στις 10 Νοεμβρίου 1887. Οι Σπις, Άλμπερτ Πάρσονς, Άντολφ Φίσερ, και Τζορτζ Ένγκελ απαγχονίστηκαν την επόμενη μέρα (11 Νοεμβρίου 1887). Πριν το θάνατό του στην αγχόνη, ο Σπις φώναξε: «θα έρθει η μέρα που η σιωπή μας θα είναι πιο ισχυρή από τις φωνές που στραγγαλίζετε σήμερα».

Ο Γάμος

Τον Ιανουάριο του 1887, ενώ ήταν ακόμη στη φυλακή, ο Σπις παντρεύτηκε τη Nina van Zandt (1862-1936). Ήταν απόφοιτη του κολλεγίου Vassar και το μοναχοπαίδι ενός πλούσιου χημικού από το Σικάγο. Δημοσίευσε ένα άρθρο για τη δίκη των Ιπποτών της Εργασίας του Σικάγο. Μετά το θάνατο του Σπις παντρεύτηκε τον Stephen A. Malato, έναν εισαγγελέα. Χώρισαν το 1902, και ξαναπήρε το επώνυμο Σπις.

Η Αυτοβιογραφία

«Βάρβαροι, άγριοι, αγράμματοι, αδαείς Αναρχικοί από την κεντρική Ευρώπη, άνδρες που δεν μπορούν να κατανοήσουν τους ελεύθερους αμερικανικούς θεσμούς», είμαι ένας απ’ αυτούς. Το όνομά μου είναι August Vincent Theodore Spies (προφέρεται «Σπις»). Γεννήθηκα μέσα στα συντρίμμια του παλιού κλέφτικου κάστρου Landeck, στην κορυφή ενός ψηλού βουνού (Landeckerberg), στην κεντρική Γερμανία, το 1855. Ο πατέρας μου ήταν δασοφύλακας (κρατικός διαχειριστής δάσους). Το σπίτι στο δάσος ήταν κρατικό κτίριο, και υπηρετούσε –μόνο σε διαφορετική μορφή– τους ίδιους σκοπούς που υπηρετούσε το παλιό κάστρο αρκετούς αιώνες πριν. Η ευγενής Ιπποσύνη των ληστών του δρόμου, τα ίχνη της οποίας ήταν ακόμη ορατά στα απομεινάρια του παλιού κάστρου, είχε δώσει χώρο για πιο ευγενικές και λιγότερο επικίνδυνες μορφές πλιάτσικου και ληστείας, όπως συνεχίζεται στις σύγχρονες πόλεις υπό την παρούσα κυβέρνηση. Αλλά ενώ οι άνθρωποι από παλιά συνήθεια χαρακτηρίζουν αυτό και τα παρόμοια παλιά συντρίμμια στα περίχωρα ως «παλιά Κλέφτικα Κάστρα», μιλάνε με πολύ διαφορετικό τρόπο για τα παρόντα κυβερνητικά κτίρια, στα οποία εκβιάζονται οι ίδιοι καθημερινά. Θα πάλευαν, πιστεύω, για τη διατήρηση αυτών των νόμιμων θεσμών.

Πόσο πολύ διαφέρουν αυτοί οι «βάρβαροι» από τους έξυπνους αμερικανούς! Πείτε στους αμερικανούς να αγωνιστούν για τη διατήρηση των εμπορικών ληστρικών πόστων και τοκογλυφικών θεσμών –πείτε τους να αγωνιστούν για την προστασία των νόμιμων επιχειρήσεων των ανθρώπων μας του Εμπορικού Επιμελητηρίου. Πρίγκιπες του εμπορίου, βασιλιάδες των σιδηρόδρομων, άρχοντες Εργοστασίων– θα το έκαναν; Αλλοίμονο, πιο γρήγορα, φοβάμαι, απ’ ότι οι «βάρβαροι της κεντρικής Ευρώπης, που δε μπορούν να κατανοήσουν το πνεύμα των ελεύθερων Αμερικάνικων θεσμών μας».

Ιδωμένος από μια ιστορική σκοπιά ο τόπος γέννησής μου είναι ένα ενδιαφέρον σημείο. Και αυτή είναι η μόνη δικαιολογία που μπορώ να προσφέρω για την επιλογή μου για το μέρος του αναφερθέντος σκοπού. Παραδέχομαι ότι δεν έπρεπε να κάνω το λάθος, δεν έπρεπε να έχω γεννηθεί ξένος, αλλά τα μικρά παιδιά, ειδικά τα αγέννητα, θα κάνουν λάθη! Πάντως, δεν βρίσκω λάθος με τόσο σοφούς και έξυπνους ανθρώπους σαν τον κ. Grinnell και τους ενόρκους του, που κρέμασαν ανθρώπους που άδικα επέλεξαν τον τόπο γέννησής τους. Γιοι τέτοιων χαρακτήρων αξίζουν βαριά τιμωρία, «η κοινωνία πρέπει να προστατευθεί ενάντια σε προσβολές τέτοιου είδους».

Αλλά μιλώντας για το κάστρο Landeck. Ακολουθήστε με εκεί, αναγνώστες, μια λαμπερή και καθαρή μέρα. Προχωράμε πάνω προς τον παλιό πύργο. Προσέχτε, αλλιώς θα σκοντάψετε στα χαλάσματα. Εκείνο; Ω, είναι κομμάτι από ένα παλιό όργανο βασανισμού. Το βρήκαμε σε έναν υπόγειο διάδρομο, μαζί με αρκετά κομμάτια παλιών άσχημων όπλων, που χρησιμοποιούνταν κάποτε για να τηρούν την τάξη ανάμεσα στα θύματα, αλλά γιατί ανατριχιάζετε; Η στολή του αστυνομικού τού σήμερα δεν είναι τόσο αυστηρή και βάρβαρη, είναι αλήθεια, αλλά είναι εξίσου αποτελεσματική και υπηρετεί τον ίδιο σκοπό. Έτσι, τώρα, πάρτε το χέρι μου, θα σας βοηθήσω να φτάσετε στην κορυφή των ερειπίων. Ψάξτε για νυχτερίδες. Αυτοί οι φτερωτοί εραστές του σκότους έχουν μεγάλη ομοιότητα με βασιλιάδες, παπάδες και αφέντες γενικά. Κατοικούν στα συντρίμμια των «παλιών καλών καιρών», και γίνονται ιδιαίτερα θορυβώδεις όταν τους ενοχλείς ή τους εκθέτεις στο φως. Έχιδνες, επίσης, έκαναν αυτό το μέρος την αγαπημένη τους κατοικία και το κατέστησαν πολύ επικίνδυνο για οποιονδήποτε πατήσει το ιερόσυλο πόδι του σ’ αυτό το φεουδαρχικό μνημείο. Τις σκοτώσαμε. Ήταν οι σύντροφοι νυχτερίδων και κουκουβαγιών. Η μοίρα έχει δώσει στις τελευταίες πολύ ανησυχία, και δάκρυα προκλήθηκαν ότι κάτι φοβερό θα συνέβαινε, ότι τα φαντάσματα των παλιών «ευγενών ιπποτών» και «ευγενών κυριών» θα ξαναγυρνούσαν να πάρουν εκδίκηση για την ανηλεή εξολόθρευση των σεβάσμιων ερπετών, αλλά τίποτα τέτοιο δεν έγινε. Δεν χρειάζεται να προσθέσω ότι η δουλειά της ανακαίνισης έβρισκε μεγάλα εμπόδια απ’ αυτά τα δηλητηριώδη πλάσματα. Από τότε που τα εξολοθρεύσαμε κάναμε σημαντική πρόοδο.

