ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1825-1905
Στις αρχές του 19ου αιώνα το πολιτικό σύστημα της Ρωσίας ήταν αυτό της απόλυτης μοναρχίας («τσάρος» αυτοκράτορας) που στηριζόταν στους μεγαλογαιοκτήμονες, τους στρατιωτικούς, στην παντοδύναμη γραφειοκρατία και φυσικά στον κλήρο. Οι 75 εκατ. αγρότες, όντας αγράμματοι, ήταν αφοσιωμένοι στον τσάρο. Οικονομικά κυριαρχούσε η λεγόμενη αγροτική φεουδαρχία. Το εμπόριο και η βιομηχανία φυτοζωούσαν. Η βάση της εθνικής οικονομίας ήταν η γεωργία απ’ όπου ζούσε το 95% του πληθυσμού. Η γη όμως άνηκε στο Κράτος ή στους μεγαλογαιοκτήμονες ή αλλιώς «ποτέμστσικους». Οι αγρότες ήταν δουλοπάροικοι των ποτέμστσικων και αυτοί είχαν δικαίωμα ζωής και θανάτου. Την κατάσταση της δουλοπαροικίας δεν την ανέχονταν, όσο και αν φαίνεται παράδοξο, κάποιοι άνθρωποι με ευγενικό πνεύμα που δεν ανήκουν στην αγροτική μάζα. Αποφάσισαν να διαμαρτυρηθούν γι’ αυτό και φυσικά το πλήρωσαν ακριβά.
Η ΠΡΩΤΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ: ΟΙ «ΔΕΚΕΜΒΡΙΣΤΕΣ» (1825)
Η πρώτη συνειδητά επαναστατική κίνηση κατά του καθεστώτος εκδηλώθηκε το 1825. Εκείνη την εποχή πέθανε ο τσάρος Αλέξανδρος ο 1ος και ανέλαβε ο αδελφός του Νικόλαος.
Το κοινωνικό πρόγραμμα του κινήματος έφτανε ως την εξαφάνιση της δουλοπαροικίας και πολιτικά στην εγκαθίδρυση μιας δημοκρατίας. Το κίνημα δημιουργήθηκε απ’ τις τάξεις των προνομιούχων. Η εξέγερση που ξέσπασε κατεπνίγη σχετικά εύκολα. Οι υποκινητές της στάσης ονομάστηκαν «Δεκεμβριστές» γιατί τα γεγονότα έγιναν τον Δεκέμβριο. Μετά την καταστολή της εξέγερσης ο νέος τσάρος, Νικόλαος ο 1ος ώθησε στα άκρα το δεσποτικό, γραφειοκρατικό και αστυνομικό καθεστώς του Ρωσικού κράτους.
ΤΟ ΡΩΣΙΚΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ: Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΤΣΑΡΟΥ
Εδώ ακριβώς πρέπει να αναφέρουμε, πως οι αγροτικοί πληθυσμοί, στις εξεγέρσεις που έκαναν, στρέφονταν ενάντια στους άμεσους καταπιεστές (τους τσιφλικάδες, ευγενείς, τους αστυνομικούς) και ποτέ προς τον ίδιο τον τσάρο. Πίστευαν πως ο τσάρος θέλει το καλό τους και πως αν μπορούσαν να μιλήσουν μαζί του χωρίς μεσάζοντες θα καταλάβαινε τα προβλήματά τους και θα τα έλυνε. Πολλοί ακόμα, πίστευαν πως τα βάσανά τους είναι μια δοκιμασία σταλμένη απ’ το θεό. Αν παραλείψουμε τον «μύθο του τσάρου» δε θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε γεγονότα που θα αναφερθούν στη συνέχεια του αφιερώματος.
