Πολλά χρόνια πριν το ξέσπασμα της επανάστασης, πολλά εξεγερτικά γεγονότα συνέβαιναν συνεχώς σε πολλές περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι εξεγέρσεις αυτές ήταν λαϊκές, αυθόρμητες και αποτέλεσμα της καταπιεστικής συμπεριφοράς των Οθωμανών εξουσιαστών. Οι κοινωνικές αυτές δράσεις δεν είχαν κανένα εθνικό ή θρησκευτικό χαρακτήρα. Εξάλλου η ιδέα του έθνους ήταν τότε ένα υπό κατασκευή δημιούργημα των νέων αστικών κρατών της δυτικής Ευρώπης. Η ορθόδοξη εκκλησία, απ’ την άλλη, είχε καλές σχέσεις με την εξουσία και εξέφραζε την άποψη ότι το καθεστώς της οθωμανικής κυριαρχίας και οι κακουχίες που συνεπαγόταν, ήταν θέλημα του θεού. Οι φαναριώτες, (οι μορφωμένοι και εύποροι χριστιανοί που ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη) είχαν ανέλθει στα υψηλότερα αξιώματα της αυτοκρατορίας και στην πραγματικότητα ήταν αυτοί που οργάνωναν τον εκσυγχρονισμό της διοίκησής της και ειδικά τις σχέσεις της με την Ευρώπη. Και αυτοί λοιπόν δεν είχαν κανένα λόγο να ενθαρρύνουν οποιαδήποτε επαναστατική τάση.
Οι κοτζαμπάσηδες, οι πλούσιοι χριστιανοί του ελλαδικού χώρου, ουσιαστικά είχαν τον ρόλο του τοπικού τοποτηρητή της αυτοκρατορίας. Ήταν αυτοί που εισέπρατταν τους φόρους για λογαριασμό της αυτοκρατορίας και μάλιστα προσαυξημένους πολλές φορές προς ίδιον όφελος. Οι προύχοντες αυτοί ήταν συνήθως μεγαλοτσιφλικάδες ή πλοιοκτήτες στις περιπτώσεις των νησιών και άρα πολύ πλουσιότεροι και ισχυρότεροι πολιτικά από τους περισσότερους μουσουλμάνους που ζούσαν στις περιοχές τους.
Η πλειονότητα των ανθρώπων ήταν χωρικοί που υπέφεραν από την έντονα άνιση κατανομή του πλούτου. Γι’ αυτό και εμφανίστηκε το φαινόμενο των Κλεφτών: των ληστρικών ομάδων που ζούσαν στα βουνά και έκαναν επιδρομές λεηλασίας. Αυτό το φαινόμενο ήταν εντονότατο και μαζί με τις αγροτικές εξεγέρσεις αποτέλεσε την πρώτη ύλη του αγώνα που ξέσπασε το 1821. Τόσο οι κλέφτες όσο και οι φτωχοί αγρότες ήταν άνθρωποι αγράμματοι που ζούσαν απομονωμένοι στις περιοχές τους χωρίς να έχουν την οποιαδήποτε επαφή με τις αστικές επαναστάσεις της δυτικής Ευρώπης. Είναι λοιπόν παράλογο να ισχυρίζεται κάποιος ότι είχαν την οποιαδήποτε επιρροή από τις ιδέες της γαλλικής επανάστασης και συνεπώς ότι επιδίωκαν κάποιον αστικό – εθνικό μετασχηματισμό.
Η επανάσταση του 1821 λοιπόν ξεκίνησε σαν μια αυθόρμητη επανάσταση των καταπιεσμένων χωρίς φυλετικά ή θρησκευτικά διακριτικά. Η συνέχειά της όμως ήταν πολύ διαφορετική. Καθώς η κοινωνική αντίδραση μεγάλωνε, πολλοί διεκδικητές της εξουσίας (πρώϊμοι ἢ όψιμοι) άρχισαν να βλέπουν την επανάσταση σαν μέσο για να επιτύχουν τους στόχους τους.
Οι έλληνες διαφωτιστές εισήγαγαν την έννοια του έθνους αλλά και ειδικά την έννοια του ελληνικού έθνους, που είχαν δημιουργήσει οι ευρωπαίοι θεωρητικοί του εθνικού-αστικού κράτους προκειμένου να χρησιμοποιήσουν παρελθοντικές δομές εξουσίας (ὅπως π.χ. ἡ δημοκρατία) στα κράτη τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι έλληνες διαφωτιστές αντιμετωπίστηκαν καταρχήν εχθρικά από την εκκλησία που δεν ήθελε να δεχτεί τον εθνικό διαχωρισμό των ανθρώπων φοβούμενη ότι θα αντικαταστήσει τον θρησκευτικό διαχωρισμό που είχε αυτή εισαγάγει στην κοινωνία καὶ τοῦ ὁποίου προΐστατο. Σήμερα ξέρουμε ότι το «πρόβλημα» αυτό λύθηκε με την κατασκευή του ιδιότυπου μορφώματος που λέγεται «ελληνορθόδοξος πολιτισμός».
