Να είμαι ειλικρινής, όταν το πρωτοδιάβασα, δειλά-δειλά, από της τρύπας μου το τσαρδί εξερχόμενος, η πρώτη σκέψη που έκανα, αυθορμήτως, είναι πως επρόκειτο για «έργο» τω πνεύματι μωρών. Και τούτο, μιας και θεωρώ πως κάποια απλά, θεμελιώδη ζητήματα, ο κοινός νους των ανθρώπων, που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο επιδιώκει καθημερινώς την απελευθέρωσή του, είναι εις θέσιν να τα αντιληφθεί. Η αλήθεια είναι πως η άνωθι φράση συνέχισε (και συνεχίζει) να «κυκλοφορεί» γραπτώς, στο κοινωνικό γίγνεσθαι, στο πλαίσιο αυτού που, αδόκιμα, θα μπορούσε να ονομαστεί και «κινηματική αγκιτάτσια».
Ας έρθω, όμως, σε αυτό καθαυτό το νόημα της εν λόγω φράσης. Είναι ντροπή, λοιπόν, να νιώθεις έλληνας, έτσι γενικά κι αόριστα; Όσοι νιώθουν έλληνες είναι για τους αναρχικούς/αντιεξουσιαστές το ίδιο; Όποιος, λοιπόν, μιλά ελληνικά, γράφει ελληνικά, προσπαθεί, με όνυχες κι οδόντες, να διατηρήσει την (όποια) συνέχειά του μέσω της μνήμης στον παρόντα τόπο, είναι ένα σιχαμένο ανθρωπάριο; Συνέχεια