1825-1855
Αυτή την περίοδο βασίλευε ο τσάρος Νικόλαος ο 1ος. Από επαναστατικής άποψης τίποτα το έντονο και ξεχωριστό δε συνέβη αυτήν την περίοδο. Δεν έλειψαν όμως οι πράξεις ανταρσία του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές. Χαρακτηριστική είναι η ραγδαία αύξηση της καταστολής και η εγκαθίδρυση γραφειοκρατικού και αστυνομικού κράτους. Η λογοκρισία και η τρομοκράτηση λυμαίνονταν τα πάντα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Παρ’ όλα αυτά τα μέτρα, οι αγρότες εκδήλωναν τη δυσαρέσκεια τους με κάθε ευκαιρία. Οι πράξεις ανταρσίας πολλαπλασιάζονταν. Ο τσάρος, για να ελέγξει την κατάσταση χρησιμοποίησε περισσότερη βία. Αυτή η μέθοδος αποδείχτηκε αναποτελεσματική. Η κατάσταση δε θα αργούσε να οδηγήσει στην αποσύνθεση του συστήματος. Μεγάλα στρώματα του πληθυσμού το καταλάβαιναν. Τότε ακριβώς άνθισε η κίνηση της διανοούμενης νεολαίας. Αν εξαιρέσουμε την νεολαία της υπαίθρου, η νεότερη γενιά είχε προοδευτικές ιδέες. Μελέτησαν τον δυτικό κόσμο, κυρίως θετικές επιστήμες και υλισμό, και δεν αποδέχονταν την υποδούλωση των αγροτών. Συγχρόνως, από οικονομική άποψη, η εργασία των δουλοπάροικων και η απουσία και της παραμικρής ελευθερίας, δεν ανταποκρίνονται στις πιεστικές απαιτήσεις της εποχής. Τότε δημιουργήθηκε το περίφημο ρεύμα του μηδενισμού.
Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ
Μια ευρύτατα διαδεδομένη και βαθειά ριζωμένη παρεξήγηση συνοδεύει, έξω απ’ τη Ρωσία, τη λέξη μηδενισμό. Ο «ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ» (ή πιο σωστά ο νιχιλισμός) είναι μια πολιτική και κοινωνική επαναστατική θεωρία, βγαλμένη στη Ρωσία. Τον όρο μηδενισμός τον έβγαλε ο μυθιστοριογράφος Ιβάν Τουργκένιεφ. Πρώτη φορά τον χρησιμοποίησε σε ένα μυθιστόρημά του, για να χαρακτηρίσει ένα ιδεολογικό ρεύμα, που εκδηλώθηκε σε νεαρούς ρώσους στα τέλη του 1850. Η λέξη είχε επιτυχία και διαδόθηκε γρήγορα. Το ρεύμα αυτό είχε χαρακτήρα φιλοσοφικό και προπαντός ηθικό. Ποτέ δεν απλώθηκε πέρα απ’ το στρώμα των διανοούμενων. Η εκδήλωσή του ήταν πάντα προσωπική και ειρηνική. Σαν φιλοσοφική αντίληψη, ο μηδενισμός είχε για βάση του απ’ τη μία τον υλισμό και απ’ την άλλη τον ατομικισμό, με την πλατειά έννοια. Η βασική ιδέα του μηδενισμού: απόλυτη χειραφέτηση του ατόμου, άντρα ή γυναίκας, από κάθε τι που επιβουλεύεται την ανεξαρτησία του ή την ελευθερία σκέψης. Το μηδενιστικό ρεύμα ονομάστηκε έτσι γιατί οι υποστηρικτές του δεν αποδέχονταν τίποτα (nihil στα λατινικά, από εκεί και η λέξη νιχιλισμός) απ’ ότι ήταν φυσικό ή ιερό για τους υπολοίπους: θρησκεία, οικογένεια, κοινωνία, παραδόσεις, κτλ. Κάνοντάς τους την ερώτηση: «τι δέχεστε, τι εγκρίνετε απ’ όσα σας περιβάλλουν και απ’ το χώρο που υποστηρίζει ότι είχε το δικαίωμα και το καθήκον να σας επηρεάσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο;» θα σου απαντούσαν: «ΤΙΠΟΤΑ». Να ‘τον, λοιπόν, «μηδενιστής» («νιχιλιστής»).
