Η είδηση έσκασε δια μιας στα κεφάλια των καταχρεωμένων και διαρκώς επαναφορολογούμενων υπηκόων. Η τετραμερής (πρώην τριμερής ή τρόικα) ζητά την μείωση των 100 δόσεων για την εξόφληση των χρεών προς το δημόσιο. Ζητά, με απλά λόγια, την τροποποίηση αυτού του «απολυτρωτικού» μέτρου.
Με αφορμή αυτήν την είδηση χρήσιμο είναι να θυμίσουμε πως όταν ψηφίστηκε αυτός ο νόμος από την αριστεροδεξιά κυβέρνηση, λίγοι ήταν αυτοί που κατάλαβαν πως αυτή η λύση του «μικρότερου κακού», ήταν στην πραγματικότητα το μεγαλύτερο κακό. Και να γιατί:
Θα αναφέρουμε μόνο δύο από τις πολλές καταστάσεις χρεών προς το δημόσιο. Ένα μεγάλο μέρος από αυτά προέρχεται από απλήρωτα ΕΝΦΙΑ ή ΦΑΠ ή όπως αλλοιώς θέλετε να τα ονομάσετε. Άλλα χρέη αφορούσαν φόρους επιτηδεύματος, που επιβλήθηκε με το «έτσι θέλω» σε όσους σε γενικές γραμμές ανήκαν σ’ αυτούς οι οποίοι ασκούσαν κάποια επαγγελματική δραστηριότητα ανεξαρτήτως κέρδους. Είναι αρκετό το ότι έχουν καταχωρηθεί σε αυτήν την κατηγορία των φορολογουμένων.
Για να μην επεκταθούμε, όλοι αυτοί οι φόροι –που οι εξουσιαστές, της πάλαι ποτέ αντιπολίτευσης, αναθεμάτιζαν και ζητούσαν την μη ψήφιση των αντίστοιχων νόμων, που καλούσαν σε κινητοποιήσεις και αγώνες– κατοχυρώθηκαν και επανανομιμοποιήθηκαν για μία ακόμη φορά, με αυτόν τον «ευεργετικό νόμο» των 100 δόσεων, που ψήφισε και έθεσε σε εφαρμογή η αριστεροδεξιά κυβέρνηση. Όλα, μια χαρά!
Βέβαια, οι 100 δόσεις δεν ρυθμίστηκαν ακριβώς έτσι. Επί παραδείγματι, εάν κάποιος χρωστούσε στο δημόσιο 1000 ευρώ δεν του έκαναν ρύθμιση να πληρώνει 10 ευρώ επί 100 μήνες. Κάθε άλλο. Του έβαλαν δώδεκα π.χ. δόσεις και τον ανάγκασαν να προκαταβάλει και ένα γερό καπάρο, για να αρχίσει να τρέχει η ρύθμιση.
Με την ρύθμιση αυτή ξεχάστηκαν όλες οι φωνασκίες για τα «άδικα και αντιλαϊκά μέτρα» των προκατόχων. Αντί να τα καταργήσουν, τακτοποίησαν την είσπραξή τους. Μία κατάλληλη προπαγάνδα από τα ΜΜΕ, που εκθείαζαν το μέτρο, μερικές στομφώδεις τοποθετήσεις των κυβερνητών για την «ανακούφιση» που θα προκληθεί στους «οφειλέτες» και τσούπ, τσεπώθηκαν αυτά που δεν μπορούσαν να εισπραχθούν από τους χαρακτηριζόμενους ως Σαμαροβενιζέλους.
Αυτό το δείγμα γραφής θα ήταν αρκετό να πείσει, από την αρχή, πως όχι μόνο δεν επρόκειτο να αλλοιωθεί, να καταργηθεί ή να ελαφρυνθεί η μνημονιακή σχέση με τους δανειστές (που τους λένε και συνεταίρους), αλλά αντίθετα να συνεχισθεί το έργο των προηγουμένων. Όπερ και εγένετο!
Τώρα, το πώς ο κόσμος έχαψε και αποδέχθηκε το φορτίο των φόρων αγόγγυστα και μάλιστα με κραυγές ανακούφισης, εκ μέρους αρκετών, αυτό εντάσσεται στην τεχνική της πολιτικής, την μαγεία που ασκεί πάνω στους ανθρώπους, στην μακρόχρονη επίδραση του κρατισμού πάνω στις ζωές των υπηκόων, αλλά και στην ελπίδα που καλλιεργήθηκε όσον αφορά τους καινούργιους εξουσιαστές. Αντί να απαιτηθεί η κατάργηση των φόρων, υμνολογούσαν και ευχαριστούσαν τους συνεχιστές του έργου των προηγούμενων.
Καλό, λοιπόν, είναι να τα θυμίσουμε κάποια από τα παλαιά γνωστά συμπεράσματα. 1) Για να γίνει αποδεκτό ένα «αντιλαϊκό μέτρο», αρκεί να αντικατασταθεί (με εκλογές ή άλλους τρόπους) ο κυβερνήτης που θα το εφαρμόσει, αφού προηγουμένως θα έχει καλυφθεί από την απατηλή σκόνη του «διαφορετικού», του «αγωνιστή», του αριστερού, του «ασυμβίβαστου» κ.λπ. και 2) Το κράτος και η εξουσία δεν έχουν απλά συνέχεια, αλλά και συνεχιστές σε όλα τα επίπεδα και ιδιαίτερα σ’ αυτό της εξαπάτησης και της επιβολής. Απλά, η διαφορά υπάρχει μόνο στο όνομα. Άντε και στην εμφάνιση…