Χαμογελάτε! Ω, όχι, δε μιλάω για τα άλλα ερπετά που νομίζετε. Αλλά εδώ, έχουμε φτάσει στην κορυφή. Φοβερή θέα, έτσι; Εκεί πάνω, περίπου 30 λεπτά με τα πόδια από ’δω, (δυτικά) βλέπετε κάποια άλλα χαλάσματα όπως αυτά εδώ, εκείνο είναι το κάστρο Dreieck, και προς τα ’κεί σε ίση απόσταση (νοτιοδυτικά) βλέπετε άλλο ένα, το Wildeck. Και τώρα κοιτάξτε κάτω στις γόνιμες κοιλάδες, τα όμορφα λιβάδια και χωράφια και ακμάζοντα χωριά! Τα τελευταία αριθμούν καμιά δωδεκάδα, όλα βρίσκονται σ’ αυτό το βουνό. Και ξέρετε ότι όλα αυτά τα χωριά και άλλα που εξαφανίστηκαν κατά τον 30ετή πόλεμο ήταν υποτελής σε φόρους στους ληστές που τους κυβερνούσαν απ’ αυτά τα τρία κάστρα; Ναι, οι άνθρωποι σ’ αυτά τα χωριά δούλευαν όλη τους τη ζωή από τα χαράματα μέχρι αργά το βράδυ για να γεμίσουν τις κρύπτες εκείνων των ευγενών ιπποτών, που για αντάλλαγμα είχαν την καλωσύνη να διατηρήσουν την «Ειρήνη και τάξη» για αυτούς. Για παράδειγμα: αν κάποιος από τους ταλαίπωρους χωρικούς εξέφραζε τη δυσαρέσκειά του για την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, αν παραπονιόταν για τις βαριές και ανυπόφορες δουλειές που τον έβαζαν να κάνει, «ο νόμος και η τάξη» απαιτούσε να τοποθετηθεί πάνω σε ένα απ’ τα όργανα βασανισμού, του οποίου είδατε κάποια απομεινάρια, και να βασανιστεί για υπακοή και παράδοση. «Η κοινωνία πρέπει να προστατευτεί απ’ αυτή την τάξη των εγκληματιών». Οι ευγενείς ιππότες είχαν τους Grinnell, Bonfield και Pinkerton, όπως τους έχουν οι απόγονοί τους σήμερα. Και καθώς ήταν λιγότερο πολιτισμένοι από τους απόγονούς τους των καιρών μας, τα πήγαιναν πολύ καλά. Για να επιτύχουν τις αγαθοεργίες τους, δεν ζητούσαν καν τη συνδρομή κάποιων ενόρκων του Σικάγο.

Πολλοί απ’ τους αγρότες υποχρεώθηκαν σε ατιμωτικό θάνατο. Κάποιοι απ’ αυτούς θα επέμεναν στην ανοησία τους ότι δεν μπορούσε να είναι το αντικείμενο της κοινωνίας ή η πρόθεση της Θείας Πρόνοιας να έχουν χίλιους καλούς ανθρώπους νεκρούς σε μια κοπιαστική ζωή για δόξα, πλουτισμό και μεγαλεία μερικών αγνωμόνων διεφθαρμένων άθλιων. Τέτοια επικίνδυνα διδάγματα ήταν συμφορά για την κοινωνία και οι θιασώτες τους ανεπίσημα συνεθλίβησαν.

Όχι παραπάνω από 200 πόδια από κει που στεκόμαστε υπάρχει μια κατακόρυφη τρύπα (χάσμα) ηφαιστειακής προέλευσης. Είναι περίπου 8 πόδια σε μήκος και 3 σε πλάτος. Το βάθος της δεν έχει ποτέ εξακριβωθεί. Οι φήμες λένε ότι πολλά κορίτσια πετάχτηκαν σ’ αυτή την τρομερή άβυσσο από τους θαρραλέους Ιππότες κατά τη βασιλεία τους, τη βασιλεία της ειρήνης και της καλής τάξης! Λέγεται ότι αυτοί οι φιλάνθρωποι «ευυπόληπτοι» των αρχαίων καιρών απήγαγαν τα ωραία κορίτσια των χωριών, τα κουβαλούσαν σαν αρπακτικά πτηνά στις επιβλητικές κατοικίες τους, και όταν τα βαριόντουσαν, ή έβρισκαν «κάτι καλύτερο» τα ξεφορτώνονταν μ’ αυτό τον τρόπο.

Ω, βλέπω, κουνάτε τα κεφάλια σας δύσπιστα! Δεν έχετε δει ποτέ τις χωματερές της μοντέρνας ιπποσύνης στις μεγάλες μας πόλεις, μια παρόμοια άβυσσο; Όχι; Είναι πιο τρομακτικό από αυτό που σας είπα; Το όνομά του είναι πορνεία.

Δεν πιστεύετε ότι οι άνθρωποι θα έκαναν όλα αυτά τα ανουσιουργήματα; Φίλε μου, το εξεγερτικό πνεύμα σου σε παίρνει μακριά. Οι «κανονικοί και καλοί άνθρωποι» επέφεραν αυτές τις αγριότητες τόσο σιωπηλά όσο «οι νομοταγείς εργάτες» τις φέρουν, επίσης. Σας είπα τι πάθανε όσοι αντιστάθηκαν!

Οι λέξεις μου σας λυπούν, σας απογοητεύουν; Αφήστε με να σας δείξω κάτι άλλο. Κοιτάξτε αυτά τα δυο βουνά. Μπορείτε να δείτε έναν πύργο μακριά μέσα από την ομίχλη, ναι; Στην πλευρά αυτού του πύργου πρέπει να φανούν τα συντρίμμια του πρώτου παρεκκλησίου που χτίστηκε στα συντρίμμια των παλιών ειδωλολατρών, αλλά ελεύθερων και φίλων της ελευθερίας Γερμανών. Ιδρύθηκε από έναν από τους απόστολους του Αγίου Βονιφάτιου, τον όγδοο αιώνα. Το όνομά του ήταν Lullus. Μ’ αυτό το παρεκκλήσι –και άλλα που ακολούθησαν– πρωτοεισήχθη το δηλητήριο της Ανατολικής δουλικότητας, το ευαγγέλιο του εξευτελισμού του ανθρώπου, της παραίτησης και του ασκητισμού. Το παλιό Cherutker και Katten, που είχε καρφώσει σε θανάσιμη μάχη το ρωμαϊκό αετό στο έδαφος, δεν μπόρεσε να αντισταθεί επιτυχώς στο, μολυσματικό για το μυαλό, δηλητήριο της νοσογόνου Ρώμης. Ήρθε με ακατάπαυστη ροή μέσα από τα κανάλια της Χριστιανικής εκκλησίας. Είναι αλήθεια, οι υγιείς και ρωμαλέοι γερμανοί δεν ήταν εύκολο θήραμα στην πεσσιμιστική αντίληψη μιας διεφθαρμένης και θνήσκουσας φυλής (Ρώμη), δεν ήταν ποτέ καλοί χριστιανοί αλλά μολύνθηκαν  επαρκώς έτσι ώστε να χάσουν τη συνείδηση και περηφάνεια της τόλμης, να υποπέσουν στις απελπισμένες ιδιοτροπίες της Ανατολής, και σαν φυσική συνέπεια στη δουλοπαροικία. Αν η ζωή δεν είχε αξία, γιατί να εποφθαλμιάς την ελευθερία; Φίλε, τα ερείπια εκείνου του παρεκκλησίου είναι το μνημείο μιας εποχής που γέννησε τόσο ληστρικά καθεστώτα όσο αυτά στα οποία ζούμε σήμερα. Ο λαός θα είχε καταστρέψει τέτοιους πετεινούς πολύ πριν, αν οι παπάδες δεν είχαν σταθεί ανάμεσά σ’ αυτόν και τον «Νόμο και την Τάξη». Ο παπάς είναι ένα απαραίτητο αδιαίρετο μέρος του δεσπότη και καταπιεστή. Αυτός είναι ο συμφιλιωτικός δεσμός ανάμεσα σ’ αυτούς και τα θύματά τους.