Η ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ 1ου
Η τσαρική κυβέρνηση αρνιόταν να λογαριάσει την πραγματικότητα και τον αναβρασμό των πνευμάτων. Αντίθετα, φέρθηκε προκλητικότατα, δημιουργώντας την διαβόητη Οχράνα, κάτι σαν την σημερινή ασφάλεια, για να δαμάσει το κίνημα. Οι πολιτικές διώξεις είχαν γίνει πραγματική μάστιγα. Ο Ντοστογιέφσκυ γλίτωσε την εκτέλεση τελευταία στιγμή (τελικά εξορίστηκε), γιατί ήταν οπαδός μιας αβλαβούς ομάδας κοινωνικών μελετών. Πολλοί άλλοι δραστήριοι επαναστάτες, όπως ο Μπακούνιν, αναγκάστηκαν να δράσουν στο εξωτερικό. Σε τέτοιες συνθήκες είναι που η Ρωσία ενεπλάκη στον Κριμαϊκό πόλεμο (1854-1855). Οι αντιξοότητες του πολέμου φανέρωσαν την αδυναμία της κυβέρνησης. Ο Νικόλαος ο 1ος πέθανε ηττημένος το 1855. Πολλοί λένε πως αυτοκτόνησε με δηλητήριο. Προτού κλείσουμε το κεφάλαιο αυτό πρέπει να αναφέρουμε, πως σε αυτό το χρονικό διάστημα (1825-1855) έγιναν γοργά και σημαντικά τεχνικά και πολιτιστικά βήματα. Γεννήθηκε η «εθνική βιομηχανία» και το προλεταριάτο. Φτιάχτηκαν λιμάνια, ορυχεία άνθρακα, χρυσού, αργύρου κτλ. Κατασκευάστηκαν σημαντικά εργοστάσια και βελτιώθηκαν οι συγκοινωνίες. Έγινε ο πρώτος σιδηρόδρομος, που ένωσε τις δύο πρωτεύουσες, Αγία Πετρούπολη και Μόσχα. Ήταν γιγάντιο έργο. Ας σημειωθεί πως οι προλετάριοι είχαν ακόμα δεσμούς με την ύπαιθρο. Εργάζονταν σε βιομηχανικά έργα, για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους, τις εποχές που δεν καλλιεργούσαν τη γη. Στο πολιτιστικό πεδίο υπήρξαν μεγάλες μεταβολές. Οι λίγο πολύ καλοστεκούμενοι γονείς ήθελαν να δουν τα παιδιά τους μορφωμένα. Η αύξηση του αριθμού των μαθητών και φοιτητών ανάγκασε την κυβέρνηση να δημιουργήσει καινούργια εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ (1855-1881)
Τον αυτοκράτορα Νικόλαο τον 1ο διαδέχθηκε ο γιος του Αλέξανδρος ο 2ος. Σε αυτόν έλαχε να αντιμετωπίσει τη δύσκολη θέση του καθεστώτος. Η γενική δυσαρέσκεια και κυρίως ο φόβος για μια μεγάλη αγροτική εξέγερση, τον ανάγκασαν να οδηγηθεί σε μεταρρυθμίσεις. Από το 1860, οι μεταρρυθμίσεις διαδέχονταν η μία την άλλη. Οι σπουδαιότερες ήταν: η κατάργηση της δουλοπαροικίας (1861) ίδρυση ορκωτών δικαστηρίων με εκλεγμένους ενόρκους (1864), η δημιουργία (επίσης το 1864), στις πόλεις και την ύπαιθρο μονάδων τοπικής αυτοδιοίκησης (ζέμστβο) με δικαίωμα αυτόνομης διαχείρισης σε ορισμένους τομείς του δημόσιου βίου (εκπαίδευση, υγιεινή, συγκοινωνία κτλ.). Όσο σημαντικές και αν ήταν αυτές οι μεταρρυθμίσεις, σε σχέση με την προηγούμενη κατάσταση, ήταν αρκετά δειλές και λειψές, σε σχέση με αυτό που ζητούσαν τα απαιτητικά κοινωνικά στρώματα. Καμία πολιτική ελευθερία δεν παραχωρήθηκε. Οι κυρίαρχες ομάδες παρέμειναν ακλόνητες και προπαντός το απολυταρχικό καθεστώς ακέραιο. Μπορεί να καταργήθηκε η δουλοπαροικία, όμως οι αγρότες πλήρωσαν ακριβά την ελευθερία τους. Εβδομηνταπέντε εκατομμύρια αγρότες μοιράστηκαν λίγο περισσότερο από το 1/3 της γης. Άλλο 1/3 έμεινε στα χέρια του Κράτους. Το υπόλοιπο έμεινε στα χέρια των γαιοκτημόνων.