Η εκκλησία είχε αρχικά αφορίσει την επανάσταση, αργότερα όμως αλλάζει στάση φοβούμενη ότι θα απομονωθεί για να φτάσει σήμερα να διεκδικεί σημαντικό ρόλο σε αυτή. Όπως πάντα η εκκλησία διεκδικούσε την συγκυριαρχία με την πολιτική εξουσία. Αυτό θα έκανε στην περίπτωση που τα πράγματα θα άλλαζαν και το ενδεχόμενο αυτό γινόταν όλο και πιο ισχυρό. Δεν μπορούσε λοιπόν να το αγνοήσει.
Οι Κοτζαμπάσηδες αν και αρχικά ήταν οι αντίπαλοι των κλεφτών και των εξεγερμένων και οργάνωναν τις ομάδες των αρματολών για να τους καταστείλουν, γρήγορα κατάλαβαν ότι αν υποστήριζαν τις ιδέες του έθνους και απομάκρυναν τους τούρκους θα ήταν οι απόλυτοι κυρίαρχοι του τόπου.
Σε αυτό το παιχνίδι διεκδίκησης εξουσίας που παιζόταν στην πλάτη των επαναστατημένων μπήκαν πολλοί ακόμα, όπως οπλαρχηγοί, φαναριώτες, κ.α. με αποτέλεσμα πολύ γρήγορα να υπάρξουν προστριβές και ανοιχτές συγκρούσεις μεταξύ τους. Οι «εσωτερικές» αυτές συγκρούσεις αλλά και η αλλοίωση του αγώνα με εθνικές και θρησκευτικές λογικές που οδήγησαν σε επιθέσεις εναντίον των φτωχών μουσουλμάνων αλλά και των αρβανιτών (που αρχικά είχαν σημαντικό ρόλο στην επανάσταση), επέφεραν την αποδυνάμωση των αγωνιστών και σχεδόν την επανακυριαρχία των Οθωμανών.
Την στιγμή εκείνη επενέβησαν οι «μεγάλες δυνάμεις» που είδαν ότι μπορούν να κερδίσουν την αύξηση της επιρροής τους στην περιοχή, συμφωνά πια με το νέο μοντέλο κυριαρχίας των αστικών κρατών που δεν προϋποθέτει την στρατιωτική και διοικητική κυριαρχία αλλά απλά την οικονομική. Ακριβώς όπως συμβαίνει και σήμερα.
Οι διεκδικητές της εξουσίας στον ελλαδικό χώρο στράφηκαν προς τις «μεγάλες δυνάμεις» και ζήτησαν την στρατιωτική και οικονομική βοήθειά τους με τόσο εθελόδουλες λογικές που εξέπληξαν και τις ίδιες τις «δυνάμεις».
Έτσι τελικά δημιουργήθηκε το ελληνικό κράτος αν και οι «εσωτερικές» προστριβές των φιλόδοξων εξουσιαστών συνεχίστηκαν για πολύ ακόμα αλλά αυτή τη φορά μέσω των κομμάτων (αγγλικό, γαλλικό, ρωσικό) που εξέφραζαν τις «μεγάλες δυνάμεις» με τις οποίες είχαν συμμαχήσει. Γρήγορα επιβάλλεται η δικτατορία του Καποδίστρια (με την υποστήριξη την Ρωσίας) και μετά την δολοφονία του, η απόλυτη μοναρχία του Όθωνα.
Έτσι άρχισε ένας νέος κύκλος της κυριαρχίας στον ελλαδικό χώρο, με τα ίδια όμως αποτελέσματα πάνω στους απλούς ανθρώπους. Η εκμετάλλευση και η βία συνεχίσθηκαν σε μερικές περιπτώσεις ακόμα πιο σκληρά απ’ ό,τι κατά την οθωμανική κυριαρχία.
Τα αγνά όμως χαρακτηριστικά της εξέγερσης δεν είχαν κατασταλεί πλήρως. Για πολλά χρόνια ακόμα υπήρχαν στα βουνά ομάδες κλεφτών που δεν υποτάσσονταν στο κράτος (αναφορές για τέτοιες ομάδες υπάρχουν μέχρι και το 1920). Αν και αυτές οι ομάδες σε πολλές περιπτώσεις είχαν έντονα εξουσιαστικά χαρακτηριστικά στην λειτουργία τους, εντούτοις αποτελούσαν μια έμπρακτη και δυναμική αμφισβήτηση της νέας τάξης πραγμάτων που επιβλήθηκε. Ακόμα έχουν καταγραφεί πολλά εξεγερτικά περιστατικά κυρίως στην Πελοπόννησο από το 1833 ως το 1840 («Κυριαρχία και Κοινωνικοί Αγώνες στον Ελλαδικό Χώρο» σελ: 389-398, ‘Εκδόοση: Αναρχική Αρχειοθήκη).
Οι κοινωνικοί αγώνες πάντα βρίσκονται στο στόχαστρο των εξουσιαστών, που προσπαθούν να τους καταστείλουν ή αλλιώς να τους αποπροσανατολίσουν και να τους εκμεταλλευτούν. Τα γεγονότα που σηματοδοτήθηκαν με το 1821 το επιβεβαιώνουν πλήρως.