Αυτά τα δύο ερείπια, κάποτε ιερά σαν στυλοβάτες της κοινωνικής τάξης, είναι προφητικά μνημεία. Ο άνθρωπος θα μείνει έτσι στα ερείπια της παρούσας τάξης και θα πει όπως λέτε τώρα – «ήταν δυνατόν!».

Αλλά τώρα γυρίστε γύρω – σε αυτή τη βουνίσια αλυσίδα, βορειοανατολικά, εκεί, όπου η γη βυθίζεται θολά στον ορίζοντα, στην περιφέρεια της θέασής μας – βλέπετε προς τα ’κει ένα γκρι σημείο, μοιάζει με μικρό σύννεφο; Ναι; Αυτό είναι το Wartburg[1], έχετε ακούσει για το Wartburg. Ήταν εδώ, όπου ο Δρ. Μαρτίνος Λούθηρος έζησε και εργάστηκε, ένα εργαλείο των επαναστατικών δυνάμεων. Επαναστατικών δυνάμεων, φίλε μου, που σταδιακά είχαν αναπτυχθεί σε αυτά τα χωριά.

Συνηθίζουμε να αποδίδουμε τα μεγάλα κινήματα σε άτομα, σαν να είναι προνόμιό τους. Αυτό μεμονωμένα είναι πάντοτε λάθος και έτσι ήταν και με το Λούθηρο. Η γερμανική φυλή δε μπορούσε να χωνέψει τη βυζαντινή φιλοσοφία όπως ενσωματώθηκε στα ιουδαϊκά και χριστιανικά διδάγματα. Η ιδέα ότι αυτός ο κόσμος είχε υπολογιστεί για να είναι απλά ένα καθαρτήριο και η ζωή μας ένα μαρτύριο ήταν αποκρουστική σ’ αυτούς, η υποτέλεια και ο δεσποτισμός αναπτύσσονταν από το σπόρο της νέας θρησκείας και μεγάλωναν, εκεί που κάποτε κατοικούσε η ελευθερία. Μεγάλωναν σε τέτοιο βαθμό, που η υπομονή έπαψε να είναι αρετή. Το εξεγερτικό πνεύμα των ανθρώπων, η εχθρότητά τους στο δόγμα της αυταπάρνησης, που τους επιβλήθηκε από την εκκλησία, είχε επιτυχημένα καμφθεί και καταπιεστεί από τους παπάδες για πολλούς αιώνες. Αλλά καθώς οι κακοήθειες των «ευγενών», και τα εσωτερικά υποζύγια των ανθρώπων δεν αντέχονταν άλλο, το πνεύμα αυτό ξέσπασε σε φλόγες, και στο Λούθηρο βρήκε ένα σημείο αποκρυστάλλωσης.

Από το Wartburg τότε το δυνατό κύμα της μεταρρύθμισης προχώρησε. Ήταν η Δύση που πάλευε για την αυτο-συντήρηση ενάντια στην Ανατολή. Η αγάπη για την ελευθερία που ήταν δεμένη στις καρδιές των ανθρώπων για γενιές, τώρα πλημμύριζε ελεύθερα. Τα μάγια είχαν λυθεί. Αλλά οι «ευγενείς», ενώ ήθελαν απελευθέρωση από το δεσποτισμό της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, ήθελαν τα προνόμια που η τελευταία τούς είχε δώσει. Την εκχώρηση τού να ληστεύουν κάλλιστα τη δουλειά των χωρικών· μισούσαν την ιδέα οι απλοί άνθρωποι να επιδιώκουν οικονομική ελευθερία. Δεν ήταν η «πνευματική ελευθερία», μια αλλαγή κάποιων θρησκευτικών αντιλήψεων, αρκετή για κάθε απλό άνθρωπο; Ο Λούθηρος σύντομα έγινε το εργαλείο αυτών των απατεώνων, και χρησιμοποίησε επιδέξια το μολύβι του για να καταδικάσει τους σκοπούς για τους οποίους αγωνιζόταν ο λαός. Αποκήρυξε τους αληθινούς και γενναίους ηγέτες των ανθρώπων, τον ατρόμητο Τόμας Μίντσερ[2] και τους συντρόφους του, με χειρότερο τρόπο απ’ ότι ο Πάπας είχε προηγουμένως αποκηρύξει τον ίδιο.

Και όταν οι διψασμένοι για ελευθερία άνθρωποι πήραν τελικά τα δρεπάνια και τσεκούρια και δίκρανά τους, και ανάγκασαν τους «ευγενείς Ιππότες» να βγουν από τις ληστρικές φωλιές τους, ήταν ο Λούθηρος που προκάλεσε μια τεράστια συνωμοσία των τελευταίων εναντίον του λαού. Είναι χαρακτηριστικό ότι τώρα όλες οι θρησκευτικές διαφορές τέθηκαν στην άκρη και όλοι οι μικροί τύραννοι συνενώθηκαν για να δαμάσουν τον λαό. Παπιστές ή Λουθηρανικοί, όλοι στιγμιαία ενώθηκαν στην σταυροφορία ενάντια στην εργασία. Η Αμερική αυτόν τον καιρό παρουσιάζει ένα παρεμφερές θέαμα: Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκράτες «εναγκαλίζονται όπως το Νέκταρ και η Αμβροσία», οπουδήποτε η εργασία ξεσηκώνεται για απελευθέρωση.

Φυσικά, ο λαός ήταν συνωμότης και εμπρηστής. Ακούστε τι είπε ο Τόμας Μίντσερ: Κοιτάξτε, εσείς, το ίζημα της σούπας της τοκογλυφίας, κλεψιάς και ληστείας είναι οι Σπουδαίοι, οι αφέντες. Παίρνουν όλα τα πλάσματα σαν ιδιοκτησία τους, τα ψάρια στο νερό, τα πουλιά στον αέρα, και τη βλάστηση της γης. Και μετά κηρύττουν τη διαταγή του θεού στους φτωχούς: «Ου κλέψεις!». Αλλά αυτό δεν ισχύει γι’ αυτούς. Ξεκοκαλίζουν και γδέρνουν τους φτωχούς χωρικούς και τεχνίτες μέχρι να μην έχουν τίποτα, μετά, όταν οι τελευταίοι απλώσουν χέρι στα ιερά πράγματα, τους κρεμάνε. Το σκοπό της εξέγερσης δεν θα τον καταργήσουν, πώς μπορούν τότε ν’ αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο; Και το λέω, είμαι εμπρηστικός, ας είναι κι έτσι!» Όχι, αυτά τα λόγια δεν εκφωνήθηκαν στο δικαστήριο του δικαστή Gary! Κάνεις ένα λάθος, αναγνώστη, η γλώσσα δεν είναι μοντέρνα, είναι 400 χρόνων και ο Άνθρωπος που τη χρησιμοποίησε ήταν σωστός. Ερμήνευσε το Ευαγγέλιο, λέγοντας ότι δεν υποσχέθηκε απλά ευλογία στον ουρανό, αλλά διέταξε επίσης την ισότητα και την αδελφοσύνη μεταξύ των ανθρώπων πάνω στη γη. Οι πρωταθλητές του νόμου και της τάξης και της Χριστιανοσύνης έκοψαν αυτό το κεφάλι.