ΝΕΟ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Τη δεκαετία του 1870 σχηματίστηκαν στη Ρωσία παράνομες επαναστατικές ομάδες, για να πολεμήσουν το καθεστώς και για να διαδώσουν την ιδέα της κοινωνικής απελευθέρωσης στους εργαζόμενους. Επίσης αναπτύχθηκαν βίαιες επαναστατικές αντικαθεστωτικές δραστηριότητες, που είχαν σαν στόχο τους βασικούς υπηρέτες και υποστηριχτές του καθεστώτος. Έτσι φτιάχτηκε και η ομάδα «Ναρόντναγια Βόλια» (ΛΑΪΚΗ ΘΕΛΗΣΗ) που είχε ως στόχο την δολοφονία του τσάρου. Την 1η Μάρτη του 1881 τα κατάφερε. Με αυτή τους την πράξη ήθελαν να δείξουν πως πρέπει να καταργηθεί ο τσαρισμός. Όμως το νόημα της πράξης αυτής δεν μπόρεσε να γίνει κατανοητό σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Ρωσίας. Οι αγρότες τους κατηγόρησαν, γιατί πίστευαν πως ήταν δολοπλοκία των ευγενών, που τους έβαλαν να δολοφονήσουν τον τσάρο για να αποκατασταθεί η δουλοπαροικία.
1881-1900
Το σημαντικότερο γεγονός αυτής της περιόδου ήταν η εμφάνιση του μαρξισμού. Όπως είναι γνωστό, ο μαρξισμός καταλήγει σε συγκεκριμένο πρόγραμμα οργάνωσης και δράσης. Πολλοί μελέτησαν το σοσιαλισμό και τον πρότειναν ως μέσο για την κοινωνική ανατροπή. Το δεύτερο σημαντικό γεγονός ήταν η εξέλιξη της βιομηχανίας. Προς το τέλος του αιώνα δύο δυνάμεις ορθώνονται, η μία ενάντια στην άλλη: απ’ τη μία οι υπερπρονομιούχες τάξεις, απ’ την άλλη η νέα επαναστατική δύναμη που αποτελείτο κυρίως απ’ τους φοιτητές, που είχαν αρχίσει να στρατολογούν και εργαζόμενους νέους των πόλεων και των βιομηχανικών περιοχών. Το 1898 δημιουργείται το Ρώσικο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα, μαρξιστικών τάσεων.
1900-1905
Αυτή την περίοδο ο απολυταρχισμός αποφάσισε να καταπνίξει το επαναστατικό κίνημα, χρησιμοποιώντας κάθε μέσο. Καλλιέργησε τον αντισημιτισμό, για να διοχετεύσει τη δυσαρέσκεια του λαού προς αυτήν την κατεύθυνση. Επίσης, η οικονομική εξέλιξη της χώρας ήταν τεράστια. Η βιομηχανία αναπτύχθηκε ραγδαία πλησιάζοντας την βιομηχανία των λεγόμενων δυτικών χωρών. Συγχρόνως, η χώρα συνεχίζει τη γρήγορη άνοδο του πολιτιστικού επιπέδου της. Απ’ το 1890, η διδασκαλία, η μόρφωση και η εκπαίδευση των νέων, είχαν κάνει μεγάλη πρόοδο. Αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των σχολείων και Πανεπιστημίων. Η μόρφωση των ενηλίκων αναπτύσσονταν σταθερά.
