Πάντα και σε όλα μπροστά βαδίζει η Ψευτιά ελκύοντας τους ανόητους με τη χυδαία κραυγή της. Τελευταία και πάντα αργά έρχεται και η Αλήθεια, σέρνοντας πίσω από τον κουτσό Χρόνο. Μπαλτάσαρ Γκρασιάν
Οι περισσότεροι άνθρωποι, ως επί τω πλείστον, διαθέτουν μόνον τα εκ φύσεως προερχόμενα, οφθαλμούς και ώτα και σχεδόν τίποτε άλλο. Αυτό που κυρίως τούς διακρίνει είναι η έλλειψη κριτικού πνεύματος και επίσης η βραχεία μνήμη. Η πλειονότητα των ανθρώπων στοχάζεται ελάχιστα, γιατί τους λείπει ο χρόνος και η άσκηση. Αυτός είναι και ο λόγος που διατηρούν τις πλάνες τους για μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς όμως να είναι, όπως η πλειονότητα του χώρου των διανοούμενων, σαν τον ανεμοδείχτη που κάθε φορά προσαρμόζεται στους ανέμους της μόδας.
Παντού και πάντα υπήρχε μεγάλη δυσαρέσκεια απέναντι στις εκάστοτε κυβερνήσεις, στους νόμους και στους κοινωνικούς θεσμούς. Αυτό συμβαίνει, κυρίως, επειδή ο άνθρωπος αναζητά και επιρρίπτει ευθύνες για την αθλιότητα που συνοδεύει μόνιμα την ανθρώπινη ύπαρξη σε αυτούς που θεωρεί πρωταίτιους. Στην αρχή κάθε νεόφερτου εξουσιαστή συναντούμε την οικειοποιήσιμη φιγούρα ενός νέου «άφθαρτου» εξυγιαντή και αναδημιουργού της κατατρεγμένης μέχρι πρότινος κοινωνίας. Ακόμα και το άκομψο πολιτικό ψέμα ηχεί σαν αμίαντη πυγή.
Ο μύθος, που έχει τις ρίζες του από την αρχαιότητα, ήταν «λόγος» ή «ιστορία», συνώνυμος των λέξεων λόγος και έπος ο μυθολόγος ήταν «αφηγητής ιστοριών». Η λέξη άρχισε να χρησιμοποιείται με στενότερη έννοια μόνον όταν οι παραδοσιακές ιστορίες τέθηκαν υπό αμφισβήτηση.
Στην καθομιλούμενη γλώσσα ο μύθος είναι φαντασία, κάτι που δε θεωρείται αληθινό. Οι μελετητές της μυθολογίας, ωστόσο, δίνουν μια διαφορετική εξήγηση. Ο μύθος είναι ένα ιδιαίτερο είδος ιστορίας, που προσπαθεί να ερμηνεύσει κάποιες όψεις του κόσμου που μας περιβάλλει. Σε όλο τον κόσμο, σε όλες τις εποχές και κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις οι μύθοι των ανθρώπων υπήρξαν η ζωντανή έμπνευση για όλες τις δραστηριότητες του νου, των συγκινήσεων και του σώματος.
Ο μύθος είναι μια μορφή αναζήτησης. Μιας και οι σημερινοί άνθρωποι αγνοούν και απομακρύνονται από την οποιαδήποτε διαδικασία αναζήτησης ακόμη και από την ιδία την γνώση πέφτουν στην παγίδα της ψευδούς πολίτικης μυθοπλασίας (του πλασματικού μύθου, του παρά τον μύθο, δηλαδή του παραμυθιού). Αποτέλεσμα οι εγχώριοι πολιτικοί από τα χρόνια της Μεταπολίτευσης (αλλά και προγενέστερα, από την ίδρυση του ελλαδικού κράτους το 1831) έως και σήμερα στηρίζονται στο καλώς ηχούμενο ψεύδος παρά στην δυσάρεστη αλήθεια. Από το «έξω από την ΕΟΚ» στον «εκσυγχρονισμό» και από το «λεφτά υπάρχουν» στο «Ζάππειο 1 και 2» έως το «σκίσιμο του μνημονίου».
Αυτά τα χαρακτηριστικά, που φαίνονται, στους ανθρώπους και ιδιαίτερα σε εκείνους που καλούνται να ενδυθούν τον μανδύα του ψηφοφόρου, να λειτουργούν με μια λογική σειρά έρχονται να προστεθούν εξωτερικά ή υφολογικά, μορφολογικά δεδομένα. Η απέχθεια για τις ρητορείες και τις ωραιολογίες οδηγεί σ’ ένα παράλληλο λεκτικό παιχνίδι, όπου κυριαρχεί το απόφθεγμα και η αντίθεση.
Κάθε φορά που ο άνθρωπος πλησιάζει την πολιτική και βρίσκεται κοντά σε εξουσιαστικούς θρόνους γίνεται ο ίδιος μυθοπλάστης και παράγει έναν μύθο, που δεν αφορά πλέον τον ίδιο αλλά την ανθρωπότητα ολάκερη. Αγκαλιάζει, λοιπόν, μια εικόνα του κόσμου, την ενσωματώνει στην προσωπική του πορεία και σε κάθε βήμα του προτρέπει την δημιουργία νέων κοινωνικών δομών και παίρνοντας το βάπτισμα από την παγκόσμια εξουσιαστική ελίτ βαδίζει, πλέον, απερίσκεπτα προς την πολίτικη ιεροποίηση, αμελώντας μάλιστα και τους ίδιους τους συνανθρώπους του. Οι νέοι μυθοπλάστες μας δεν έχουν ουδεμία σχέση ούτε με αρχαίους μύθους ούτε με τους μυθικούς ήρωες. Λίγοι ήσαν άλλωστε εκείνοι που τόλμησαν να εγκαταλείψουν την προσφερόμενη ασφάλεια και να διαβούν τα επικίνδυνα μονοπάτια μιας αυθύπαρκτης και αυτοδύναμης πορείας.