Οι εξεγερμένοι νίκησαν στην αρχή, αλλά ενάντια στους ενωμένους υποτελείς των καταπιεστών τους δεν μπορούσαν να σταθούν. Στους πρόποδες αυτού του βουνού ηττήθηκαν, εκεί κάτω, όπου βλέπετε εκείνο το μεγάλο βράχο, περικυκλωμένοι από μεγαλοπρεπείς βελανιδιές, η μάχη για την ελευθερία δόθηκε και, αλλοίμονο, χάθηκε. Όχι, δε χάθηκε, απλά μεσολάβησε μια προσωρινή νίκη του εχθρού.

Το πνεύμα της Μεταρρύθμισης ήταν το «αδιάλειπτο πνεύμα του ανυπότακτου μυαλού» και τίποτα δε θα σταματούσε την πρόοδό του. Αγχόνες, παλούκια, βασανιστήρια και μπουντρούμια δεν είχαν καμία χρησιμότητα. Αντίθετα, το αίμα των μαρτύρων μόνο δυνάμωνε τη φλόγα της ελευθερίας, ώσπου εξαπλώθηκε από γη σε γη, ανάβοντας παντού τη δυσαρέσκεια των καταπιεσμένων στην ασυγκράτητη θριαμβευτική πορεία της.

Αυτά τα ερείπια φέρουν ακόμα αποδείξεις της μεγαλειώδους δύναμής της! Το πιο μεγαλειώδες πράγμα που κατάφερε αυτό το εξεγερτικό και άνομο πνεύμα, πάντως, ήταν το άνοιγμα του νέου κόσμου. Η μεταρρύθμιση γέννησε το νέο γίγαντα, την Αμερική. Έδωσε στην Αγγλία έναν Κρόμγουελ και στη Γαλλία έναν Ρισελιέ. Η αναβράζουσα δύναμή του οδήγησε τους Ουγενότους από τη Γαλλία και τους Πουριτανούς από την Αγγλία. Αλλά για τη μεταρρύθμιση και τη δίωξη των οπαδών της, αυτοί οι πρώιμοι έποικοι του δυτικού ημισφαιρίου θα είχαν παραμείνει στη Γαλλία και την Αγγλία σαν καλοί νομοταγείς πολίτες. Όντας επικίνδυνα στοιχεία, η κοινωνία έπρεπε να προστατευθεί απ’ αυτούς, και έφυγαν στην άλλη μεριά του Ατλαντικού αντί να υποφέρουν τα μαρτύρια στην πατρίδα τους λόγω των «προχωρημένων ιδεών» τους.

Η αναμόρφωση, φίλε μου, που άρχισε ακριβώς εδώ, στη χώρα απ’ την οποία ήρθαν τέσσερις αιώνες αργότερα οι «βάρβαροι αναρχικοί», «που δε μπορούν να κατανοήσουν το πνεύμα των αμερικανικών θεσμών» κτλ., έσπασε τους φεουδαρχικούς φραγμούς, που παρακώλυαν την ανθρώπινη πρόοδο. Επιβεβαιώθηκε σε έναν τριαντακονταετή πόλεμο, που κατέστρεψε τη χώρα, ότι η άσκηση της ελεύθερης σκέψης και γνώμης όπως και της επιστημονικής έρευνας δεν θα καταπνιγόταν επειδή έρχονταν σε σύγκρουση με τις θρησκευτικές προκαταλήψεις και δόγματα που γενικά πίστευαν και τηρούσαν δογματικά από έθιμο. «Οι καλοί και νομοταγείς» άνθρωποι ήταν φανατικά αντίθετοι σ’ αυτούς που ήθελαν την υποχρεωτική αλλαγή και κατά συνέπεια έπρεπε να χυθούν ωκεανοί αίματος. Τα ερείπια που βλέπετε εδώ όπου και να στρέψετε τα μάτια σας φέρουν αποδείξεις από τον τρομερό πόλεμο που δεν τελείωσε ακόμα, τον πόλεμο για την ανθρώπινη απελευθέρωση και ελευθερία, οικονομική, πολιτική και θρησκευτική. Καθένα απ’ αυτά τα συντρίμμια είναι ορόσημο στο μονοπάτι της κοινωνικής αλλαγής. Στα πόδια μας κείτεται το ιστορικό chausee, πάνω στο οποίο οι νικηφόροι στρατοί, παρά τη θέληση του μεγάλου αυτοκράτορά τους, μετέφεραν το σπόρο του οράματος «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη» μακριά, και εκεί άνοιξε μια νέα προοπτική στα μυωπικά μάτια των καταπιεσμένων και καταδυναστευόμενων εκατομμυρίων της φυλής μας. Ναι. Ακόμα και τώρα αυτός ο σπόρος αποφέρει σπουδαίους καρπούς. Τα ρωσικά μπουντρούμια, οι αγχόνες και η Σιβηρία το μαρτυρούν.

Τώρα, φίλοι μου, πριν αποσυρθούμε απ’ αυτή την αναδρομική ματιά, κοιτάξτε πάλι στον καθρέφτη των προηγούμενων 1000 ετών, παρατηρήστε προσεκτικά τα ίχνη που οδήγησαν από το μακρινό παρεκκλήσι σ’ αυτό το κάστρο, απ’ αυτό το κάστρο στο Wartburg, από το Wartburg στο πεδίο μάχης εδώ κάτω και στα συντρίμμια τους, και μετά ακολουθήστε τα στην Αγγλία, Γαλλία και Αμερική, ακολουθήστε τα μέχρι την σήμερον ημέρα και μετά πείτε μου, αν δεν βλέπετε το περίγραμμα του μέλλοντος. Το βλέπετε!

Επέμενα μακροσκελώς στην περιγραφή του (βάρβαρου) τόπου γέννησής μου, αλλά μ’ αυτό διέσχισα με ένα γενικό τρόπο μια ιστορία 1000 ετών. Το παρόν καθεστώς της κοινωνίας δεν είναι παρά το αποτέλεσμα του αγώνα του ανθρώπινου γένους κατά τη διάρκεια αυτής και των προγενέστερων περιόδων. Ναι, αγώνα! «Δεν μπορείς να μεταρρυθμίσεις τον κόσμο ψεκάζοντας με έλαια τριανταφυλλιάς», είπε ο Μιραμπό, και η ιστορία αποδεικνύει την ορθότητα αυτής της δήλωσης. Σε ποιά εποχή οι κρατούντες και λεηλατούντες τη φυλή μας άφησαν τη θηλειά απ’ το λαιμό των θυμάτων τους –μέχρι να υποχρεωθούν να το κάνουν– με τη λογική και τα επιχειρήματα; Το αίμα, αυτό το πολύτιμο υγρό, ήταν πάντα το τίμημα της ελευθερίας.

