Με αφορμή την έναρξη μιας ακόμη περιόδου στα σχολικά κάτεργα, αφιερώνουμε την παρακάτω λογοτεχνική αλληγορία σε κάθε ανυπάκουο μαθητή/τρια, σε κάθε αδούλωτο πνεύμα, που δεν επιδιώκει άριστους βαθμούς και γλιτσερές καριέρες, σε όλους τους υπόδουλους του μαυροπίνακα που γνωρίζουν καλά ότι οι κάθε είδους φυλακές είναι «χρήσιμες» μόνον ως υλικά για οδοφράγματα. «Αφιερώνεται» επίσης, σε εκείνους τους ακραιφνείς «αντιεξουσιαστές» που προτείνουν ελευθεριακά σχολεία, εξευγενισμένη εκπαίδευση και λοιπά κολοκύθια στο πάτερο. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην αναρχική εφημερίδα ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φύλλο 127, Μάιος 2013.
Πάντα είχα την αίσθηση ότι την άνοιξη τα λουλούδια που κάπου είχαν κρυφτεί, βγαίνουν στο φώς του ήλιου, μόνο γιατί φοβούνται ότι οι μεγάλοι θα βαρεθούν και θα παραιτηθούν απ’ την αναζήτηση. Όσκαρ Ουάιλντ, De profundis«Και αυτός, μικροί μου φίλοι, είναι το καμάρι του εργοστασίου μας. Λέγεται μοριακός αποδομητής ξύλου σπουδαία εφεύρεση!» Τα παιδιά κοίταξαν με αδιαφορία. Μπροστά τους βρισκόταν ένας μεταλλικός θάλαμος σε χρώμα μπλε κοβαλτίου με ορθογώνιο σχήμα και το μέγεθος του ξεπερνούσε αυτό ενός κανονικού δωματίου. Δυο κυλιόμενες ταινίες βρίσκονταν μία στο μπροστινό και μία στο πίσω μέρος μιας κατασκευής, που θα έκανε τις ιστορίες του Λάβκραφτ να μοιάζουν με άσματα προσκόπων. Μια δωδεκάδα πλαστικά πλήκτρα στόλιζαν μια λερωμένη οθόνη που σίγουρα είχε δει και καλύτερες μέρες. Κανένας τους δεν έδειξε να συμμερίζεται τον ενθουσιασμό που είχε ο υπεύθυνος του εργοστασίου επίπλων. Κάποιοι χάζευαν αδιάφορα, ενώ δυο-τρεις, που είχαν στριμωχτεί πίσω, σκουντούσαν ο ένας τον άλλον σχολιάζοντας χαμηλόφωνα. Ήταν τόσο όμορφα έξω. Ο Απρίλης είχε μπει για τα καλά και το τελευταίο πράγμα που ήθελαν απ’ τη ζωή τους ήταν να σουλατσέρνουν σε ένα σκοτεινό και υγρό εργοστάσιο. Ο ήλιος τους καλούσε με κάθε του αχτίδα να δραπετεύσουν. Συνέχεια