Μέσα από το κείμενο που ακολουθεί γίνεται για μια ακόμα φορά ξεκάθαρο με ποιους τρόπους το κράτος και τα όργανά του μπορούν να χρησιμοποιούν τα διάφορα «στοιχεία». Το κατά πόσο το κύριο αποδεικτικό στοιχείο (αποτύπωμα) είναι αδιαμφισβήτητο φαίνεται μέσα από την αφήγηση ενός πραγματικού γεγονότος. Το κείμενο βασίζεται σε άρθρο του Μάικλ Σπέκτερ που δημοσιεύτηκε στο «The New Yorker», τ. 27 Μαΐου του 2002.
Εκείνο που έχει σημασία είναι πως στην προκειμένη περίπτωση είχαμε την ιστορία μιας υψηλόβαθμης μπατσίνας. Μέσα από την κόντρα γοήτρου, αποκαλύφθηκε για μια ακόμα φορά η αναξιοπιστία ενός «στοιχείου» των διωκτικών αρχών, με βάση το οποίο εκατομμύρια άνθρωποι έχουν ενοχοποιηθεί και εν τέλει καταδικαστεί από τότε που τα κράτη αποφάσισαν να αντικαταστήσουν την αυθεντία των αρχόντων με την επιστήμη και την τεχνική. Με τα μέσα, δηλαδή, που τους δίνουν την ευχέρεια να εξωραΐζουν, μέσω της νομιμότητας, τη βαρβαρότητα που έχουν επιβάλλει.
Άλλωστε, είναι δεδομένο πως αυτοί που διαθέτουν τα μέσα έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τα πάντα ώστε να πετύχουν τους σκοπούς τους και κανείς να μην μπορεί εύκολα να ανατρέψει τους ισχυρισμούς τους (αφού το πεπόνι και το μαχαίρι βρίσκεται στα δικά τους πάντα χέρια). Είναι πασίγνωστο, επίσης πως το αναξιόπιστο αυτό στοιχείο (αποτύπωμα) μπορεί να μεταφερθεί οπουδήποτε και να ενοχοποιήσει αυτόν που έχει θεωρηθεί στόχος από την εξουσία.