Στο μεταξύ, η πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση του εργαζόμενου πληθυσμού δεν είχε αλλάξει καθόλου. Οι εργάτες χωρίς να έχουν κανένα δικαίωμα διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους περνούν δύσκολα. Στην ύπαιθρο, η φτώχεια των αγροτών και η δυσαρέσκεια μεγάλωναν μέρα με τη μέρα. Λογικό ήταν να έχουν απήχηση οι σοσιαλιστικές ιδέες στα στρώματα των καταπιεσμένων. Η επίδραση του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος γινόταν αισθητή σε αρκετές πόλεις. Η κυβέρνηση κυνήγησε άγρια τους αγωνιστές. Απ’ το 1900, παρ’ όλες τις προσπάθειες της κυβέρνησης, το επαναστατικό κίνημα διευρύνθηκε σημαντικά. Τα πανεπιστήμια έκλειναν ολόκληρους μήνες και οι φοιτητές, με την υποστήριξη εργατών, οργάνωναν διαδηλώσεις. Όμως, σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού διατηρούνταν μια δουλοπρεπής νοοτροπία. Ο «μύθος του τσάρου» θάμπωνε ακόμα εκατομμύρια ψυχές.
ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ: ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΣΟΣΙΑΛΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ
Τρία χρόνια μετά τη δημιουργία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος ιδρύθηκε το σοσιαλεπαναστατικό.
Η διαφορά των δύο κομμάτων βρισκόταν σε 3 ουσιαστικά σημεία:
- Φιλοσοφικά και κοινωνιολογικά, το σοσιαλεπαναστατικό κόμμα διαφωνούσε με τη μαρξιστική θεωρία.
- Εξ αιτίας του αντι-μαρξισμού, το κόμμα αυτό έφερνε μία διαφορετική λύση στο αγροτικό πρόβλημα, απ’ αυτή του σοσιαλδημοκρατικού. Το τελευταίο, βασισμένο αποκλειστικά στην εργατική τάξη δεν υπολόγιζε τους αγρότες για τους οποίους προεξοφλούσε τη γρήγορη προλεταριοποίησή τους. Έτσι, παραμέλησε την προπαγάνδα στην ύπαιθρο.
Το σοσιαλεπαναστατικό κόμμα αντίθετα, έκρινε πως δεν ήταν δυνατό να περιμένουν άμεση προλεταριοποίηση. Επομένως, η προπαγάνδα τους ήταν εντονότερη στην ύπαιθρο. Πρακτικά, το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, στο άμεσο πρόγραμμά του, πρότεινε αύξηση των γαιομεριδίων και ορισμένες άλλες μεταρρυθμίσεις χωρίς μεγάλη σημασία: Το σοσιαλεπαναστατικό κόμμα πρότεινε την άμεση κοινωνικοποίηση του εδάφους.
- Σε απόλυτη συμφωνία με τη θεωρία του, που στηριζόταν στη «δράση των μαζών», το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα εναντιωνόταν σε κάθε βίαιη επαναστατική πρακτική. Αντίθετα, το σοσιαλεπαναστατικό κόμμα απόδιδε κάποια γενική χρησιμότητα σε εκτελέσεις των πολύ σκληρών ανώτερων τσαρικών αξιωματούχων.