Τα παιδικά μου χρόνια ήταν ευχάριστα. Έπαιξα και σπούδασα. Πόσο διαφορετικά από τα παιδικά χρόνια των απόγονων του μέσου εργαζόμενου σ’ αυτή την «σπουδαία, πολιτισμένη και –σύμφωνα με τον Grinnell– φωτισμένη χώρα». Τα παιδιά των προλετάριων δεν έχουν νειάτα. Η άνοιξη της ζωής δεν έχει ήλιο, ούτε ανθούς, ούτε λουλούδια γι’ αυτά! Αν υπάρχει ένα ευδιάκριτο αντικείμενο στην ύπαρξή τους αυτό είναι να υπηρετούν για να κάνουν ευχάριστη και ευτυχισμένη τη ζωή αυτών που τους καταπιέζουν. Στην πατρίδα μου τα παιδιά πρέπει να παρακολουθούν το σχολείο καθημερινά από την ηλικία των 6 έως τα 14. Κάθε παιδί σ’ αυτή τη «βάρβαρη χώρα», λοιπόν, υποχρεώνεται να παρακολουθεί το σχολείο για 8 χρόνια, και έτσι δε μπορεί να «χρησιμοποιηθεί και να αναγκαστεί να πληρώσει» ούτε απ’ τους γονείς του ούτε απ’ τους άρχοντες των εργοστασίων. Σ’ αυτή τη φωτισμένη χώρα τα παιδιά των εργαζόμενων δεν παρακολουθούν το σχολείο πάνω από δύο χρόνια κατά μέσο όρο. Μαθαίνουν απλά όσα είναι αρκετά για να υπηρετούν σαν κομμάτια της οργανικής μηχανής, και ως τέτοια «νοικιάζονται» στους καλοκάγαθους και Χριστιανούς εργοδότες στα τρυφερότερά τους χρόνια. Η ζωντάνια τους, που χρειάζεται για τη δική τους σωματική και πνευματική ανάπτυξη, είναι διαθέσιμη απ’ τους αθώους και μετατρέπεται σε χρυσό για τους ευυπόληπτους πολίτες μας που αγαπούν τον «νόμο και την τάξη». Πεθαίνουν καταναλωνόμενα πριν προλάβουν να ωριμάσουν, ή καταφεύγουν στο ουίσκυ, νομίζοντας έτσι ότι θα αποκαταστήσουν τη χαμένη ρώμη τους. Αν δραπετεύσουν από την πρώιμη καταστροφή, η καριέρα τους γενικά τερματίζεται σε κάποιο φιλανθρωπικό ή αναμορφωτικό ίδρυμα όπως τα τρελοκομεία, οι φυλακές, ή τα φτωχοκομεία.

Αλλά αλλοίμονο στον άθλιο που καταδικάζει αυτή την τάξη πραγμάτων! Είναι «εχθρός του πολιτισμού», και «η κοινωνία πρέπει να προστατευθεί από τέτοιους εγκληματίες»… Εδώ, έρχεται ο φανταχτερός Mephisto, o Bonfield, με τους ευγενείς φρουρούς της «Ελευθερίας». Έρχεται ο σωτήρας του κράτους, ο Grinnell, με το πρόσωπο ενός σιτσιλιάνου ληστή, έρχεται ο μισθοφόρος ένορκος, και εκεί έρχεται η τεράστια ορδή των αρπάγων της κοινωνίας. Unisono (ομόφωνο) είναι το ανάθεμα. Unisonο (ομόφωνη) είναι η κραυγή: «Στην αγχόνη!».

“Η κοινωνία” έχει σωθεί, και “η Ελευθερία και η τάξη” –του γκλομπ του αστυνομικού– θρίαμβος!  Selah! (Στην αγχόνη!)

Δεν σκοπεύω να πω ότι οι συνθήκες των εργαζομένων στη Γερμανία είναι καλύτερες από ότι σ’ αυτή τη χώρα, αλλά θα πω ότι ποτέ δεν είδα ανθρώπους να υποφέρουν τόσο πολύ όσο σ’ αυτή τη χώρα. Και υπάρχει μεγαλύτερη προστασία για γυναίκες και παιδιά στη Γερμανία από ό,τι εδώ.

Σπούδασα για να κάνω καριέρα σε κυβερνητική δασική υπηρεσία. Σαν παιδί είχα ιδιωτικούς δασκάλους, και αργότερα πήγα στο Πολυτεχνείο στο Cassel. Στην ηλικία των 17 ο πατέρας μου πέθανε ξαφνικά, αφήνοντας μια μεγάλη οικογένεια σε υποβαθμισμένες βιωτικές συνθήκες. Καθώς ήμουν ο μεγαλύτερος δεν ένοιωθα καλά να συνεχίσω τις σπουδές μου –ήταν δαπανηρές– και αποφάσισα να πάω στην Αμερική, όπου είχα και έχω και τώρα κάποιους καλούς συγγενείς. Έφτασα στη Νέα Υόρκη το 1872 και με προτροπή των φίλων μου έμαθα τη δουλειά του επιπλοποιού. Την επόμενη χρονιά πήγα στο Σικάγο, όπου ζω από τότε. Αν και μπορώ να προσθέσω ότι έφευγα από την πόλη που και που. Μια φορά, με την πρόθεση να εγκατασταθώ στη χώρα, δούλεψα σε μια φάρμα για ένα χρόνο. Αλλά, βλέποντας ότι οι μικροί καλλιεργητές και ενοικιαστές ήταν σε χειρότερα χάλια ακόμα κι απ’ τους εργάτες στην πόλη –και ήταν εξίσου εξαρτώμενοι– επέστρεψα στην πόλη. Έχω ταξιδέψει επίσης στις Νότιες Πολιτείες για να γνωρίσω τη χώρα και τους ανθρώπους, και σε άλλη στιγμή, πήγα σε μια εξερευνητική εκδρομή στον Άνω (βόρειο) Καναδά, η οποία απέτυχε.

Όταν έφτασα σ’ αυτή τη χώρα δεν ήξερα τίποτα για το Σοσιαλισμό, εκτός απ’ αυτά που είχα δει στις εφημερίδες, στις «δημόσιες ομιλίες» και απ’ αυτά που είχα διαβάσει είχα συμπεράνει ότι οι Σοσιαλιστές ήταν κάποιοι αδιάφοροι και περιπλανώμενοι τύποι «που ήθελαν να διαιρέσουν τα πάντα». Έχοντας μικρή επαφή με ανθρώπους που έβγαζαν τα προς το ζην δουλεύοντας τίμια στην παλιά χώρα, εξεπλάγην και σοκαρίστηκα όταν γνώρισα την κατάσταση του μεροκαματιάρη εργάτη στο νέο κόσμο.

Το εργοστάσιο, οι ατιμωτικοί κανονισμοί, η παρακολούθηση, το σύστημα κατασκόπευσης, η δουλικότητα και η έλλειψη θάρρους ανάμεσα στους εργάτες και η αλαζονική δεσποτική συμπεριφορά του αφεντικού και των συνεργατών του, όλα αυτά έδιναν μια εντύπωση αξέχαστη. Κατ’ αρχήν δε μπορούσα να καταλάβω γιατί οι εργάτες, ανάμεσά τους και πολλοί ηλικιωμένοι με σκυφτές πλάτες, σιωπηλά και χωρίς δείγμα διαμαρτυρίας δέχονταν κάθε προσβολή που έκανε κέφι στο αφεντικό ή στον επιστάτη. Τότε δεν ήξερα ότι η ευκαιρία στη δουλειά ήταν προνόμιο, μια χάρη, και ότι αυτοί που κατείχαν τα εργοστάσια και τα εργαλεία είχαν την εξουσία να παράσχουν ή να αρνηθούν αυτό το προνόμιο. Δεν καταλάβαινα τότε πόσο δύσκολο είναι να βρεις αγοραστή για την εργασία σου. Δεν ήξερα τότε ότι υπήρχαν χιλιάδες και χιλιάδες αδρανή σώματα στην αγορά, έτοιμα να μισθωθούν υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, ουσιαστικά εκλιπαρώντας για εργασία. Συνειδητοποίησα αυτό το γεγονός πολύ σύντομα, πάντως, και κατάλαβα γιατί αυτοί οι άνθρωποι ήταν τόσο δουλικοί, γιατί υπέμεναν τις υποτιμητικές εντολές και καπρίτσια των εργοδοτών τους. Προσωπικά δεν είχα δυσκολία να προσαρμοστώ. Είχα τόσα πολλά πλεονεκτήματα έναντι των συναδέλφων μου. Πιθανότατα θα πετύχαινα κι εγώ να γίνω ευυπόληπτος επιχειρηματίας ο ίδιος, αν με διακατείχε εκείνος ο αδίστακτος εγωισμός που διακατέχει τους επιτυχημένους επιχειρηματίες, και αν οι φιλοδοξίες μου ήταν αυτές του φιλάργυρου Χάμστερ (το τελευταίο ανήκει στην οικογένεια των ποντικών) και το «κυνήγι της ζωής» του είναι να κλέβει και να μαζεύει. Σε μερικών τα αποθέματα μπορούν να βρεθούν ολόκληροι σιτοβολώνες. Η μεγαλύτερη ευχαρίστησή τους φαίνεται να είναι η κατοχή, αφού κλέβουν πιο πολλά απ’ όσα μπορούν να καταναλώσουν. Στην ουσία κλέβουν, όπως οι πιο πολλοί ευυπόληπτοι συμπολίτες μας, ανεξάρτητα απ’ την ικανότητα κατανάλωσής τους). Η φιλοσοφία μου πάντα ήταν ότι το αντικείμενο της ζωής μπορεί μόνο να είναι η ευχαρίστηση της ζωής, και ότι η λογική εφαρμογή αυτής της αρχής είναι η αληθινή ηθικότητα.

