«Αυτοί; Παιδαρέλια, ατζαμήδες κι όχι απατεώνες! Να μαζευτούν, ακούς, πενήντα τόσοι άνθρωποι γι’ αυτή τη δουλειά! Μα, είναι δυνατόν; Σε τέτοιες δουλειές τρεις είναι πολλοί, και πάλι, πρέπει ο καθένας να ‘ναι για τον άλλον πιο σίγουρος κι από τον εαυτό του τον ίδιο. Φτάνει ένας μονάχα απ’ αυτούς να πιει λίγο παραπάνω και να φλυαρήσει, κι αμέσως όλη η δουλειά γίνεται μπουρλότο. Α, τους ατζαμήδες! Εμπιστεύονται ανθρώπους που δεν είναι σίγουροι και τους στέλνουν να αλλάξουν τα πλαστά χαρτονομίσματα στην τράπεζα! Μα μπορείς να αναθέτεις τέτοια δουλειά στον πρώτο τυχόντα; Τέλος πάντων. Ας υποθέσουμε ότι οι ατζαμήδες πετύχαιναν, ας υποθέσουμε ότι τα κατάφερνε καθένας τους να ανταλλάξει από ένα εκατομμύριο. Κι ύστερα; Μπορεί να κρατήσει αυτό το πράγμα σε όλη την ζωή τους; Καθένας, σε ολόκληρη την ζωή του θα εξαρτάται από τους άλλους. Καλύτερα να πάει να κρεμαστεί. Εκείνοι όμως δεν μπόρεσαν ν’ ανταλλάξουν τα πλαστά. Ο πρώτος που παρουσιάστηκε στο γκισέ, πήρε πέντε χιλιάδες ρούβλια και τα χέρια του έτρεμαν. Μέτρησε τις τέσσερις πρώτες χιλιάδες και την πέμπτη την πήρε αμέτρητη, γιατί κοίταζε μονάχα πώς να τα χώσει στην τσέπη του και να το σκάσει όσο το δυνατόν πιο γρηγορότερα. Φυσικά, δημιούργησε υπόνοιες και όλη η υπόθεση βούλιαξε εξ αιτίας αυτού του ηλιθίου. Μα αυτό είναι απαράδεκτο!» Φιοντόρ Ντοστογιέφσκη, Έγκλημα και Τιμωρία
Έχουμε επαναλάβει, με κάθε ευκαιρία και με μεγάλη επιμονή, ότι οι αναρχικές απόψεις δεν είναι «ακραίες», όπως διάφοροι εχθροί, αλλά και «φίλοι» ισχυρίζονται, τοποθετώντας τες στην σχετική («ακραία») θέση του πολιτικού κάδρου. Έχει ενδιαφέρον, όμως, να δούμε μια διαφορετική, παρ’ όλα αυτά, εξ ίσου, διαστρεβλωτική της πραγματικότητας, διάσταση της λογικής αυτής. Όσοι, λοιπόν, τοποθετούν τις αναρχικές απόψεις είτε άμεσα είτε έμμεσα στο ένα «άκρο» (το αριστερό) της πολιτικής σκηνής, προετοιμάζουν εκτός των άλλων το έδαφος για την ένταξη τους στο βασίλειο του φανατισμού. Η συλλογιστική τους είναι απλή. Αφού οι αναρχικές απόψεις βρίσκονται μακριά από την κοινωνία, αφού «λίγοι» είναι αυτοί που τις κατανοούν ή αγωνίζονται γι’ αυτές, τότε δεν μένει παρά να αποδεχθούμε, όχι μόνο την ρετσινιά του φανατικού, αλλά αργά ή γρήγορα και του συνωμότη.