Οι αναρχικοί δεν είχαν έντονη οργανωτική παρουσία. Υπήρχαν μία ή δύο αναρχικές ομάδες στην Αγία Πετρούπολη και άλλες τόσες στη Μόσχα (αυτές με πιο έντονη παρουσία και δράση). Ανάπτυσσαν προπαγανδιστική δραστη-ριότητα και προέβαιναν σε ένοπλες επιθέσεις ενάντια σε στηρίγματα του κράτους. Η αντικρατική φιλολογία ερχόταν λαθραία απ’ το εξωτερικό (κυρίως μπροσούρες του Κροπότκιν), ο οποίος μετά τον διωγμό ενάντια στη Ναρόντναγια Βόλια είχε καταφύγει στην Αγγλία.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1905
Το τσαρικό καθεστώς, βλέποντας πως τα δύο επαναστατικά κόμματα, που δρούσαν παράνομα, είχαν απήχηση, αποφάσισε να παρασύρει τους εργάτες στο νόμιμο συνδικαλισμό, που θα ήταν φυσικά υποχείριο της κυβέρνησης. Αυτό το έκανε για δύο λόγους. Πρώτον, θα κέρδιζε τη συμπάθεια των εργατών και δεύτερον θα οδηγούσε το εργατικό κίνημα όπου αυτή ήθελε. Για τη δουλειά αυτή επιστρατεύτηκαν ο Ζουμπάτωφ για τη Μόσχα και ο παπα-Γκαμπόν για την Αγία Πετρούπολη. Η κυβέρνηση ήθελε να παίξει με τη φωτιά. Και δεν άργησε να καεί.
Στη Μόσχα ο Ζουμπάτωφ αποκαλύφθηκε πολύ σύντομα. Όμως, στην Αγία Πετρούπολη τα πράγματα ακολούθησαν διαφορετική τροπή. Ο Γκαμπόν κατάφερε να κερδίσει των εμπιστοσύνη των εργατών. Ίδρυσε τα «εργατικά τμήματα». Στα τέλη του 1904 αριθμούσαν αρκετές χιλιάδες μέλη.
Η θέση που κήρυττε ο Γκαμπόν και οι συνεργάτες του ήταν, πως οι εργάτες πρέπει να αγωνιστούν με νόμιμο τρόπο για τα δικαιώματά τους και αν το κάνουν αυτό η κυβέρνηση θα τους κατανοήσει.
Έτσι, λοιπόν, οι εργάτες ανέλαβαν δράση. Όμως, γρήγορα ξεπέρασαν τα όρια που τους είχαν χαράξει. Το Δεκέμβριο του 1904 στο εργοστάσιο Πουτίλοφ, ένα από τα μεγαλύτερα της Αγίας Πετρούπολης, υπέβαλαν στην διεύθυνση ένα κατάλογο με οικονομικές διεκδικήσεις. Η διοίκηση αρνήθηκε και απέλυσε κάποιους εργάτες σαν υποκινητές. Ο νόμιμος δρόμος απογοήτευσε τους εργάτες.
Στράφηκαν προς τον Γκαμπόν, ο οποίος οδήγησε τους εργάτες στην πρώτη μεγάλη απεργία της Ρωσίας.
Όμως τα πράγματα δεν έμειναν εκεί. Όλα τα εργατικά τμήματα τάχθηκαν υπέρ των απεργών του εργοστασίου Πουτίλοφ. Τα εργοστάσια άδειαζαν αυθόρμητα, χωρίς κομματική καθοδήγηση. Η απεργία από μόνη της δεν έφτανε. Έπρεπε να κάνουν κάτι επιβλητικό. Τότε ρίχτηκε η ιδέα να δώσουν μια αίτηση για τα δικαιώματά τους στον Τσάρο.
Όσο απλοϊκή και παράλογη αν ήταν, η ιδέα απλώθηκε αστραπιαία στους εργάτες. Προτάθηκε στον Γκαμπόν να συντάξει την αίτηση. Αυτός δέχθηκε. Παράξενο αλλ’ αναμφισβήτητο: η αίτηση του Γκαμπόν ήταν έργο βαθιάς έμπνευσης, με αληθινό πάθος.
Η μορφή της αίτησης ήταν το μεγαλύτερο ιστορικό παράδοξο. Απευθυνόταν τελείως νομιμόφρονα στον Τσάρο και του ζητούσε να επιτρέψει μια θεμελιακή επανάσταση, που ουσιαστικά θα καταργούσε την εξουσία του.