Θεωρούσα ότι αυτός ο ασκητισμός, όπως διδάχθηκε από την Εκκλησία, ήταν ένα έγκλημα ενάντια στη φύση.

Τώρα παρατηρώντας ότι η τεράστια μάζα των ανθρώπων χαράμιζαν τις ζωές τους στη σκλαβιά, μαζί με τη στέρηση και τη μιζέρια, δεν ήταν παρά φυσικό για μένα να ψάξω τις αιτίες. (Μέχρι τότε δεν είχα διαβάσει ποτέ ένα βιβλίο, ούτε μια αμερόληπτη πραγματεία για το Μοντέρνο Σοσιαλισμό). Υπήρχε αυταπάρνηση, αυτό-σταύρωση της θέλησης του λαού ή επιβαλλόταν επάνω του και αν ναι, από ποιον;

Εκείνο τον καιρό, κοιτώντας τα βιβλία μου ψάχνοντας κάτι, η προσοχή μου έπεσε σ’ αυτό το απόσπασμα του Αριστοτέλη: «Όταν, σε κάποια μελλοντική εποχή, κάθε εργαλείο που ελέγχεται, ή προκαθορίζεται, θα κάνει τη δουλειά του όπως τα έργα τέχνης που έκανε ο Δαίδαλος, που εκινούντο μόνα τους, ή όπως τα τρία πόδια του Ήφαιστου, που πήγαν αυθόρμητα στην ιερή δουλειά τους, όταν έτσι τα εξαρτήματα της υφαντικής θα υφαίνουν μόνα τους, τότε δε θα χρειαζόμαστε άλλο αφέντες και σκλάβους.»

Δεν είχε έρθει αυτός ο καιρός, που τόσο πολύ περίμενε ο μεγάλος στοχαστής; Ναι, είχε έρθει. Υπήρχαν οι μηχανές. Αλλά οι αφέντες και οι σκλάβοι υπήρχαν ακόμη. Η ερώτηση διογκώθηκε στο μυαλό μου, η ύπαρξή τους είναι ακόμη απαραίτητη;

Ο Αντίπωρας, ένας έλληνας ποιητής, που έζησε τον καιρό του Κικέρωνα, είχε παρομοίως χαιρετήσει την εφεύρεση του νερόμυλου (υδάτινη ισχύς) ως απελευθερωτή αρσενικών και θηλυκών σκλάβων. «Ω, αυτοί οι ειδωλολάτρες!» γράφει ο Καρλ Μαρξ, παραθέτοντας το ανωτέρω: «δεν ήξεραν τίποτα για Πολιτική Οικονομία και Χριστιανοσύνη! Απέτυχαν να συλλάβουν το πόσο ωραία θα δούλευαν οι μηχανές για να επιμηκύνουν τις ώρες του μόχθου και να εντατικοποιούν τον φόρτο των σκλάβων. Αυτοί (οι ειδωλολάτρες) δικαιολόγησαν τη σκλαβιά του ενός στη βάση τού ότι θα επέτρεπε την ανθρώπινη ανάπτυξη του άλλου. Αλλά το κήρυγμα της σκλαβιάς των μαζών με σκοπό οι λίγοι αγενείς και αλαζόνες νεόπλουτοι να γίνουν «εξέχοντες κλώστες», «μαζικοί παρασκευαστές λουκάνικων» και «εξέχοντες έμποροι παπουτσιών» – για να το κάνουν αυτό χρειάστηκαν το συγκεκριμένο Χριστιανικό μέσο.

Νομίζω ήταν το 1875, τότε οργανώθηκε το «εργατικό κόμμα του Ιλινόις», όταν, με πρόσκληση ενός φίλου, επισκέφτηκα τη συνάντηση στην οποία δόθηκε μια διάλεξη για το Σοσιαλισμό. Αν το έβλεπε κάποιος από μια θεωρητική σκοπιά, η διάλεξη αυτή που έκανε ένας νεαρός μηχανικός, δεν ήταν πολύ εντυπωσιακή, αλλά το καταστάλαγμα αυτή της διάλεξης μού έδωσε τις απαντήσεις στα πολλά ερωτηματικά που με απασχολούσαν για κάποια χρόνια.

Προμηθεύτηκα όλα τα γραπτά που μπορούσα να βρω πάνω στο θέμα. Είτε ήταν εχθρικά ή φιλικά προς το Σοσιαλισμό δεν έκανε διαφορά. Στην αρχή ήμουν ονειροπόλος, ενθουσιασμένος. Πίστευα, όπως πολλοί ενάρετοι άνθρωποι πιστεύουν σήμερα, ότι η αλήθεια πρέπει απλά να εκφράζεται, η διαφωνία να γίνεται μόνο για να κατατάσσει κάθε καλό άνδρα και γυναίκα στον καλό σκοπό της ανθρωπότητας. Πάνω στο νεανικό μου ενθουσιασμό ξέχασα να εφαρμόσω την εμπειρία της ιστορικής προόδου σ’ αυτή τη συγκεκριμένη περίπτωση. Αλλά προς μεγάλη μου λύπη σύντομα πείστηκα ότι η κύρια μάζα της ανθρωπότητας ήταν ρομποτάκια, ανίκανα να σκεφτούν και να συζητήσουν, συνολικά ασυνείδητα, απλά εργαλεία της συνήθειας.

«Επειδή ο άνθρωπος από τα ευτελή είναι φτιαγμένος, τη συνήθεια και το έθιμο έχει ως θεραπαινίδες τους» – Γκαίτε

Αλλά τίποτα δεν μπορούσε να με αποθαρρύνει. Η μελέτη γάλλων, γερμανών και άγγλων οικονομολόγων και κοινωνικών επιστημόνων με έκανε σύντομα να βλέπω τα πράγματα διαφορετικά από ό,τι τα έβλεπα στον πρώτο μου ενθουσιασμό. Η «Ιστορία του Πολιτισμού» του Buckle, το «Κεφάλαιο» του Μαρξ, και η «Αρχαία Κοινωνία» του Morgan είχαν πιθανόν τη μεγαλύτερη επίδραση επάνω μου·  τώρα έγινα ο ίδιος εντατικός παρατηρητής των διάφορων κοινωνικών φαινομένων. Τα τελευταία δέκα χρόνια ήταν πολύ ευνοϊκά για μια τέτοια διερεύνηση που έψαχνα. Βρήκα τους αγαπημένος μου δασκάλους να επιβεβαιώνονται παντού.

