Έχοντας εξασφαλίσει τα εκρηκτικά, οι Γκεμιτζήδες ρίχνονται με απίστευτη όρεξη στο σκάψιμο της σήραγγας κατορθώνοντας μέσα σε λίγο διάστημα να φτάσουν στα θεμέλια της Οθωμανικής Τράπεζας, όπου στις 28 Φλεβάρη 1903 τοποθετούν έντεκα τενεκέδες με δυναμίτη. Οι τενεκέδες συνδέονται με δύο φυτίλια που καταλήγουν στο υπόγειο του μπακάλικου. Τα φυτίλια κρεμιούνται σε πρόκα στον τοίχο μαζί με 200 γραμμάρια δυναμίτη νόμπελ που έχει την ικανότητα να τα πυροδοτήσει μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Από δω και στο εξής οι Γκεμιτζήδες βρίσκονται συνεχώς κοντά στα φυτίλια κάνοντας βάρδιες στο υπόγειο σε εικοσιτετράωρη βάση, έτσι ώστε να βάλουν αμέσως φωτιά στα εκρηκτικά, σε περίπτωση που ανακαλυφθούν από τις αρχές.
Οι κόποι τόσων χρόνων αρχίζουν να καρποφορούν. Ο ενθουσιασμός κυριαρχεί στους συντρόφους. Όμως έχουν ακόμα να καλύψουν την παρουσία τους ώστε να μην κινήσουν υποψίες. Αρκετοί από τους Γκεμιτζήδες κατάγονται από τα Βελεσσά (σημερινό Τίτο Βέλες). Ο Παναγιώτ εφέντης, ένας Έλληνας που υπηρετεί στην μυστική αστυνομία, είχε παλιότερα βρεθεί στην πόλη και τους γνώριζε. Η ομαδική παρουσία τους στη Θεσσαλονίκη του προξενεί εντύπωση και προσπαθεί να βγάλει κάποια συμπεράσματα. Οι Γκεμιτζήδες, από τη μεριά τους, προσποιούνται τους ξέγνοιαστους νέους, κυκλοφορούν με άνεση στην πόλη και κατορθώνουν να καθησυχάσουν τις όποιες υποψίες γεννιούνται στις αρχές.