Πιο συγκεκριμένα, απαιτούσαν παντελή ελευθερία του λόγου, τύπου, της είδησης κτλ., την απόλυτη ελευθερία για όλους τους συλλόγους και οργανώσεις, το δικαίωμα να συνδικαλίζονται, να καταφεύγουν στην απεργία, νόμους για την ανακατανομή της γης και τέλος την άμεση σύγκληση συντακτικής συνέλευσης εκλεγμένης με βάση δημοκρατικό εκλογικό νόμο. Η πορεία, για να δοθεί η αίτηση στον τσάρο, ορίστηκε για Κυριακή 9 Γενάρη (με το παλιό ημερολόγιο). Οι μέρες πριν την πορεία ήταν ιδιαίτερα δραστήριες.
Διαβαζόταν η αίτηση στους πολίτες και όποιοι συμφωνούσαν, οι περισσότεροι, την υπέγραφαν. Ο Γκαμπόν θα έδινε την αίτηση στον Τσάρο.
Ο ίδιος έχει πει πως, αν ο Τσάρος δεν τον δεχόταν η Ρωσία δε θα έχει πια τσάρο και τους βάζει όλους να ορκιστούν ότι ο Τσάρος γι’ αυτούς θα πέθαινε.
Το βράδυ της 8ης Γενάρη όλα ήταν έτοιμα. Όμως ακουγόταν πως η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να ρίξουν στο ψαχνό, αν επιχειρήσει ο κόσμος να πλησιάσει τα Χειμερινά Ανάκτορα.
Μόλις ξημέρωσε η Κυριακή 9 Γενάρη ένα τεράστιο πλήθος ξεχύθηκε τους δρόμους και άρχισε να κινείται προς τα Χειμερινά Ανάκτορα. Όπου και να πήγαιναν, όμως, έπεφταν σε μπλόκα μπάτσων και στρατού.
Παρ’ όλα αυτά, το πλήθος κατάφερε να κατακλείσει τους δρόμους γύρω απ’ το Ανάκτορο. Ο στρατός και η αστυνομία άνοιξαν πυρ εναντίον του άοπλων διαδηλωτών. Το αποτέλεσμα ήταν εκατοντάδες νεκροί και χιλιάδες τραυματίες. Το απόβραδο η τάξη αποκαταστάθηκε. Ο αριθμός των νεκρών δεν έγινε γνωστός.
Ο παπα-Γκαμπόν την γλίτωσε φθηνά και φυγαδεύτηκε στο εξωτερικό.
Από εκεί έστειλε ένα σύντομο μήνυμα:
«Εγώ, ιερέας, καταριέμαι όλους εκείνους τους αξιωματικούς και στρατιώτες που, τούτη την ώρα, σφάζουν τους αθώους τους αδελφούς, γυναίκες και παιδιά. Καταριέμαι όλους τους καταπιεστές του λαού. Στέλνω την ευλογία μου στους στρατιώτες που συντρέχουν το λαό στην προσπάθειά του για την ελευθερία. Τους απαλλάσσω από τον όρκο πίστης που έδωσαν στον τσάρο – στον προδότη τσάρο, που με τις προσταγές του χύθηκε το αίμα του λαού».
Όμως η ζωή στο εξωτερικό δεν του άρεσε. Νοσταλγούσε την επιστροφή. Έτσι συμφώνησε με την κυβέρνηση πως αν του επέτρεπαν να επιστρέψει θα πρόδιδε μέλος του σοσιαλεπαναστατικού κόμματος και μυστικά που θα φρόντιζε να μάθει.
Στο μεταξύ, ένα σημαντικό στέλεχος των σοσιαλεπαναστατών, ο Ρούτεμπεργκ, πληροφορήθηκε για τις σχέσεις του Γκαμπόν με την αστυνομία. Έστησε μια παγίδα στον Γκαμπόν. Του ζήτησε χρήματα για να προδώσει το κόμμα. Αλλά στο διπλανό δωμάτιο ήταν σύντροφοι του Γκαμπόν οι οποίοι ακούγοντας την συνομιλία, εξοργίστηκαν και τον κρέμασαν.
…για την Κοινωνική Αφύπνιση