Νομίζω ήταν το 1877 που έγινα για πρώτη φορά μέλος του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος. Τα γεγονότα εκείνης της χρονιάς, η βάναυση δύναμη με την οποία οι μεμψίμοιροι και ανυποψίαστοι μισθωτοί σκλάβοι αντιμετωπίζονταν σε όλες τις πλευρές ανέδειξε σε μένα την αναγκαιότητα της εκεί αντίστασης. Η τελευταία χρειαζόταν οργάνωση. Πολύ σύντομα προσχώρησα στην «Lehr und Wehr Verein» (= Εκπαίδευση και Αμυντική Συνεργασία), μια ένοπλη οργάνωση των εργατών, που αριθμούσε περίπου 1.500 καλά εξοπλισμένα μέλη. Καθώς οι πατρίκιοί μας είδαν ότι ο όχλος εξοπλιζόταν προκειμένου να αποκρούσουν τέτοιες σκανδαλώδεις επιθέσεις στο μέλλον, όπως αυτές που έζησαν το 1877, διέταξαν αμέσως τους πράκτορές τους στο Σπρίνγκφιλντ να απαγορεύσουν την κατοχή όπλων από τους εργάτες. Η διαταγή εκτελέστηκε.

Οι εργαζόμενοι ασχολήθηκαν, επίσης, με την πολιτική, την ανεξάρτητη πολιτική. Υπηρέτησα σαν ονομαστικός υποψήφιος κι εγώ ο ίδιος πολλές φορές, αλλά όταν οι ευγενείς πατρίκιοι και οι πολιτικοί μάντεις (augurs) είδαν ότι πέτυχαν να εκλέξουν έναν αριθμό υποψηφίων τους, οργανώθηκε μια συνωμοσία για να τους στερήσει τα δικαιώματα ψήφου με ένα δόλιο δικαστήριο και παρόμοιες μεθόδους. Οι εργαζόμενοι τότε απομακρύνθηκαν από την κάλπη με αηδία.

Αν και πολλές φορές στο παρελθόν συμμετείχα ο ίδιος σε πολιτική δράση, δεν πίστεψα ποτέ ότι τα κακά της κοινωνίας θα καταργηθούν ή ακόμη ότι οι μεταρρυθμίσεις, οι βελτιώσεις υπέρ των εργαζομένων, θα γίνονταν μέσω της «πολιτικής δράσης», απλά και μόνο ως καλό μέσο προπαγάνδας. Πιστεύοντας, όπως και τώρα, ότι το οικονομικό σώμα, είναι ο οργανισμός της κοινωνίας, η υποδομή όλων των κοινωνικών, πολιτικών και ηθικών θεσμών και λειτουργιών, δεν μπορώ παρά να αποκρούσω την ιδέα ότι η δομή της κοινωνίας θα μπορούσε να αλλάξει με μεταρρυθμίσεις, ή με μια δομή που βασίζεται επάνω της, και θα κατέρρεε αυτοστιγμεί όταν αγγίζονταν τα θεμέλιά της.

Η οικονομική χειραφέτηση κατά τη γνώμη μου μπορεί να γίνει μέσω οικονομικού αγώνα μόνο, όχι μέσω της πολιτικής, αν και η τελευταία μπορεί να είναι μία από τις κύριες δυνάμεις οργάνωσης, απαραίτητη στην εξέλιξη των πραγμάτων για να φέρει τον τελικό αγώνα σε ένα επίκεντρο. Όντως έτσι δείχνουν τα πράγματα για την παρούσα περίοδο.

Θα πηγαίναμε πολύ μακριά αν εξετάζαμε αυτό το θέμα σε μια αυτοβιογραφία. Αλλά αν οι αναγνώστες σας θα ήθελαν να ακούσουν τις απόψεις μου γι’ αυτό, θα σας προσφέρω ευχαρίστως μια ειδική συνεισφορά.

Όπως ανέφερα παραπάνω, από την άφιξή μου στη Νέα Υόρκη (1872 έως 1879) εργάστηκα σε επιχείρηση επίπλων (ταπετσέρης). Όντας ανεξάρτητος, άρχισα να δουλεύω μόνος μου το 1876 ανοίγοντας ένα μικρό μαγαζί. Την ίδια χρονιά η μητέρα μου, τρία μικρότερα αδέρφια και μια αδερφή μετανάστευσαν σ’ αυτή την πόλη, και μ’ αυτούς έζησα από τότε, και για κάποια χρόνια εξαρτούνταν από μένα. Δεν συνέβη κάτι αξιοσημείωτο αυτά τα χρόνια.

Την άνοιξη του 1880 η Arbeiter Zeitung, το όργανο των γερμανών εργαζόμενων, μια εφημερίδα που είχε αρχίσει το 1872 σαν εβδομαδιαία, και από τότε έγινε ημερήσια με μεγάλη επιρροή, ήταν στα όρια της χρεοκοπίας. Η κακοδιαχείριση ήταν η αιτία. Με κάλεσαν να αναλάβω τη διοίκηση, και λίγο μετά εξελέγην διευθυντής και αργότερα εκδότης. Η εφημερίδα σώθηκε, και τώρα που γράφω έχει τη μεγαλύτερη κυκλοφορία από οποιαδήποτε γερμανική εφημερίδα στην πόλη. Οι γερμανοί εργαζόμενοι είναι απλά περήφανοι για το όργανό τους. Τους ανήκει σαν τάξη, και κανείς δεν έχει προσωπικό συμφέρον σ’ αυτήν. Ελπίζω οι αγγλόφωνοι φίλοι μας να ακολουθήσουν σύντομα αυτό το παράδειγμα. Μια αγγλική ημερήσια εφημερίδα των εργαζόμενων, που ελέγχεται και κατέχεται από τους εργαζόμενους χρειάζεται σίγουρα εδώ.

Οι πολιτικοί προσπάθησαν να γίνουν φίλοι μαζί μου, ελπίζοντας στη στήριξη της Arbeiter Zeitung. Και όταν απέτυχαν, όπως πάντα, άρχισαν να με μισούν. Το χειρότερο πράγμα που μπορούσαν να πουν εναντίον μου ήταν – «είναι φανατικός». Τόσο ανήθικοι και διεφθαρμένοι έχουν γίνει οι πρωταθλητές της «ελεύθερης κυβέρνησης» (γι’ αυτούς!) που η κρίση για έναν άνθρωπο που δεν είναι στην αγορά, που δεν πουλιέται, πρέπει να είναι απαραίτητα ότι είναι φανατικός!

Ένας από τους ενόρκους έκανε μια δήλωση  (pronunciamento) ότι ήμασταν μισθοφόροι, που έβγαζαν λεφτά από την εργατική αγκιτάτσια. Αυτός ήταν ο τραπεζίτης E.S. Dreyer. Ο ίδιος αυτός άνδρας ήταν ταμίας της επιτροπής καμπάνιας των Δημοκρατικών κατά την τελευταία προεδρική προεκλογική καμπάνια, κατά την οποία η προαναφερόμενη επιτροπή μου προσέφερε 10.000 δολάρια αν συμφωνούσα να μην πω τίποτα που θα έβλαπτε το Κλίβελαντ. Σίγουρα το ήξερε αυτό. Και πρέπει, επίσης, να ήξερε ότι ουσιαστικά «έδιωξα με τις κλωτσιές» τον άνθρωπο που έκανε την προσφορά (έτυχε να είναι φίλος μου) έξω απ’ το γραφείο. Ο ίδιος άνθρωπος, ο Dreyer, περίπου τρία χρόνια πριν είχε πουλήσει ένα μέρος της περιουσίας του στο Σχολικό Συμβούλιο για 32.000 δολάρια. Η ιδιοκτησία βρισκόταν στη γωνία των οδών Cass και Illinois. Το κοινοτικό συμβούλιο ήταν έτοιμο να επιβεβαιώσει τη συμφωνία όταν έμαθα ότι τα ίδια οικόπεδα είχαν πριν προσφερθεί να πουληθούν για 16.000 δολάρια. Έκανα όσο θόρυβο μπορούσα γι’ αυτό, και μια έρευνα απέδειξε την επιχειρούμενη «απάτη», και η «δουλειά» χάλασε.

Όταν σκέφτομαι ότι τέτοιοι άνθρωποι κατηγόρησαν και καταδίκασαν εμένα και τους συντρόφους μου, όταν σκέφτομαι ότι αυτοί και όσοι οδύρονται ότι «είμαστε επικίνδυνοι για την κοινωνία», θυμάμαι το παλιό ρητό, «σταματήστε τον κλέφτη!». Αλλά είναι λυπηρό να σκέφτεσαι ότι οι καλοί άνθρωποι τόσο εύκολα παρασύρονται.

Ανάμεσα σ’ αυτούς των οποίων προκάλεσα την οργή τους εναντίον μου είναι οι κυβερνήτες μας, η καλή αστυνομία. Για χρόνια ολόκληρα εξέθεσα τις εκβιαστικές πρακτικές τους, τις αγριότητές τους και τις γενικές «ενασχολήσεις». Αν τα έργα τους και η συμπεριφορά τους δεν φωτίστηκαν πλήρως, δεν ήταν λάθος μου! Όταν περίπου πριν από 11,5 χρόνια είχα τον αρχιφύλακα υπηρεσίας του αστ. τμήματος της West Chicago Avenue να συλλαμβάνεται για βίαια κακοποίηση ενός νεαρού κοριτσιού που κρατούνταν στο τμήμα, την οποία παραλίγο να σκοτώσουν (Martha Seidel), οι φανταχτεροί ελευθεριάζοντες της πόλης ορκίστηκαν σκληρή εκδίκηση. Τώρα την έχουν, νομίζουν.

Δεν χρειάζεται να προσθέσω ότι έγινα ιδιαίτερα απεχθής στους εκβιαστές και τοκογλύφους κατά τη διάρκεια της διαχείρισής μου της Arbeiter Zeitung. Συμπεραίνοντας: είμαι το ίδιο περήφανος για τους εχθρούς όσο και για τους φίλους που έχω κάνει.

Υπήρξα μέλος της «Ameri-Kanische Turner Bund»για μεγάλη περίοδο. Δυο χρόνια πριν εξελέγην υποψήφιος στο εθνικό συνέδριο σ’ αυτή την ισχυρή οργάνωση, και πέτυχα να εισαχθεί ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα στην πλατφόρμα.

Υπήρξα, επίσης, μέλος των Ιπποτών της Εργασίας –πριν τρία χρόνια περίπου– αλλά η Συνέλευση στην οποία συμμετείχα διαλύθηκε, και από τότε δεν ανανέωσα την κάρτα μέλους μου, λόγω αρχών, επειδή ποτέ δε μου άρεσε η μυστικότητα ή οι τελετές σε μια οργάνωση. Αλλά συχνά έδινα διαλέξεις σε συναντήσεις των «Ιπποτών», όταν με προσκαλούσαν.

Σαν προφορικός αγκιτάτορας ανάμεσα στους εργάτες, ήμουν πολύ ενεργός. Ήμουν αντιπρόσωπος στο συνέδριο των Επαναστατών Σοσιαλιστών, που έγινε σ’ αυτή την πόλη το 1881, και επίσης αντιπρόσωπος στο συνέδριο του Διεθνούς Συνδέσμου των Εργαζομένων (ΙWRA), που έγινε στο Πίτσμπουργκ το 1883.

Έχω μιλήσει σε συναντήσεις στις πιο σημαντικές πόλεις των πολιτειών. Κατά τη διάρκεια της απεργίας στο Hocking Valley επισκέφτηκα την τοπική κοινωνία και μίλησα σε ενθουσιώδεις συναντήσεις, μεταξύ άλλων και με τους καλούς Pinkerton που απείλησαν να με σκοτώσουν και παρακολούθησαν τη συνάντηση οπλισμένοι με τουφέκια Winchester.

Η σχέση μου με τη συγκέντρωση στην πλατεία Haymarket στις 4 Μάη 1886 δεν ήταν κάτι περισσότερο απ’ αυτή ενός προσκεκλημένου ομιλητή. Είχα προσκληθεί να μιλήσω στη συνάντηση στα γερμανικά, αλλά, λόγω απουσίας αγγλόφωνων ομιλιτών, μίλησα στα αγγλικά. Η συνάντηση είχε καλεστεί από τους αντιπρόσωπους κάποιων Συνδικάτων. Οι συγκεντρωμένοι ήταν εργαζόμενοι όλων των απόψεων και δογμάτων. Δεν ήταν αναρχικοί, ούτε οι ομιλίες ήταν αναρχικές, καταπιάνονταν με το ζήτημα του 8ώρου. Ο αναρχισμός δεν αναφέρθηκε καν από κανέναν. Αλλά ο αναρχισμός ήταν καλός για να υπηρετήσει σαν αποδιοπομπαίος τράγος για το Bonfield. Αυτός ο σατανάς, για να δικαιολογήσει τη δολοφονική του επίθεση στη συνάντηση, είπε «ήταν αναρχικοί» – «Αναρχικοί! Ω, τρόμος!» Η ηλίθια μάζα φαντάστηκε ότι –οι αναρχικοί– πρέπει να είναι κάτι πολύ κακό, και συσπειρώθηκαν στη χορωδία με τους εχθρούς και τοκογλύφους τους: «Σταυρώστε! Σταυρώστε!».

«Είναι εύκολο να καταπλήξεις ή να τρομάξεις την πρόστυχη μάζα που απαρτίζει μια ορδή σκλάβων».
Όλα τα σχετικά μ’ αυτό το ζήτημα μπορούν να βρεθούν στο λόγο μου ενώπιον του δήμιου Gary και των άξιων βοηθών του.
Για το σκοπό της ανθρωπότητας και του φωτός, δικός σας. Α. Spies»

Μετάφραση-απόδοση:  Αναρχικός Πυρήνας ΞΑΝΑ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ

[1].. ΣτΜ: Το κάστρο του Wartburg όπου έμεινε ο Μαρτίνος Λούθηρος.

[2].Ο Τόμας Μίντσερ (1489 – 27 Μάη 1525) ήταν ένας γερμανός θεολόγος της πρώιμης μεταρρυθμιστικής εποχής, που έγινε ηγέτης των εξεγερμένων κατά τον πόλεμο των Χωρικών. Πίστευε ότι το ζήτημα της εξουσίας που προωθούσε η Λουθηρανική μεταρρύθμιση θα έπρεπε να εφαρμοστεί και στην οικονομική σφαίρα. Ο Λούθηρος κράτησε αποστάσεις από τον Μίντσερ, δηλώνοντας ότι η Μεταρρύθμιση που υποστήριζε δεν ανατρέπει την έννομη τάξη. Ο Μίντσερ τελικά συνελήφθη, βασανίστηκε και αποκεφαλίστηκε.

Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.149, Μάϊος 2015
Both comments and trackbacks are currently closed.
Αρέσει σε %d bloggers: